Σχόλια της Homo Digitalis επί του ΣχΝ για τα προσωπικά δεδομένα

Σήμερα στις 8.00 πμ ολοκληρώθηκε η Δημόσια Διαβούλευση για το Νέο Σχέδιο Νόμου για την Προστασία Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
Ευχαριστούμε πολύ τα μέλη της οργάνωσής μας που παρά το σύντομο διάστημα, μέσα στην εβδομάδα του δεκαπενταύγουστου αφιέρωσαν προσωπικό χρόνο και προσπάθεια, ανιδιοτελώς, για να εισφέρουν τα σχόλιά τους προς βελτίωση του Σχεδίου Νόμου για την Προστασία Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
Τα σχόλια επί του Σχεδίου Νόμου μπορείτε να τα βρείτε εδώ.


ΤΟ ΠΑΖΛ

Γράφει ο Διονύσης Γάκης*

Διανύουμε τις πρώτες εβδομάδες του Αυγούστου, ενός μήνα που είναι συνδεδεμένος με την ψυχική και σωματική ανάταση. Επομένως, αυτή τη φορά επιλέγουμε να φιλοξενήσουμε ένα διαφορετικό άρθρο, το οποίο έχει λογοτεχνικό περιεχόμενο, για να συντροφεύσει τους αναγνώστες μας σε αυτές τις στιγμές χαλάρωσης. Απολαύστε το.

«Η πίστη είναι κάτι δόλιο και υποκειμενικό». Ήταν η φράση που τον έκανε να συνέλθει από το μούδιασμα που είχε πιάσει να απλώνεται σε όλο του το πρόσωπο, με πηγή το δεξί του μάγουλο που είχε ξεκουράσει για μερικά λεπτά μέσα στην χούφτα του. Η φράση άνηκε σε έναν ποιμένα (;) κάποιου βραζιλιάνικου δόγματος νέο-χριστιανισμού.

Ήταν αδύνατο και άσκοπο να ανακαλέσει στη μνήμη του την αλληλουχία αναζητήσεων που τον οδήγησαν στην ενδιαφέρουσα αυτή συνέντευξη του Γιομάτας Νιγκέιρο, ιδρυτή του ποιμνίου και τοπικού παράγοντα, ευαισθητοποιημένου σχετικά με την ανάγκη πιστοποίησης-ευλογίας, από την εκκλησία του, του διάσημου τσαγιού της βραζιλιάνικης επαρχίας Πίντο Παρένσε, σε κάθε συσκευασία παρασκευής του προϊόντος.

Ανακίνησε τον καφέ του και έσπρωξε με το δεξί του χέρι  χαρτιά γεμάτα με πρόχειρες σημειώσεις, κίνηση που σήμαινε πως ήταν έτοιμος να πιάσει δουλειά. Ήταν διαυγής και συγκεντρωμένος. Άλλωστε για αυτό πληρωνόταν τόσο καλά σε σχέση με τους συνομηλίκους του. Δικηγόρος, μάλλον καλύτερα νομικός.

Πάντα είχε αυτοπεποίθηση, όχι τόσο σε σχέση με την γνώση που κατείχε, αλλά με την ικανότητά του να έχει άμεσα πρόσβαση σε αυτήν. Γρήγορος, μεθοδικός, αποτελεσματικός. Αυτοί οι χαρακτηρισμοί του έδωσαν αυτήν την θέση και αυτή η θέση του έδωσε αυτήν την υπόθεση. Αν κάποιος μπορούσε να χειριστεί τις βάσεις νομικών δεδομένων με τέτοια ακρίβεια που να μην αφήνει περιθώριο λάθους ήταν αυτός. Έπρεπε να απαντήσει γρήγορα. Μέχρι το τέλος του ωραρίου, μέχρι το τέλος της μέρας.

Δεν ήταν τόσο δύσκολο όσο φαινόταν στην αρχή. Έκανε ό,τι  έκανε πάντα, τίποτε διαφορετικό. Όπως λειτουργούσε εκμεταλλευόμενος κάθε δυνατή πληροφορία που ήδη είχε και καθεμία που μπορούσε να βρει εύκολα. Ένιωθε το κεφάλι του να βράζει και τα μάτια του στεγνά, ήταν πολλές οι ώρες που χτυπούσε με μανία τα πλήκτρα. Δεν είχε αυτό που ήθελε στη λευκή σελίδα, ούτε στους πίνακες. Δεν είχε αυτό που ήθελε. Έβαλε το μυαλό του σε εγρήγορση. Έσφιγγε τους μύες του κεφαλιού του λες και αυτό θα πίεζε το μυαλό του να δουλέψει πιο γρήγορα. Ζεστάθηκε από την προσπάθεια, από την πίεση και ίδρωσε.

