O CSAM ως Δούρειος Ίππος για μαζική παρακολούθηση;

Γράφει η Νίκη Γεωργακοπούλου*

Τον Μάιο  του 2022, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέθεσε μια Πρόταση Κανονισμού, γνωστή ως CSAR ( Child Sexual Abuse Regulation) ή CSAM (Child Sexual Abuse Material) και αφορά – όπως προδίδει και το όνομά της- την σεξουαλική κακοποίηση παιδιών.  Ειδικότερα, ο εν λόγω Κανονισμός αποσκοπεί στην πρόληψη και την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης των παιδιών είτε μέσω της διάδοσης υλικού σεξουαλικής εκμετάλλευσης  είτε μέσω της άγρας ανηλίκων (grooming).  Σε αυτό το σημείο, αξίζει να σημειωθεί πώς η Πρόταση αυτή αφορά τα πάσης φύσεως διαδικτυακά μέσα (πλατφόρμες, ιστότοπους, εφαρμογές, εφαρμογές ανταλλαγής μηνυμάτων,  μέσα κοινωνικής δικτύωσης). Ωστόσο, υπάρχει έντονη υπόνοια ότι η εφαρμογή του συγκεκριμένου  Κανονισμού θα δημιουργήσει περισσότερα και δυσκολότερα προβλήματα από αυτά που προσπαθεί να λύσει.

Οι συζητήσεις για την συγκεκριμένη Πρόταση Κανονισμού έχουν ξεκινήσει από τον Οκτώβριο του 2021, ωστόσο λόγω διάφορων καθυστερήσεων εν τέλει ο “φάκελος” υιοθετήθηκε και προτάθηκε στις 11 Μαϊου του 2022.

Ο προτεινόμενος αυτός Κανονισμός CSA διαφαίνεται ότι θα  αντικαταστήσει τον Kανονισμό (ΕΕ) 2021/1232 , ως «ενδιάμεση διάταξη για την προστασία της ιδιωτικής ζωής των ηλεκτρονικών επικοινωνιών». Η προαναφερθείσα διάταξη έχει ισχύ μέχρι τις 3 Αυγούστου 2024, αλλά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι, εάν καταστεί  απαραίτητο και προς  αποφυγή νομοθετικού κενού, μπορεί να παραταθεί. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προέβη σε αυτή τη διαβεβαίωση έπειτα από πιέσεις που ασκούνται για την ψήφιση του προτεινόμενου Κανονισμού εν όψει των επικείμενων Ευρωεκλογών. Πιο συγκεκριμένα, το νέο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα εκλεγεί τον Ιούνιο του 2024 και η νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα διοριστεί λίγο αργότερα. Εάν ο κανονισμός CSA δεν έχει πλήρως εγκριθεί πριν από τις εκλογές, η νομοθετική διαδικασία θα συνεχιστεί αυτόματα στη συνέχεια, εάν υπάρξει προηγούμενη θέση σε πρώτη ανάγνωση. Διαφορετικά, η θέση του Κοινοβουλίου θα καταστεί άκυρη και η Διάσκεψη των Προέδρων πρέπει να αποφασίσει εάν θα συνεχίσει ή όχι τις ημιτελείς εργασίες (άρθρο 240 Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου).Επομένως, υπάρχει χρόνος για προσεκτική μελέτη κάθε πιθανού σεναρίου σε περίπτωση ψήφισης της εν λόγω Πρότασης.

