Γράφει η Νίκη Γεωργακοπούλου*

Τον Μάιο  του 2022, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέθεσε μια Πρόταση Κανονισμού, γνωστή ως CSAR ( Child Sexual Abuse Regulation) ή CSAM (Child Sexual Abuse Material) και αφορά – όπως προδίδει και το όνομά της- την σεξουαλική κακοποίηση παιδιών.  Ειδικότερα, ο εν λόγω Κανονισμός αποσκοπεί στην πρόληψη και την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης των παιδιών είτε μέσω της διάδοσης υλικού σεξουαλικής εκμετάλλευσης  είτε μέσω της άγρας ανηλίκων (grooming).  Σε αυτό το σημείο, αξίζει να σημειωθεί πώς η Πρόταση αυτή αφορά τα πάσης φύσεως διαδικτυακά μέσα (πλατφόρμες, ιστότοπους, εφαρμογές, εφαρμογές ανταλλαγής μηνυμάτων,  μέσα κοινωνικής δικτύωσης). Ωστόσο, υπάρχει έντονη υπόνοια ότι η εφαρμογή του συγκεκριμένου  Κανονισμού θα δημιουργήσει περισσότερα και δυσκολότερα προβλήματα από αυτά που προσπαθεί να λύσει.

Οι συζητήσεις για την συγκεκριμένη Πρόταση Κανονισμού έχουν ξεκινήσει από τον Οκτώβριο του 2021, ωστόσο λόγω διάφορων καθυστερήσεων εν τέλει ο “φάκελος” υιοθετήθηκε και προτάθηκε στις 11 Μαϊου του 2022.

Ο προτεινόμενος αυτός Κανονισμός CSA διαφαίνεται ότι θα  αντικαταστήσει τον Kανονισμό (ΕΕ) 2021/1232 , ως «ενδιάμεση διάταξη για την προστασία της ιδιωτικής ζωής των ηλεκτρονικών επικοινωνιών». Η προαναφερθείσα διάταξη έχει ισχύ μέχρι τις 3 Αυγούστου 2024, αλλά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι, εάν καταστεί  απαραίτητο και προς  αποφυγή νομοθετικού κενού, μπορεί να παραταθεί. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προέβη σε αυτή τη διαβεβαίωση έπειτα από πιέσεις που ασκούνται για την ψήφιση του προτεινόμενου Κανονισμού εν όψει των επικείμενων Ευρωεκλογών. Πιο συγκεκριμένα, το νέο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα εκλεγεί τον Ιούνιο του 2024 και η νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα διοριστεί λίγο αργότερα. Εάν ο κανονισμός CSA δεν έχει πλήρως εγκριθεί πριν από τις εκλογές, η νομοθετική διαδικασία θα συνεχιστεί αυτόματα στη συνέχεια, εάν υπάρξει προηγούμενη θέση σε πρώτη ανάγνωση. Διαφορετικά, η θέση του Κοινοβουλίου θα καταστεί άκυρη και η Διάσκεψη των Προέδρων πρέπει να αποφασίσει εάν θα συνεχίσει ή όχι τις ημιτελείς εργασίες (άρθρο 240 Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου).Επομένως, υπάρχει χρόνος για προσεκτική μελέτη κάθε πιθανού σεναρίου σε περίπτωση ψήφισης της εν λόγω Πρότασης.