Μετά από τόση ώρα συνειδητοποίησε ότι είχε γυρίσει στην αρχή, καμία πρόοδος. Οι κινήσεις του είχαν αρχίσει να γίνονται ακατανόητες. Ξεκινούσε να γράφει προτάσεις χωρίς να έχει στο νου πως θα τις τελειώσει, απλά με την ελπίδα πως γράφοντας θα του ερχόταν κάποια ιδέα, λες και κάποια λέξη θα αποκάλυπτε ποια θα της ταίριαζε να την ακολουθήσει επόμενη στο κείμενό του. Ήταν οργισμένος γιατί δεν είχε απάντηση. Χρησιμοποίησε όποια μέθοδο ήξερε, κάθε βάση δεδομένων και κάθε λογισμικό, κάθε συμβουλή και κάθε ένστικτο.

Είχε τόση ώρα να γράψει κάτι που η οθόνη έσβησε και πάνω της έβλεπε το είδωλό του. Το κοίταζε επίμονα για να δει αν στο πρόσωπό του κυριαρχούσε ο θυμός ή η απογοήτευση. Άρχισε να ζεσταίνεται πολύ και να νιώθει αγχωμένος, σα να τον πιάνει παραλήρημα. Έσφιξε τους καρπούς του στις λαβές της καρέκλας για να νιώσει τα χέρια του και να μην χάσει τις αισθήσεις του.

Τότε, σήκωσε το κεφάλι και το είδωλό του φαινόταν ανήμπορο και φοβισμένο, όμως δεν έμοιαζε πλέον με δικό του αντικατοπτρισμό, αλλά με κάτι αυτόνομο. Η οθόνη δεν ήταν μαύρη, τα χρώματα του περιβάλλοντος του γραφείου έδιναν στην εικόνα την γνώριμη όψη του. Τινάχτηκε ταραγμένος από την θέση του όμως το είδωλό του παρέμεινε στη θέση του. Γύρισε αργά το κεφάλι του φοβισμένος για να δει που βρίσκεται.

Βρισκόταν σε μια ολοσκότεινη αίθουσα με μια τραπεζαρία ακριβώς στο κέντρο της. Στην τραπεζαρία έπεφτε ένα πηχτό κίτρινο φώς, από τέσσερις μεγάλες λάμπες γραφείου που βρίσκονταν από μία σε κάθε ορίζοντα, πάνω σε σωρούς από χαρτιά ανακατεμένα, ενώ μερικά από αυτά πήγαιναν και έρχονταν στα χέρια κάποιων μορφών που φαίνονταν να κάθονται γύρω της. Παρατήρησε τις μορφές σμίγοντας τα φρύδια του και συγκεντρώνοντας το βλέμμα του. Όσο πιο πολύ τις παρατηρούσε τόσο πιο ευδιάκριτες γίνονταν.

Ήταν επτά μορφές καθισμένες σε καρέκλες σε μια οβάλ διάταξη γύρω από την τραπεζαρία. Κάποιες φορούσαν κοστούμι και κάποιες είχαν βγάλει το σακάκι και το είχαν περάσει στην πλάτη της καρέκλας τους δουλεύοντας με τα μανίκια σηκωμένα. Έγραφαν και σημείωναν κάτι ο ένας στο χαρτί του άλλου και καμιά φορά γελούσαν. Πλησίασε αρκετά μα εκείνες δεν μπορούσαν να τον προσέξουν. Έπειτα παίρνοντας θάρρος και αφού τις είχε παρατηρήσει αρκετά ώστε να είναι σίγουρος πως επρόκειτο για επτά σοβαρούς άνδρες – μάλλον επιχειρηματίες και συμβούλους, αν και ο ρόλος του καθενός δεν ήταν εύκολα αναγνώσιμος με βάση την στάση του σώματός τους – προσπάθησε επίμονα και μάταια για αρκετή ώρα να τους κάνει να τον δουν.

Τώρα είχε πάει ακριβώς από πάνω τους και κοίταζε τα χαρτιά τους. Δεν καταλάβαινε τίποτα. Έκανε να πιάσει ένα με το χέρι και το έφερε κάτω από την πιο κοντινή του λάμπα για να διαβάσει τι έλεγε. Ήταν μια αδιάκοπη σειρά από ψηφία 0 και 1. Το δυαδικό σύστημα. Δεν καταλάβαινε τίποτα. Έπαιρνε διαρκώς νέα χαρτιά μιας και δεν τον καταλάβαιναν και έφτασε να τους παίρνει ακόμα και αυτά που κρατούσαν στα χέρια τους.