Η εν λόγω Πρόταση Κανονισμού έχει αναταράξει τα νερά και έχει προκαλέσει πολλές αντιδράσεις. Μια πρόσφατα δημοσιευμένη ανεξάρτητη έρευνα αποκάλυψε ότι τμήματα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, και συγκεκριμένα η Γενική Διεύθυνση Μετανάστευσης και το τμήμα Εσωτερικών Υποθέσεων , προωθούν τα συμφέροντα της βιομηχανίας μέσω του προτεινόμενου κανονισμού.  Στις 25 Σεπτεμβρίου 2023 , 7 κορυφαία ειδησεογραφικά πρακτορεία (Balkan Insight (στα αγγλικά), Zeit (στα γερμανικά), Le Monde (στα γαλλικά), De Groene Amsterdammer (στα Ολλανδικά), El Diario (στα Ισπανικά), IRPI Media (στα ιταλικά) και Solomon (στα ελληνικά) ) δημοσίευσαν μια κοινή έρευνα στην οποία αποκάλυψαν στενούς δεσμούς μεταξύ της βιομηχανίας τεχνολογίας (εταιρεία Thorn) και κορυφαίων εκπροσώπων του προσωπικού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που είναι υπεύθυνοι για τον Κανονισμό για τη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών (CSA) – συμπεριλαμβανομένης της Επιτρόπου Εσωτερικών Υποθέσεων, Ylva Johansson ( Ίλβα Γιόχανσον ) και της Προέδρου της Επιτροπής Ursula Gertrud von der Leyen (Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν) . Προς επίρρωση των ανωτέρω, στην έρευνα υπογραμμίζεται ότι η Johansson, η κορυφαία Επίτροπος για τον Κανονισμό CSA, αρνήθηκε να συναντηθεί με εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών και απέτυχε να συνεργαστεί με ειδικούς της τεχνολογίας – ενώ δέχθηκε να επικοινωνήσει με  εταιρείες τεχνολογίας επιτήρησης. Επιπρόσθετα, στο φως της δημοσιότητας ήρθε/αποκαλύφθηκε ότι το τμήμα των Εσωτερικών Υποθέσεων της Επιτροπής  φέρεται να έχει χρησιμοποιήσει απαγορευμένη στόχευση ατόμων με βάση τις θρησκευτικές και πολιτικές απόψεις τους , σε μια προσπάθεια χειραγώγησης της κοινής και πολιτικής γνώμης στα κράτη μέλη όπου οι κυβερνήσεις αντιτάχθηκαν στον νόμο.

Ο CSAR ως Δούρειος Ίππος για μαζική παρακολούθηση;

Οι υποστηρικτές του CSAR υποστηρίζουν πως ο προτεινόμενος κανονισμός αποσκοπεί στην πάταξη της σεξουαλικής εκμετάλλευσης ανηλίκων. Προς επίτευξη του συγκεκριμένου-ανώτερου- σκοπού, θα πρέπει να ελέγχονται όλες οι ιδιωτικές επικοινωνίες (από το Facebook και το TikTok μέχρι το Telegram, Signal ακόμα και οι επικοινωνίες από το προσωπικό κινητό έκαστου πολίτη) προκειμένου να εντοπιστεί τυχόν ύποπτο υλικό. Η πρακτική αυτή έρχεται σε αντίθεση με κατοχυρωμένα και θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα καθώς και τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (GDPR). Επιπλέον, για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, θα πρέπει να μην εφαρμόζεται η κρυπτογραφία στην ανταλλαγή μηνυμάτων στο διαδίκτυο, η κατάργηση της οποίας θα καταστήσει το διαδίκτυο ένα ανοικείο και ανασφαλές περιβάλλον.

Παράλληλα, η μαζική παρακολούθηση θα δημιουργήσει ποικίλα προβλήματα χωρίς ταυτόχρονα να λύνει αυτό που υπόσχεται. Ενδεικτικά, θα εκτοξευθεί ο όγκος  των ψευδώς “ύποπτων” μηνυμάτων προς έλεγχο, κάτι που δυσχεράνει ιδιαίτερα το ουσιαστικό έργο των Αρχών. Περαιτέρω, οι άνθρωποι και ιδίως οι νέοι- υπό τη δαμόκλειο σπάθη της παρακολούθησης- θά χάσουν τον αυθορμητισμο και την ελευθερία στην επικοινωνία, κάτι που θα οδηγήσει σε αποξένωση και απομόνωση. Επιπρόσθετα, τα Ηνωμένα Έθνη, η Unicef καθώς και το Παγκόσμιο Δίκτυο Δικαιωμάτων του Παιδιού κρούουν των κώδωνα για προβλήματα στην ανάπτυξη και την αυτοέκφραση τους. Επιπλέον, ομάδες LGBTQI+ ατόμων, θρησκευτικές μειονότητες καθώς και κάθε άλλη ομάδα πιθανότατα θα αισθάνεται το φόβο της υπονόμευσης και της παρακολούθησης.