Η εν λόγω Πρόταση Κανονισμού έχει αναταράξει τα νερά και έχει προκαλέσει πολλές αντιδράσεις. Μια πρόσφατα δημοσιευμένη ανεξάρτητη έρευνα αποκάλυψε ότι τμήματα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, και συγκεκριμένα η Γενική Διεύθυνση Μετανάστευσης και το τμήμα Εσωτερικών Υποθέσεων , προωθούν τα συμφέροντα της βιομηχανίας μέσω του προτεινόμενου κανονισμού.  Στις 25 Σεπτεμβρίου 2023 , 7 κορυφαία ειδησεογραφικά πρακτορεία (Balkan Insight (στα αγγλικά), Zeit (στα γερμανικά), Le Monde (στα γαλλικά), De Groene Amsterdammer (στα Ολλανδικά), El Diario (στα Ισπανικά), IRPI Media (στα ιταλικά) και Solomon (στα ελληνικά) ) δημοσίευσαν μια κοινή έρευνα στην οποία αποκάλυψαν στενούς δεσμούς μεταξύ της βιομηχανίας τεχνολογίας (εταιρεία Thorn) και κορυφαίων εκπροσώπων του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που είναι υπεύθυνοι για τον Κανονισμό για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών (CSA) – συμπεριλαμβανομένης της Επιτρόπου Εσωτερικών Υποθέσεων, Ylva Johansson ( Ίλβα Γιόχανσον ) και της Προέδρου της Επιτροπής Ursula Gertrud von der Leyen (Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν) . Προς επίρρωση των ανωτέρω, στην έρευνα υπογραμμίζεται ότι η Johansson, η κορυφαία Επίτροπος για τον Κανονισμό CSA, αρνήθηκε να συναντηθεί με εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών και απέτυχε να συνεργαστεί με ειδικούς της τεχνολογίας – ενώ δέχθηκε να επικοινωνήσει με  εταιρείες τεχνολογίας επιτήρησης. Επιπρόσθετα, στο φως της δημοσιότητας ήρθε/αποκαλύφθηκε ότι το τμήμα των Εσωτερικών Υποθέσεων της Επιτροπής  φέρεται να έχει χρησιμοποιήσει απαγορευμένη στόχευση ατόμων με βάση τις θρησκευτικές και πολιτικές απόψεις τους , σε μια προσπάθεια χειραγώγησης της κοινής και πολιτικής γνώμης στα κράτη μέλη όπου οι κυβερνήσεις αντιτάχθηκαν στον νόμο.

Ο CSAR ως Δούρειος Ίππος για μαζική παρακολούθηση;

Οι υποστηρικτές του CSAR υποστηρίζουν πως ο προτεινόμενος κανονισμός αποσκοπεί στην πάταξη της σεξουαλικής εκμετάλλευσης ανηλίκων. Προς επίτευξη του συγκεκριμένου-ανώτερου- σκοπού, θα πρέπει να ελέγχονται όλες οι ιδιωτικές επικοινωνίες (από το Facebook και το TikTok μέχρι το Telegram, Signal ακόμα και οι επικοινωνίες από το προσωπικό κινητό έκαστου πολίτη) προκειμένου να εντοπιστεί τυχόν ύποπτο υλικό. Η πρακτική αυτή έρχεται σε αντίθεση με κατοχυρωμένα και θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα καθώς και τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (GDPR). Επιπλέον, για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, θα πρέπει να μην εφαρμόζεται η κρυπτογραφία στην ανταλλαγή μηνυμάτων στο διαδίκτυο, η κατάργηση της οποίας θα καταστήσει το διαδίκτυο ένα ανοικείο και ανασφαλές περιβάλλον.

Παράλληλα, η μαζική παρακολούθηση θα δημιουργήσει ποικίλα προβλήματα χωρίς ταυτόχρονα να λύνει αυτό που υπόσχεται. Ενδεικτικά, θα εκτοξευθεί ο όγκος  των ψευδώς “ύποπτων” μηνυμάτων προς έλεγχο, κάτι που δυσχεράνει ιδιαίτερα το ουσιαστικό έργο των Αρχών. Περαιτέρω, οι άνθρωποι και ιδίως οι νέοι- υπό τη δαμόκλειο σπάθη της παρακολούθησης- θά χάσουν τον αυθορμητισμο και την ελευθερία στην επικοινωνία, κάτι που θα οδηγήσει σε αποξένωση και απομόνωση. Επιπρόσθετα, τα Ηνωμένα Έθνη, η Unicef καθώς και το Παγκόσμιο Δίκτυο Δικαιωμάτων του Παιδιού κρούουν των κώδωνα για προβλήματα στην ανάπτυξη και την αυτοέκφραση τους. Επιπλέον, ομάδες LGBTQI+ ατόμων, θρησκευτικές μειονότητες καθώς και κάθε άλλη ομάδα πιθανότατα θα αισθάνεται το φόβο της υπονόμευσης και της παρακολούθησης.