Βρήκε μερικά στα κινέζικα, άλλα στα αραβικά, κάποια στα ισπανικά και στα αγγλικά. Από όσα μπορούσε να καταλάβει από το αγγλικό κείμενο το περιεχόμενο αφορούσε στο ερώτημα που έψαχνε όλη μέρα. Έψαχνε τα χαρτιά συνεχώς και έβρισκε όλο και πιο πολλά στοιχεία που τον έκαναν να αναθαρρήσει. Μετά από μερικά λεπτά βρήκε αυτό που ήθελε. Ήταν προφανές από την αρχή, ήταν εκεί μπροστά στα μάτια του, ένα γυαλιστερό φύλλο χαρτί στα δεξί χέρι του άνδρα με το σακάκι που καθόταν στην κεφαλή της τραπεζαρίας, του μόνου που δεν είχε κάποιον άλλον απέναντί του. Πήρε το χαρτί και άρχισε να το διαβάζει βιαστικά για να μάθει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα.

Δεν πρόλαβε όμως. Οι άντρες σηκώθηκαν απότομα, μάζεψαν όλα τα χαρτιά, μαζί κι αυτό που είχε στο χέρι, δύο από αυτούς άνοιξαν τις κουρτίνες και μπήκε φως παντού στο δωμάτιο, ενώ αυτοί έφυγαν βιαστικά. Γύρισε το βλέμμα του και η τραπεζαρία είχε εξαφανιστεί, το δωμάτιο ήταν πλέον φωτεινό και του έβγαζε μια ζεστασιά, το γνώριζε αυτό το δωμάτιο. Ήταν το παιδικό του δωμάτιο, τα παιχνίδια και οι ζωγραφιές στους τοίχους ήταν όλα εδώ όπως τα θυμόταν.

Για κάποιον ακατανόητο λόγο δεν του φάνηκε περίεργο που είδε τους γονείς του σκυφτούς στα γόνατά τους να συμπληρώνουν ένα παζλ. Ούτε ακόμη όταν είδε την τρίχρονη εκδοχή του εαυτού του σε ένα παιδικό πάρκο να θέλει να βγει από αυτό για να παίξει με το πάζλ. Το παιδί είχε στο πάρκο όσα παιχνίδια ήταν κατάλληλα για αυτό, για την ηλικία του. Δεν ήθελε να παίξει άλλο μ’ αυτά, τα είχε βαρεθεί, τα είχε χιλιοπαίξει και τα ήξερε απ’ έξω κι ανακατωτά. Ήθελε το πάζλ και έβαζε όλες του τις δυνάμεις να βρει τρόπο να βγει από εκεί. Έκανε ασυναίσθητα μερικά βήματα και στάθηκε πάνω από τους γονείς του. Όπως και πριν με τους κυρίους, έτσι και τώρα κανείς δεν αντιλαμβανόταν την παρουσία του.

Το πάζλ δεν ήθελε παρά μερικά κομμάτια στις γωνίες για να ολοκληρωθεί και η εικόνα που είχε σχηματιστεί τον έκανε να νιώσει ότι ήταν σίγουρος από πριν γι’ αυτό που θα έβλεπε. Ήταν ίδια με το κομμάτι χαρτί που του είχαν πάρει από το χέρι. Ήταν η απάντησή του. Ήταν η δουλειά του.

Άνοιξε τα μάτια του και κοίταξε το είδωλό του στην μαύρη οθόνη του υπολογιστή. Του φάνηκε πως τον είδε να κοιμάται.

*Ο Διονύσης Γάκης είναι δικηγόρος Αθηνών. Σπούδασε στην Κομοτηνή και είναι απόφοιτος του τμήματος Νομικής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Επίσης, είναι τελειόφοιτος του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών στο Δίκαιο Ανταγνωνισμού και Εταιριών του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Βρίσκει στη νομική επιστήμη τη βάση για την κατανόηση της κίνησης της οικονομίας. 


Διατήρηση Μεταδεδομένων Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών: Το ευρωπαϊκό φάντασμα που θέλει να πάρει ξανά σάρκα και οστά

Γράφει ο Λευτέρης Χελιουδάκης

Στις 22 Ιουλίου η EDRi, μαζί με άλλες 29 οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών από διάφορα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της Homo Digitalis, απηύθυνε ανοιχτή επιστολή προς την εκλεγμένη Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ursula von der Leyen, και τον Πρώτο Αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Frans Timmermans.

Με την επιστολή αυτή ζητάμε να διασφαλιστεί ότι η νομοθεσία περί διατήρησης μεταδεδομένων ηλεκτρονικών επικοινωνιών στα Κράτη Μέλη της ΕΕ θα ευθυγραμμιστεί επιτέλους με τη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) και τις διατάξεις του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.