Σε κάθε περίπτωση, ο σκοπός της προστασίας των παιδιων και της πάταξης της παιδικής πορνογραφίας μπορεί να επιτευχθεί και με άλλους τρόπους, οπως:

  1. Διευκόλυνση της πρόσβασης στην Δικαιοσύνη
  2. Εφαρμογή του DSA (Digital Service Act)
  3. Ευαισθητοποίηση και εκπαίδευση των παιδιών καθώς και των φροντιστών τους αναφορικά με την παιδική πορνογραφία
  4. Δημιουργία κατάλληλης ομάδας ψυχολογικής υποστήριξης
  5. Δημιουργία και προώθηση ειδικών τηλεφωνικών γραμμών (hotlines)

Η εν λόγω Πρόταση φαίνεται πως ενισχύει μια  αγορά μαζικής επιτήρησης στην οποία  το απόρρητο των επικοινωνιών  θα χρησιμοποιείται για την αποκόμιση  κέρδους. Περαιτέρω δε, παρόλο που ο Κανονισμός CSA προορίζεται αποκλειστικά για την αντιμετώπιση της διαδικτυακής σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, φαίνεται ότι η Επιτροπή είναι ανοιχτή στο να επιτρέψει τη μαζική παρακολούθηση για περαιτέρω πεδία εγκληματικότητας. Όταν αξιωματούχοι της Europol πρότειναν τη χρήση του προτεινόμενου Κέντρου ΕΕ για τη σάρωση για έτερα εγκλήματα  από του  CSAM, η Επιτροπή δεν απέρριψε την ιδέα.

Ωστόσο, έντονες  αντιδράσεις  γεννώνται από εμπειρογνώμονες παιδικής προστασίας ,  επιζώντες  σεξουαλικής κακοποίησης ,  την  αστυνομία , πολλές εθνικές κυβερνήσεις (Γερμανία, Αυστρία, Πολωνία, Σουηδία και Ολλανδία) ,  αξιωματούχοι του ΟΗΕ, ΜΚΟ, έχουν προειδοποιήσει ότι τα προτεινόμενα μέτρα θα μπορούσαν να κάνουν περισσότερο κακό παρά καλό στα ίδια τα παιδιά που υποτίθεται ότι προστατεύουν. και θα είχε άνευ προηγουμένου αντίκτυπο στην ασφάλεια και το απόρρητο των επικοινωνιών σε παγκόσμια κλίμακα.

Επιπροσθέτως, ορισμένοι ευρωβουλευτές που εξέφρασαν επιφυλάξεις για τον προτεινόμενο κανονισμό και τάχθηκαν υπερ της κρυπτογράφησης ήταν οι Patrick Breyer (Πειρατικό Κόμμα, Πράσινοι/EFA), Saskia Bricmont (Πράσινοι/EFA), Alex Agius Saliba (S&D), Birgit Sippel (S&D) και Tiemo Wolken. (S&D).

Επιλογικά, στο πλαίσιο της εκστρατείας «Stop Scanning Me» της EDRi (European Digital Rights) στην οποία αποτελεί μέλος και η Homo Digitalis και η οποία έχει ως βασική αποστολή την υπεράσπιση της κρυπτογράφησης και της ιδιωτικής ασφαλούς επικοινωνίας, η EDRi υποστήριξε  το ταξίδι 23 εθελοντών από όλη την Ευρώπη σε μια δράση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Σε διάστημα τριών ημερών, ακτιβιστές προερχόμενοι από την Ελλάδα (Homo Digitalis), την Ιταλία, την Tσεχία, την Αυστρία, τη Σουηδία, τη Φινλανδία, τη Νορβηγία, τη Ρουμανία, τη Γερμανία και την Ισπανία είχαν συναντήσεις με ευρωβουλευτές από όλες τις πολιτικές ομάδες. Μίλησαν  για τον κανονισμό CSA και τις σοβαρές συνέπειες που θα είχαν τα προτεινόμενα μέτρα στις ζωές  και την καθημερινότητα των ανθρώπων.

*Η Νίκη Γεωργακοπούλου είναι απόφοιτη της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ και κάτοχος MSc “Δικαιο και Πληροφορική” του ΠΑΜΑΚ. Στη διπλωματική της εργασία ασχολήθηκε με το Βlockchain και τα Smart Legal Contracts.


Γιορτάζοντας την Ημέρα του Όχι: Μια Υπενθύμιση της Σημασίας της Υπεράσπισης των Προσωπικών σας Δεδομένων

Γράφει ο Αναστάσιος Αραμπατζής*

Στις 28 Οκτωβρίου, η Ελλάδα τιμά μια κομβική στιγμή στην ιστορία της – την Ημέρα του Όχι. Αυτή η ημέρα, που χαρακτηρίζεται από παρελάσεις, εορτασμούς και μια βαθιά αίσθηση εθνικής υπερηφάνειας, χρησιμεύει ως υπενθύμιση του ακλόνητου πνεύματος αντίστασης και της άρνησης να υποκύψει στην καταπίεση. Καθώς ολοκληρώνουμε τον φετινό Μήνα Ευαισθητοποίησης για την Κυβερνοασφάλεια, πέρα από την ιστορική της σημασία, η Ημέρα του Όχι κρύβει πολύτιμα μαθήματα για τον σύγχρονο κόσμο, ιδιαίτερα στον τομέα της ψηφιακής προστασίας προσωπικών δεδομένων.