Σε κάθε περίπτωση, ο σκοπός της προστασίας των παιδιων και της πάταξης της παιδικής πορνογραφίας μπορεί να επιτευχθεί και με άλλους τρόπους, οπως:

  1. Διευκόλυνση της πρόσβασης στην Δικαιοσύνη
  2. Εφαρμογή του DSA (Digital Service Act)
  3. Ευαισθητοποίηση και εκπαίδευση των παιδιών καθώς και των φροντιστών τους αναφορικά με την παιδική πορνογραφία
  4. Δημιουργία κατάλληλης ομάδας ψυχολογικής υποστήριξης
  5. Δημιουργία και προώθηση ειδικών τηλεφωνικών γραμμών (hotlines)

Η εν λόγω Πρόταση φαίνεται πως ενισχύει μια  αγορά μαζικής επιτήρησης στην οποία  το απόρρητο των επικοινωνιών  θα χρησιμοποιείται για την αποκόμιση  κέρδους. Περαιτέρω δε, παρόλο που ο Κανονισμός CSA προορίζεται αποκλειστικά για την αντιμετώπιση της διαδικτυακής σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, φαίνεται ότι η Επιτροπή είναι ανοιχτή στο να επιτρέψει τη μαζική παρακολούθηση για περαιτέρω πεδία εγκληματικότητας. Όταν αξιωματούχοι της Europol πρότειναν τη χρήση του προτεινόμενου Κέντρου ΕΕ για τη σάρωση για έτερα εγκλήματα  από του  CSAM, η Επιτροπή δεν απέρριψε την ιδέα.

Ωστόσο, έντονες  αντιδράσεις  γεννώνται από εμπειρογνώμονες παιδικής προστασίας ,  επιζώντες  σεξουαλικής κακοποίησης ,  την  αστυνομία , πολλές εθνικές κυβερνήσεις (Γερμανία, Αυστρία, Πολωνία, Σουηδία και Ολλανδία) ,  αξιωματούχοι του ΟΗΕ, ΜΚΟ, έχουν προειδοποιήσει ότι τα προτεινόμενα μέτρα θα μπορούσαν να κάνουν περισσότερο κακό παρά καλό στα ίδια τα παιδιά που υποτίθεται ότι προστατεύουν. και θα είχε άνευ προηγουμένου αντίκτυπο στην ασφάλεια και το απόρρητο των επικοινωνιών σε παγκόσμια κλίμακα.

Επιπροσθέτως, ορισμένοι ευρωβουλευτές που εξέφρασαν επιφυλάξεις για τον προτεινόμενο κανονισμό και τάχθηκαν υπερ της κρυπτογράφησης ήταν οι Patrick Breyer (Πειρατικό Κόμμα, Πράσινοι/EFA), Saskia Bricmont (Πράσινοι/EFA), Alex Agius Saliba (S&D), Birgit Sippel (S&D) και Tiemo Wolken. (S&D).

Επιλογικά, στο πλαίσιο της εκστρατείας «Stop Scanning Me» της EDRi (European Digital Rights) στην οποία αποτελεί μέλος και η Homo Digitalis και η οποία έχει ως βασική αποστολή την υπεράσπιση της κρυπτογράφησης και της ιδιωτικής ασφαλούς επικοινωνίας, η EDRi υποστήριξε  το ταξίδι 23 εθελοντών από όλη την Ευρώπη σε μια δράση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Σε διάστημα τριών ημερών, ακτιβιστές προερχόμενοι από την Ελλάδα (Homo Digitalis), την Ιταλία, την Tσεχία, την Αυστρία, τη Σουηδία, τη Φινλανδία, τη Νορβηγία, τη Ρουμανία, τη Γερμανία και την Ισπανία είχαν συναντήσεις με ευρωβουλευτές από όλες τις πολιτικές ομάδες. Μίλησαν  για τον κανονισμό CSA και τις σοβαρές συνέπειες που θα είχαν τα προτεινόμενα μέτρα στις ζωές  και την καθημερινότητα των ανθρώπων.

*Η Νίκη Γεωργακοπούλου είναι απόφοιτη της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ και κάτοχος MSc “Δικαιο και Πληροφορική” του ΠΑΜΑΚ. Στη διπλωματική της εργασία ασχολήθηκε με το Βlockchain και τα Smart Legal Contracts.