Με τον όρο «μεταδεδομένα» ορίζονται τα δεδομένα κίνησης και θέσης και τα συναφή δεδομένα, τα οποία υποχρεούνται να διατηρούν οι πάροχοι ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή δημοσίου δικτύου επικοινωνιών. Αυτά περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του συνδρομητή ή του εγγεγραμμένου χρήστη, τον αριθμό τηλεφώνου του καλούντος και τον αριθμό του καλουμένου,  τη διεύθυνση IP για τις υπηρεσίες του διαδικτύου, τον τερματικό εξοπλισμού του συνδρομητή ή και χρήστη, την ημερομηνία και ώρα έναρξης/λήξης καθώς και τη διάρκεια της επικοινωνίας, τον όγκο των διαβιβασθέντων δεδομένων, πληροφορίες σχετικά με το πρωτόκολλο, τη μορφοποίηση και τη δρομολόγηση της επικοινωνίας, το δίκτυο από το οποίο προέρχεται ή στο οποίο καταλήγει η επικοινωνία, και τα δεδομένα που υποδεικνύουν τη γεωγραφική θέση του τερματικού εξοπλισμού του χρήστη μίας διαθέσιμης στο κοινό υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Τα δεδομένα αυτά παρέχουν τη δυνατότητα, μεταξύ άλλων, διαπίστωσης της ταυτότητας του προσώπου με το οποίο ο συνδρομητής ή ο εγγεγραμμένος χρήστης επικοινώνησε, του μέσου με το οποίο έγινε η επικοινωνία, καθώς και τη δυνατότητα προσδιορισμού του χρόνου της επικοινωνίας και της γεωγραφικής θέσης από την οποία έλαβε χώρα η επικοινωνία αυτή. Επιπλέον, τα δεδομένα αυτά παρέχουν τη δυνατότητα να διαπιστωθεί η συχνότητα των επικοινωνιών του συνδρομητή ή του εγγεγραμμένου χρήστη με συγκεκριμένα πρόσωπα σε δεδομένη χρονική περίοδο.

Με απλά λόγια τα μεταδεδομένα επιτρέπουν να διαπιστωθεί ποιος μίλησε με ποιον, μέσω ποιων συσκευών, πότε, για πόση διάρκεια, καθώς και πού κατά προσέγγιση βρίσκονταν αυτοί οι χρήστες κατά τη συνομιλία τους. Επομένως, τα μεταδεδομένα δεν αφορούν το περιεχόμενο της επικοινωνίας αλλά όλα τα άλλα συνοδευτικά στοιχεία αυτής.

Αιτία της επιστολής αυτής στάθηκε το έγγραφο που δημοσίευσε στις αρχές Ιουνίου το Συμβούλιο της ΕΕ. Σύμφωνα με αυτό, το Συμβούλιο συμπεραίνει πως η διατήρηση μεταδεδομένων ηλεκτρονικών επικοινωνιών αποτελεί ένα βασικό εργαλείο για την αποδοτική διερεύνηση εγκλημάτων, και καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να διεξάγει έρευνα σχετικά με πιθανές λύσεις για την διατήρηση δεδομένων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένης μίας μελλοντικής ενωσιακής νομοθετικής πρωτοβουλίας στον τομέα αυτό.

Με αφορμή την επιστολή αυτή, αξίζει να κάνουμε μια σύντομη αναδρομή σχετικά με την ευρωπαϊκή ιστορία της διατήρησης μεταδεδομένων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθώς και να αναλογιστούμε την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στην ΕΕ και στη χώρα μας.

Πίσω στο μακρινό 1997, η Ευρωπαϊκή Ένωση για πρώτη φορά επιχείρησε μέσω της Οδηγίας 97/66/EK περί επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων στις τηλεπικοινωνίες (γνωστή και ως Οδηγία ISDN) να ρυθμίσει το συγκεκριμένο τομέα. Η Οδηγία συμπλήρωνε τις διατάξεις της Οδηγίας 95/46/ΕΚ (της μαμάς του GDPR) και παρείχε για πρώτη φορά σημαντικές λεπτομέρειες αναφορικά με την απαλοιφή των δεδομένων κίνησης και χρέωσης των συνδρομητών.

Ωστόσο, οι τεχνολογικές εξελίξεις στον τομέα των τηλεπικοινωνιών και του διαδικτύου οδήγησαν και στην τροποποίηση της Οδηγίας 97/66/EK.

Συγκεκριμένα, το 2002 η Οδηγία 2002/58/ΕΚ (ευρέως γνωστή ως ePrivacy Directive) ήρθε για να προσφέρει ένα ευρύτερο πλαίσιο προστασίας αναφορικά με ζητήματα που αφορούσαν την ιδιωτικότητα και τα προσωπικά δεδομένα κατά τη χρήση των τηλεπικοινωνιών. Μάλιστα το τότε Άρθρο 15 αυτής (πριν η Οδηγία τροποποιηθεί το 2009) έθεσε τις βάσεις για εθνικά νοµοθετικά µέτρα που θα προέβλεπαν τη φύλαξη μεταδεδοµένων ηλεκτρονικών επικοινωνιών για ορισµένο χρονικό διάστηµα προκειμένου να επιτευχθούν σκοποί σχετικοί με τη διαφύλαξη της εθνικής ασφάλειας, της εθνικής άµυνας, της δηµόσιας ασφάλειας,  και την πρόληψη, διερεύνηση, διαπίστωση και δίωξη ποινικών αδικηµάτων.