Η ιστορική σημασία της Ημέρας του Ελληνικού Όχι

Πριν εμβαθύνουμε στην ψηφιακή σφαίρα, ας εξερευνήσουμε εν συντομία το ιστορικό πλαίσιο της Ημέρας του Όχι. Στις 28 Οκτωβρίου 1940, η Ελλάδα βρέθηκε αντιμέτωπη με μια κρίσιμη απόφαση. Οι φασιστικές δυνάμεις του Μουσολίνι, ευθυγραμμισμένες με τη ναζιστική Γερμανία, απαίτησαν από την Ελλάδα να παραδοθεί και να επιτρέψει στα ιταλικά στρατεύματα να καταλάβουν ελληνικό έδαφος. Σε απάντηση, η Ελλάδα ξεστόμισε ένα ηχηρό «ΟΧΙ» απορρίπτοντας τις δυνάμεις εισβολής και επιλέγοντας να υπερασπιστεί την ελευθερία και την κυριαρχία της.

Αυτή η πράξη ανυπακοής πυροδότησε ένα άγριο κίνημα αντίστασης και τελικά έπαιξε ρόλο στο ευρύτερο θέατρο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η Ημέρα του Όχι συμβολίζει τον θρίαμβο της αποφασιστικότητας και το πνεύμα του «όχι» στην καταπίεση.

Ένας σύγχρονος παραλληλισμός: Υπεράσπιση της ψηφιακής σας ελευθερίας

Ενώ τα γεγονότα του 1940 μπορεί να φαίνονται μακρινά, το πνεύμα της Ημέρας του Όχι αντηχεί έντονα στη σημερινή ψηφιακή εποχή. Ακριβώς όπως οι Έλληνες υπερασπίστηκαν τη γη και την ελευθερία τους, οι πολίτες σήμερα πρέπει να υπερασπιστούν τα ψηφιακά τους περιουσιακά στοιχεία, κυρίως τα προσωπικά τους δεδομένα.

Στο ψηφιακό τοπίο, τα προσωπικά σας δεδομένα αποτελούν πολύτιμο περιουσιακό στοιχείο. Περιλαμβάνει την ταυτότητά σας, οικονομικά στοιχεία, προσωπικές επικοινωνίες και πολλά άλλα. Ωστόσο, απειλείται συνεχώς από διάφορες πλευρές, συμπεριλαμβανομένων εγκληματιών στον κυβερνοχώρο, μεσιτών δεδομένων, ακόμη και ορισμένων εταιρειών τεχνολογίας. Το διακύβευμα είναι υψηλό και η ανάγκη να προστατεύσετε ό,τι σας ανήκει δεν ήταν ποτέ πιο κρίσιμη.

Το σύγχρονο τοπίο απειλών

Ο ψηφιακός κόσμος παρουσιάζει ένα δικό του πεδίο μάχης. Οι εγκληματίες του κυβερνοχώρου χρησιμοποιούν διάφορες τακτικές για να αποκτήσουν μη εξουσιοδοτημένη πρόσβαση στα προσωπικά σας δεδομένα. Τα μηνύματα ηλεκτρονικού “ψαρέματος”, οι παραβιάσεις δεδομένων, οι επιθέσεις ransomware και η κλοπή ταυτότητας είναι μόνο μερικά από τα όπλα που χρησιμοποιούν. Ο κυβερνοχώρος είναι ένα πεδίο μάχης για να διατηρήσετε τα δεδομένα σας ασφαλή.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο εορτασμός της Ημέρας του Όχι χρησιμεύει ως υπενθύμιση ότι ακριβώς όπως οι πρόγονοί μας στάθηκαν σταθερά ενάντια στις δυνάμεις εισβολής, έτσι και εσείς πρέπει να παραμείνετε σταθεροί στην υπεράσπιση της ψηφιακής σας ελευθερίας.