Επιπλέον, όπως υπογραμμίζει και η οργάνωση της κοινωνίας των πολιτών «Statewatch», την περίοδο εκείνη υπήρξε άμεση επιρροή από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Συγκεκριμένα, τον Οκτώβριο του 2001, λίγο μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στις Η.Π.Α., ο τότε Πρόεδρος των Η.Π.Α. κ. George Bush Jr είχε αποστείλει επιστολή στον τότε Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Romano Prodi με την οποία του κοινοποιούσε μια λίστα με προτεινόμενες δράσεις, τις οποίες η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορούσε να υιοθετήσει προκειμένου να σταθεί αρωγός στις προσπάθειες των Η.Π.Α. για πάταξη της τρομοκρατίας.

Μία από αυτές τις προτεινόμενες δράσεις ήταν και η αναθεώρηση των τότε υφιστάμενων σχεδίων οδηγιών που προέβλεπαν την υποχρεωτική καταστροφή των μεταδεδομένων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, προκειμένου να επιτρέπεται η διατήρησή τους για ένα εύλογο χρονικό διάστημα.

Τον Ιούνιο του 2004, λίγο μετά τις τρομοκρατικές βομβιστικές επιθέσεις του Μαρτίου του ίδιου έτους στη Μαδρίτη, το Συμβούλιο της ΕΕ με το Σχέδιο Δράσης της ΕΕ για την πάταξη της τρομοκρατίας (ενότητα 3.1.10) τάχθηκε επίσημα, για πρώτη φορά, υπέρ της πρότασης της Γαλλίας, Ιρλανδίας, Σουηδίας, και του Ην. Βασιλείου για μία νομοθετική πρωτοβουλία στον τομέα της διατήρησης μεταδεδομένων ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Ως καταληκτική ημερομηνία για την υιοθέτηση του εν λόγω νομικού πλαισίου τέθηκε  ο Ιούνιος του 2005.

Δυστυχώς, μία νέα τρομοκρατική βομβιστική επίθεση στο Λονδίνο έλαβε χώρα τον Ιούλιο του 2005. Το Συμβούλιο της ΕΕ με δελτίο τύπου του εκείνες τις ημέρες τόνισε τη σημασία της υιοθέτησης του νομικού πλαισίου για τη διατήρηση μεταδεδομένων ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε επίπεδο ΕΕ. Δύο μήνες μετά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέθεσε την πρόταση νομοθεσίας για μία ευρωπαϊκή οδηγία – αυτή τη φορά – στον τομέα της διατήρησης μεταδεδομένων ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Τελικά, το Μάρτιο του 2006, υιοθετήθηκε η Οδηγία 2006/24/ΕΚ για την διατήρηση μεταδεδομένων ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Πολλά έχουν γραφτεί για εκείνη την περίοδο αναφορικά με την έλλειψη ενδελεχούς έρευνας από την πλευρά της ΕΕ σχετικά με την προστιθέμενη αξία της εν λόγω νομοθεσίας στον αγώνα για τη πάταξη της τρομοκρατίας και της εγκληματικότητας, καθώς και τις πιέσεις που έλαβαν χώρα σε ενωσιακό επίπεδο από εθνικούς φορείς. Πολλοί έφτασαν να χαρακτηρίσουν το συγκεκριμένο νομικό πλαίσιο ως ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα «ξεπλύματος πολιτικής» (policy laundering = νομοθετικές πρωτοβουλίες, οι οποίες επειδή αδυνατούν να υιοθετηθούν αρχικά σε εθνικό επίπεδο, προωθούνται και υιοθετούνται τελικά σε δεύτερο χρόνο μέσω της νομοθετικής διαδικασίας της ΕΕ).

Στο παρόν άρθρο δεν θα εστιάσουμε σε αυτά τα ζητήματα, ωστόσο για όσους ενδιαφέρονται η Statewatch έχει δημοσιεύσει μία έρευνα με το πλήρες ιστορικό της περιόδου, η οποία περιέχει πληθώρα σχετικών πηγών.

Οι διατάξεις της Οδηγίας 2006/24/ΕΚ έθεταν σοβαρά ζητήματα αναφορικά με τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των κατοίκων της ΕΕ.

Συγκεκριμένα, η διατήρηση των μεταδεδομένων των ηλεκτρονικών επικοινωνιών ήταν υποχρεωτική για κάθε κάτοικο της ΕΕ, χωρίς η συμπεριφορά του να συνδέεται, έστω και με τρόπο έμμεσο ή απομακρυσμένο, με κάποια σοβαρή παράβαση. Δεν υπήρχε δε καμία εξαίρεση ακόμη και σε πρόσωπα των οποίων οι επικοινωνίες καλύπτονταν, βάσει εθνικών κανόνων δικαίου, από το επαγγελματικό απόρρητο. Επιπλέον, η διάρκεια της διατήρησης κυμαινόταν μεταξύ 6 μηνών τουλάχιστον και 24 μηνών, κατά μέγιστο όριο, χωρίς να διευκρινίζεται ότι ο καθορισμός της διάρκειας διατήρησης πρέπει να στηρίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια προκειμένου να διασφαλίζεται ότι η διατήρηση περιορίζεται στον απολύτως αναγκαίο βαθμό.

Ακόμη, οι διατάξεις της Οδηγίας δεν προέβλεπαν κανένα αντικειμενικό κριτήριο για τον καθορισμό του αριθμού των προσώπων στα οποία επιτρέπεται η πρόσβαση και η εν συνεχεία χρήση των διατηρούμενων μεταδεδομένων. Το κυριότερο είναι ότι η πρόσβαση στα διατηρούμενα δεδομένα από τις αρμόδιες εθνικές αρχές δεν εξαρτιόταν από προηγούμενο έλεγχο πραγματοποιούμενο είτε από δικαστήριο είτε από ανεξάρτητη διοικητική αρχή και κατόπιν απόφασης που θα  περιόριζε την πρόσβαση στα μεταδεδομένα και την χρήση τους στον απολύτως αναγκαίο βαθμό, προκειμένου να επιτευχθεί ο επιδιωκόμενος σκοπός στο πλαίσιο των διαδικασιών για την πρόληψη, τη διαπίστωση ή την ποινική δίωξη σοβαρών εγκλημάτων. Ούτε βέβαια προβλεπόταν ότι τα κράτη μέλη είχαν τη συγκεκριμένη υποχρέωση να προβαίνουν σε τέτοιου είδους οριοθετήσεις.

Πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η διατήρηση των μεταδεδομένων των ηλεκτρονικών επικοινωνιών παρείχε τη δυνατότητα εξαγωγής ιδιαιτέρως ακριβών συμπερασμάτων σε σχέση με την ιδιωτική ζωή των προσώπων των οποίων τα δεδομένα είχαν διατηρηθεί, όπως είναι οι καθημερινές συνήθειες, οι μόνιμοι ή οι προσωρινοί τόποι διαμονής, οι καθημερινές και άλλες μετακινήσεις, οι ασκούμενες δραστηριότητες, οι κοινωνικές σχέσεις των προσώπων αυτών και τα κοινωνικά περιβάλλοντα στα οποία τα πρόσωπα αυτά συχνάζουν.

Έχοντας υπόψη τα ανωτέρω, η ιρλανδική οργάνωση της κοινωνίας των πολιτών Digital Rights Ireland, η οποία υπογράφει και την επιστολή στην αρχή του παρόντος άρθρου, αποφάσισε να αμφισβητήσει την συμβατότητα της Οδηγίας με τις διατάξεις του Χάρτη και κίνησε διαδικασίες σε εθνικό επίπεδο. Αποτέλεσμα αυτών ήταν τον Ιούνιο του 2012 το Ανώτατο Δικαστήριο της Ιρλανδίας να αποστείλει αίτηση για την έκδοση προδικαστικής απόφασης από το ΔΕΕ για μία σειρά προδικαστικών ερωτημάτων. Η αίτηση αυτή ενώθηκε αργότερα με αντίστοιχη αίτηση που απέστειλε τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου στο ΔΕΕ το Συνταγματικό Δικαστήριο της Αυστρίας (υπόθεση Kärntner Landesregierung κ.λπ., αργότερα Seitlinger κ.πλ.).

Μετά από την συζήτηση των υποθέσεων τον Ιούλιο του 2013, η απόφαση για τις δύο αυτές συνεκδικαζόμενες αποφάσεις ήρθε τον Απρίλιο του 2014. Σε αυτή την απόφαση το ΔΕΕ αποφάνθηκε ότι η Οδηγία 2006/24/ΕΚ είναι ανίσχυρη, καθώς ο νομοθέτης της Ένωσης υπερέβη τα όρια που επιβάλλει η τήρηση της αρχής της αναλογικότητας υπό το πρίσμα των Άρθρων 7, 8 και 52, παράγραφος 1, του Χάρτη.