Ανάληψη της κυριότητας του απορρήτου των δεδομένων

Λοιπόν, πώς μπορείτε να υπερασπιστείτε αποτελεσματικά αυτό που είναι δικό σας στον ψηφιακό κόσμο; Ακολουθούν ορισμένα πρακτικά βήματα που πρέπει να λάβετε υπόψη:

  1. Ισχυροί κωδικοί πρόσβασης: Χρησιμοποιήστε ισχυρούς, μοναδικούς κωδικούς πρόσβασης για όλους τους λογαριασμούς σας στο διαδίκτυο. Εξετάστε το ενδεχόμενο να χρησιμοποιήσετε έναν διαχειριστή κωδικών πρόσβασης για να τους παρακολουθείτε με ασφάλεια.
  2. Έλεγχος ταυτότητας δύο παραγόντων (2FA): Ενεργοποιήστε το 2FA όπου είναι δυνατόν. Αυτό προσθέτει ένα επιπλέον επίπεδο ασφάλειας, απαιτώντας κάτι που γνωρίζετε (κωδικός πρόσβασης) και κάτι που έχετε (το smartphone σας ή ένα φυσικό κλειδί ασφαλείας).
  3. Τακτικές ενημερώσεις λογισμικού: Διατηρείτε ενημερωμένες τις συσκευές και το λογισμικό σας. Οι ενημερώσεις λογισμικού συχνά περιλαμβάνουν ενημερώσεις ασφαλείαςτου κώδικα για προστασία από ευπάθειες.
  4. 4. Ρυθμίσεις απορρήτου: Ελέγξτε και προσαρμόστε τις ρυθμίσεις απορρήτου στους λογαριασμούς και τις εφαρμογές κοινωνικών μέσων. Περιορίστε τον όγκο των προσωπικών πληροφοριών που μοιράζεστε δημόσια.
  5. 5. Ασφαλές WiFi: Χρησιμοποιήστε ισχυρούς, μοναδικούς κωδικούς πρόσβασης για τα δίκτυά σας Wi-Fi. Αποφύγετε τη χρήση προεπιλεγμένων κωδικών πρόσβασης δρομολογητή, καθώς είναι εύκολοι στόχοι για τους κακοποιούς.
  6. Αποφύγετε το ηλεκτρονικό ψάρεμα (phishing): Να είστε προσεκτικοί με ανεπιθύμητα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή μηνύματα που ζητούν προσωπικά στοιχεία. Επαληθεύστε την ταυτότητα του αποστολέα πριν μοιραστείτε ευαίσθητα δεδομένα.
  7. Εκπαιδεύστε τον εαυτό σας: Μείνετε ενημερωμένοι σχετικά με τις τελευταίες απειλές και βέλτιστες πρακτικές στον κυβερνοχώρο. Η γνώση είναι μια ισχυρή άμυνα.

Τιμώντας την Ημέρα του Όχι και την Ψηφιακή Ελευθερία

Η Ημέρα του Όχι είναι μια απόδειξη της δύναμης του ανθρώπινου πνεύματος απέναντι στις αντιξοότητες. Μας υπενθυμίζει ότι όταν πιέζονται, τα άτομα μπορούν να επιστρατεύσουν αξιοσημείωτο θάρρος για να υπερασπιστούν τα δικαιώματα και την ελευθερία τους.

Στην ψηφιακή εποχή, πρέπει ομοίως να ορθώσουμε το ανάστημά μας και να προστατεύσουμε τα προσωπικά μας δεδομένα, τα οποία αποτελούν το θεμέλιο των διαδικτυακών ταυτοτήτων και της ψηφιακής μας ζωής. Ακριβώς όπως οι Έλληνες γιόρτασαν την ελευθερία τους την Ημέρα του Όχι, μπορούμε να γιορτάσουμε την ψηφιακή μας ελευθερία προστατεύοντας προληπτικά τα προσωπικά μας δεδομένα.

Συμπέρασμα

Η Ημέρα του Όχι είναι κάτι περισσότερο από ένα ιστορικό γεγονός. Είναι μια γιορτή της ανθεκτικότητας, του θάρρους και της δύναμης του να λες «όχι» στην καταπίεση. Στον σημερινό κόσμο, όπου τα προσωπικά δεδομένα βρίσκονται υπό συνεχή απειλή, αυτό το πνεύμα αντίστασης παραμένει επίκαιρο.

Καθώς γιορτάζετε την Ημέρα του Όχι, επιτρέψτε του να σας υπενθυμίσω ότι αξίζει να υπερασπιστείτε την ψηφιακή σας ελευθερία. Αναλαμβάνοντας την κυριότητα του απορρήτου των δεδομένων σας και παραμένοντας σε εγρήγορση ενόψει διαδικτυακών απειλών, μπορείτε να δηλώσετε με υπερηφάνεια «ΟΧΙ» σε εισβολείς δεδομένων και να προστατεύσετε αυτό που δικαιωματικά σας ανήκει στον ψηφιακό κόσμο. Ακριβώς όπως οι πρόγονοί μας υπερασπίστηκαν τη γη και την ελευθερία τους, μπορείτε και εσείς να υπερασπιστείτε τα ψηφιακά σας περιουσιακά στοιχεία και τα προσωπικά σας δεδομένα.