Σύμφωνα με το ΔΕΕ, οι διατάξεις της Οδηγίας θέσπιζαν ένα γενικό καθεστώς διατήρησης των δεδομένων σχετικά με επικοινωνίες το οποίο προσέβαλε τα δικαιώματα που κατοχυρώνονται στα Άρθρα 7 και 8 του Χάρτη της ΕΕ (προστασία ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, προστασία προσωπικών δεδομένων). Η Οδηγία συνεπαγόταν μια τεράστιας έκτασης και ιδιαιτέρως μεγάλης βαρύτητας επέμβαση σε αυτά τα θεμελιώδη δικαιώματα χωρίς η επέμβαση αυτή να οριοθετείται επακριβώς μέσω διατάξεων δυνάμενων να διασφαλίσουν ότι πράγματι περιορίζεται στον απολύτως αναγκαίο βαθμό. 

Τέλος, οι διατάξεις της δεν επέβαλαν τη διατήρηση των εν λόγω δεδομένων εντός των εδαφικών ορίων της Ένωσης και, ως εκ τούτου, δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι διασφάλιζαν πλήρως τον έλεγχο από ανεξάρτητη αρχή, ο οποίος ρητώς απαιτείται από το Άρθρο 8 του Χάρτη, και ο οποίος συνιστά ουσιώδες στοιχείο του σεβασμού της προστασίας των προσώπων κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Μετά τη κήρυξη της Οδηγίας 2006/24/ΕΚ ως ανίσχυρης από το ΔΕΕ, τα Κράτη Μέλη της ΕΕ εξακολουθούσαν να έχουν σε ισχύ τις εθνικές τους νομοθεσίες με τις οποίες είχαν μεταφέρει τις διατάξεις της Οδηγίας στην εθνική τους έννομη τάξη.

Έτσι π.χ. στην Ελλάδα ο Ν. 3917/2011 εξακολούθησε να βρίσκεται σε ισχύ. Με απόφαση του τότε Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, είχε συσταθεί Ειδική Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή τον Ιούλιο του 2014 με αντικείμενο την κατάργηση/τροποποίηση της εν λόγω νομοθεσίας και την πρόταση περαιτέρω νομοθετικών ρυθμίσεων με την υποβολή σχεδίου νόμου, αιτιολογικής έκθεσης και έκθεσης αξιολόγησης συνεπειών των  ρυθμίσεων.

Με μία σειρά νεότερων αποφάσεων των εκάστοτε Υπουργών Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η ημερομηνία περάτωσης των εργασιών της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής παρατάθηκε έως και τον Σεπτέμβριο του 2018, δηλαδή περισσότερο από 4 χρόνια μετά τη σύσταση της επιτροπής!

Κατόπιν επιστολής μας προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας, και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, λάβαμε άμεσα επίσημη απάντηση ότι η εν λόγω Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή έχει πλέον αναστείλει τις εργασίες της και δεν έχει ολοκληρώσει έως σήμερα (περισσότερο από 5 έτη μετά τη σύστασή της) το έργο της, ήτοι την υποβολή στον Υπουργό σχεδίου νόμου, αιτιολογικής έκθεσης, και αίτησης αξιολόγησης συνεπειών ρυθμίσεων!

Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί, ότι πριν τρία χρόνια, τον Αύγουστο του 2016, το Πρωτοδικείο Ρεθύμνου είχε υποβάλει αίτηση για έκδοση προδικαστικής αποφάσεως στο ΔΕΕ σχετικά με μία σειρά από προδικαστικά ερωτήματα που αφορούσαν το γεγονός ότι η εθνική μας νομοθεσία που ενσωμάτωσε την οδηγία 2006/24/ΕΚ εξακολουθούσε να ισχύει και να εφαρμόζεται από τα εγχώρια δικαστήρια. Ωστόσο, η υπόθεση εντέλει διαγράφηκε από το πρωτόκολλο του ΔΕΕ. Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από το σχετικό έγγραφο του ΔΕΕ, μετά την απόφαση που εξέδωσε το Δικαστήριο επί των συνεκδικασθεισών υποθέσεων C‑203/15 και C‑698/15, Tele2 Sverige και Watson κ.λπ., το Πρωτοδικείο Ρεθύμνου δεν διευκρίνισε μέχρι την ταχθείσα προθεσμία εάν, λαμβανομένης υπόψη της απόφασης αυτής, επιθυμούσε να εμμείνει στην αίτηση προδικαστικής αποφάσεως του. Επομένως, το ΔΕΕ συνήγε το συμπέρασμα ότι το Πρωτοδικείο Ρεθύμνου δεν επιθυμεί να εμμείνει στην αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, μετά την απόφαση επί των ως άνω συνεκδικασθείσων υποθέσεων.

Η υπόθεση Tele2 Sverige και Watson κ.λπ αφορά τις εθνικές  νομοθεσίες της Σουηδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου σχετικά με τη διατήρηση μεταδεδομένων ηλεκτρονικών επικοινωνιών μετά τη κήρυξη της Οδηγίας 2006/24/ΕΚ ως ανίσχυρης, και ερμηνεύει το Άρθρο 15 της Οδηγίας 2002/58 (ePrivacy Diriective), όπως αυτή τροποποιήθηκε το 2009.