*Ο Αναστάσιος Αραμπατζής είναι μέλος της Homo Digitalis, απόστρατος Αξιωματικός της Πολεμικής Αεροπορίας με πάνω από 25 χρόνια εμπειρία σε θέματα ασφάλειας πληροφοριών. Κατά τη θητεία του στην Π.Α. ήταν πιστοποιημένος αξιολογητής του ΝΑΤΟ σε θέματα κυβερνοασφάλειας και έχει τιμηθεί για τις γνώσεις του και την απόδοσή του. Άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε πληθώρα έγκριτων ιστοσελίδων. 


Η Αξία της Διαδικτυακής Ανωνυμίας

Θα έπρεπε να είναι υποχρεωτική η χρήση πραγματικών ονομάτων στο Διαδίκτυο;

Γράφει η Ηλιάνα Παιχνιδιάρη*

 

Η ανωνυμία στο Διαδίκτυο είναι μια σημαντική αρχή ενός ελεύθερου και ανοιχτού Διαδικτύου. Ιδιαίτερα σε μία εποχή συνεχούς ταυτοποίησης, υπάρχουν διάφοροι λόγοι για τους οποίους ένα άτομο δεν θα ήθελε να είναι αναγνωρίσιμο στο Διαδίκτυο.

Ο David Kaye, ειδικός εισηγητής του ΟΗΕ για την προώθηση και την προστασία του δικαιώματος στην ελευθερία γνώμης και έκφρασης, τόνισε οτι η διαδικτυακή ανωνυμία «έχει γίνει απαραίτητη για την άσκηση της ιδιωτικής ζωής και της ελευθερίας της έκφρασης».

Η ανωνυμία είναι πολύτιμη διότι επιτρέπει στους ανθρώπους να αναζητούν ελεύθερα πληροφορίες, να συμμετέχουν σε πολιτικές συζητήσεις, να αναπτύσσουν ιδέες και να εκφράζονται ελεύθερα χωρίς τον φόβο των επιπτώσεων.

Θεωρείται θεμελιώδης για τη συζήτηση αμφιλεγόμενων θεμάτων και γενικότερα για την ποικιλομορφία των φωνών. Ο φόβος της αναγνώρισης μπορεί να «παγώσει» την ελευθερία έκφρασης και να οδηγήσει σε αυτολογοκρισία.

Η ανωνυμία ειναι επίσης μια βασική προϋπόθεση για το «whistleblowing», ώστε ο whistleblower να μπορεί να δράσει χωρίς φόβο.

Επιπλέον, η ανωνυμία αποτελεί πτυχή της ιδιωτικής ζωής. Δεν χρειάζεται να είναι δημόσια όλα όσα κάνουμε στο Διαδίκτυο.

Η ανωνυμία είναι σημαντική προκειμένου να αποφευχθεί η εκτεταμένη παρακολούθηση τόσο από ιδιωτικούς όσο και από δημόσιους φορείς. Διαφορετικά, θα ήταν ακόμα πιο εύκολο να συνδυάσουν πληροφορίες που αφορούν τους χρήστες και έτσι να τους ξεχωρίσουν από το πλήθος.

Υπάρχει, ωστόσο, ελάχιστη διεθνής συναίνεση σχετικά με την προστασία της ανωνυμίας, όπου ορισμένα κράτη τείνουν να περιορίζουν την ανωνυμία περισσότερο από άλλα.

Στην Ευρώπη, η προστασία της διαδικτυακής ανωνυμίας απορρέει από τα δικαιώματα στην ιδιωτική ζωή και την ελευθερία της έκφρασης. Η προστασία της ανωνυμίας, αν και πολύ σημαντική, δεν μπορεί να είναι απόλυτη και μπορεί να περιοριστεί για την προστασία άλλων συμφερόντων.

Η Νότια Κορέα το 2007 είχε εφαρμόσει νόμο που περιόριζε την διαδικτυακή ανωνυμία, απαιτώντας μια διαδικασία επαλήθευσης της ταυτότητας του χρήστη. Όμως, η ασφάλεια των δεδομένων παραβιάστηκε αρκετές φορές και οι προσωπικές πληροφορίες εκατομμυρίων χρηστών διέρρευσαν.

Ο νόμος στη συνέχεια καταργήθηκε, καθώς το δημόσιο συμφέρον δεν ήταν αρκετά σημαντικό για να δικαιολογήσει περιορισμούς στο δικαιώμα ελευθερίας της έκφρασης. Ο νόμος δεν πέτυχε να σταματήσει τα καταχρηστικά και προσβλητικά σχόλια στο Διαδίκτυο, ενώ αναγνωρίστηκε ότι ορισμένες παράπλευρες επιπτώσεις της διαδικτυακής ανωνυμίας είναι απλώς αναπόφευκτες.

Παρόμοιες πολιτικές για τον περιορισμό της ανωνυμίας στο Διαδίκτυο συζητούνται στην Ευρώπη.

Τον Απρίλιο του 2019, η αυστριακή κυβέρνηση πρότεινε ένα νομοσχέδιο με στόχο την καταπολέμηση της διαδικτυακής ρητορικής μίσους το οποίο θα απαιτούσε από τους χρήστες να παρέχουν την πραγματική τους ταυτότητα στις πλατφόρμες.

Σχετικά με το θέμα αυτό, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας (ECRI), η οποία είναι ένα σημαντικό όργανο παρακολούθησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τόνισε ότι «οποιοσδήποτε περιορισμός των ελευθεριών (των χρηστών) πρέπει να είναι ανάλογος προς τον νομίμως επιδιωκόμενο σκοπό και να είναι αναγκαίος σε μια δημοκρατική κοινωνία, όπως απαιτείται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου».

Η διαδικτυακή ανωνυμία, όμως, εκτός από την νομοθεσία ενός κράτους, μπορεί να περιοριστεί και από ιδιωτικούς φορείς.

Για παράδειγμα, το Google+ είχε εφαρμόσει πολιτική πραγματικού ονόματος, η οποία κατόπιν έντονων αντιδράσεων καταργήθηκε. Tο Twitter δίνει την δυνατότητα σε κάποιους χρήστες να επιβεβαιώσουν την ταυτότητα τους και να λάβουν το χαρακτηριστικό μπλε σήμα επαλήθευσης, χωρίς όμως να απαγορεύει την ανωνυμία.

Το Facebook, ωστόσο, απαγορεύει την διαδικτυακή ανωνυμία και υποστηρίζει ότι η πολιτική του που απαιτεί «αυθεντική ταυτότητα» κρατά τους χρήστες ασφαλείς. Ο Mark Zuckerberg έχει υποστηρίξει σθεναρά αυτή την άποψη και έχει δηλώσει ότι «το να έχεις δύο ταυτότητες είναι…έλλειψη ακεραιότητας».

Απαιτεί έγγραφα ταυτοποίησης για την επιβεβαίωση της ταυτότητας του χρήστη ή κλείνει λογαριασμούς για τη χρήση ψευδωνύμων.

Ακόμη και αν ο χρήστης μπορεί να χρησιμοποιήσει ονόμα πέραν αυτού που αναγράφεται στην ταυτότητα του (τουλάχιστον μέχρι να γίνει αναφορά από κάποιον άλλο χρήστη ή να ανιχνευθεί από το ίδιο το Facebook), η μη χρήση πραγματικών ονομάτων παραβιάζει τους Όρους Παροχής Υπηρεσιών.

Ταυτόχρονα, όμως, μια τέτοιου είδους πολιτική επιτρέπει στους παρόχους να προσωποποιήσουν ακόμη περισσότερο τις υπηρεσίες τους και έτσι να αυξήσουν τα κέρδη τους.

Οι «αντίπαλοι» της ανωνυμίας υποστηρίζουν ότι χωρίς αυτήν οι χρήστες θα είχαν περισσότερο αυτοέλεγχο και θα ήταν πιο πολιτισμένοι.

Ωστόσο, η ανωνυμία δεν είναι άμεσος παράγοντας κακής ή ανεύθυνης συμπεριφοράς. Μελέτες έχουν δείξει ότι οι πολιτικές πραγματικού ονόματος δεν επιτυγχάνουν τα επιθυμητά αποτελέσματα.

Αντίθετα, προκύπτει ότι οι χρήστες είναι εξίσου (ή και περισσότερο) επιθετικοί όταν χρησιμοποιούν τα ονόματά τους.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το Facebook, παρά την πολιτική του, ανέφερε το 2019 μια τεράστια ποσότητα καταχρηστικού περιεχομένου, το οποίο κυκλοφόρησε από χρήστες που συχνά ενεργούσαν με πλήρη ονόματα.

Τέλος, προκειμένου να διευκολυνθεί η επιβολή του νόμου, οι περιορισμοί δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται εκ των προτέρων και αδιακρίτως σε όλους τους χρήστες.

Μια τέτοια εκ των προτέρων αντιμετώπιση φαίνεται να μην είναι κατάλληλη για το διαδικτυακό περιβάλλον, αφού μπορεί να περιορίσει δυσανάλογα τα δικαιώματα των χρηστών στην ελευθερία έκφρασης και στην ιδιωτικότητα.

Επιπλέον, ο περιορισμός της ανωνυμίας μπορεί να δράσει υπέρ των μεγάλων πλατφόρμων, δίνοντάς τους, παρά την κακή τους φήμη, ακόμη περισσότερα δεδομένα.

Η επιβολή του νόμου είναι ευρέως εφικτή, με τη «μη ανιχνεύσιμη ανωνυμία» να ισχύει σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, ακόμα και με εργαλεία όπως το Tor ή VPN. Όταν χρησιμοποιούμε το Διαδίκτυο, αφήνουμε ψηφιακά αποτυπώματα με τα οποία μπορεί να γίνει η ταυτοποίηση μας (π.χ. από IP διευθύνσεις και παρακολούθηση διαδικτυακής κίνησης).

Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που η διαδικτυακή ανωνυμία θεωρείται περιορισμένη και χαρακτηρίζεται συχνά ως μια «ψευδαίσθηση».

Επιπλέον, η προστασία της ανωνυμίας δεν είναι απόλυτη.  Αποτελεί σχετικό δικαίωμα και μπορεί να περιοριστεί.

Επομένως, ο προληπτικός και αδιάκριτος περιορισμός της διαδικτυακής ανωνυμίας επηρεάζει όλους τους χρήστες χωρίς καμία εγγύηση για ουσιαστικά οφέλη.

Αντιθέτως, η εκ των προτέρων διαδικτυακή ανωνυμία (ή «anonymity by default») μπορεί να προωθήσει μεγαλύτερη ιδιωτικότητα και ελευθερία έκφρασης. Εξάλλου, κάθε προεπιλογή θα πρέπει να προσφέρει το υψηλότερο δυνατό επίπεδο προστασίας της ιδιωτικότητας.

Η συλλογή δεδομένων θα πρέπει να αποτελεί την εξαίρεση, όχι τον κανόνα. Ωστόσο, η επιβεβαίωση ταυτότητας θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί εκ των υστέρων για τη μη συμμορφούμενη συμπεριφορά των χρηστών ή και εθελοντικά από χρήστες που δεν επιθυμούν ανώνυμη επικοινωνία.

Η ανωνυμία στο Διαδίκτυο δεν είναι μόνο για εκείνους που έχουν κακές προθέσεις. Είναι σημαντική για όλους μας και αποτελεί θεμελιώδες κομμάτι της διαδικτυακής μας ταυτότητας. Ιδιωτικοί και δημόσιοι φορείς προσπαθούν να περιορίσουν την ανωνυμία και να μας «σκιαγραφήσουν» τόσο ως καταναλωτές όσο και ως πολίτες.

Ειδικά σε περιόδους πανδημίας και μεγάλης αβεβαιότητας, η διαδικτυακή ανωνυμία πρέπει να προστατεύεται, ώστε να μπορούμε να απολαμβάνουμε τα δικαιώματά μας χωρίς παραβιάσεις. Παρά την συνήθη παρανόηση, η ανωνυμία μπορεί να συμβάλει στην ασφάλειά μας και όχι το αντίστροφο.

 

*Η Ηλιάνα Παιχνιδιάρη είναι απόφοιτη Νομικής Αγγλίας και κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών (Innovation, Technology and the Law LLM) από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. Ασχολείται με την σχέση μεταξύ νόμου και τεχνολογίας και με την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην ψηφιακή εποχή. 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. Citron D K, Hate Crimes in Cyberspace (Harvard University Press 2014)
  2. Cross M, Social Media Security (Syngress–Elsevier 2014)
  3. Rotenburg M, Horwitz J and Scott J, Privacy in the Modern Age: The Search for Solutions (The New Press 2015)
  4. Woo, J, Na, H, Choi, J, ‘An Empirical Analysis of the Effect of the Real-Name System on Internet Bulletin Boards: How the Real-Name System and User Characteristics Influence the Use of Slanderous Comments and Swear words’ (2010) 48 Seoul National University 71