Το Δεκέμβριο του 2016, με την απόφαση του σε αυτή την υπόθεση, το ΔΕΕ ερμήνευσε το Άρθρο 15, υπό το πρίσμα των άρθρων 7, 8 και 11 καθώς και του άρθρου 52, παράγραφος 1, του Χάρτη. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αντιβαίνει προς το Άρθρο 15 εθνική ρύθμιση η οποία, προς τον σκοπό καταπολέμησης του εγκλήματος, προβλέπει γενική και χωρίς διάκριση διατήρηση του συνόλου των δεδομένων κινήσεως και των δεδομένων θέσης όλων των συνδρομητών και των εγγεγραμμένων χρηστών όλων των μέσων ηλεκτρονικής επικοινωνίας .

Ωστόσο, το Άρθρο 15 δεν αντιτίθεται στη θέσπιση από κράτος μέλος ρυθμίσεως η οποία επιτρέπει, προληπτικώς, τη στοχευμένη διατήρηση των δεδομένων κινήσεως και των δεδομένων θέσης, προς τον σκοπό καταπολέμησης του σοβαρού εγκλήματος, υπό την προϋπόθεση ότι η διατήρηση των δεδομένων περιορίζεται σε ό,τι είναι απολύτως αναγκαίο όσον αφορά τις κατηγορίες διατηρούμενων δεδομένων, τα πρόσωπα των οποίων τα δεδομένα διατηρούνται καθώς και το διάστημα για το οποίο γίνεται δεκτό ότι πραγματοποιείται η διατήρηση.

Επίσης, όπως το ΔΕΕ υπογραμμίζει, η υποχρέωση που επιβάλλεται στους παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να διατηρούν τα δεδομένα κινήσεως, προκειμένου οι αρμόδιες εθνικές αρχές να έχουν πρόσβαση σε αυτά, εφόσον παρίσταται ανάγκη, εγείρει ζητήματα που συνδέονται με τον σεβασμό όχι μόνον των άρθρων 7 και 8 του Χάρτη, αλλά και με τον σεβασμό της ελευθερίας της έκφρασης που κατοχυρώνεται στο άρθρο 11 του Χάρτη.

Ακόμα και αν η ρύθμιση αυτή δεν επιτρέπει τη διατήρηση του περιεχομένου της επικοινωνίας και, επομένως, δεν μπορεί να θίξει το βασικό περιεχόμενο των εν λόγω δικαιωμάτων, η διατήρηση των δεδομένων κινήσεως και των δεδομένων θέσεως θα μπορούσε εντούτοις να επηρεάσει τη χρήση των μέσων ηλεκτρονικής επικοινωνίας και, ως εκ τούτου, την άσκηση από τους χρήστες των εν λόγω μέσων της ελευθερίας έκφρασής τους.

Τέλος, το ΔΕΕ τόνισε ότι αντιβαίνει προς το Άρθρο 15 εθνική ρύθμιση η οποία καθορίζει τα σχετικά με την προστασία και την ασφάλεια των δεδομένων κινήσεως και των δεδομένων θέσης και, ιδίως, την πρόσβαση των αρμόδιων εθνικών αρχών στα διατηρούμενα δεδομένα, χωρίς να περιορίζει την εν λόγω πρόσβαση μόνο στις περιπτώσεις που συνδέονται με την καταπολέμηση του σοβαρού εγκλήματος, χωρίς να προβλέπει ότι η εν λόγω πρόσβαση υπόκειται στον προηγούμενο έλεγχο δικαστηρίου ή ανεξάρτητης διοικητικής αρχής και χωρίς να επιβάλλει τη διατήρηση των εν λόγω δεδομένων εντός των εδαφικών ορίων της Ένωσης.

Βέβαια, σημαντικό αναφορικά με τη διατήρηση μεταδεδομένων ηλεκτρονικών επικοινωνιών είναι και το σκεπτικό των αποφάσεων του ΔΕΕ σε άλλες υποθέσεις, όπως η υπόθεση C‑362/14 (Schrems) και η υπόθεση C-207/16 (Ministerio Fiscal), καθώς και το σκεπτικό του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) σε υποθέσεις όπως η Centrum för rättvisa κατά Σουηδίας και Βig Βrother Watch κ.λπ. κατά Ην. Βασιλείου, οι οποίες βέβαια πλέον έχουν παραπεμφθεί στο τμήμα μείζονος συνθέσεως του Δικαστηρίου. Φυσικά, παρελθοντικές αποφάσεις τόσο του ΔΕΕ όσο και του ΕΔΔΑ εξακολουθούν να έχουν βαρύνουσα σημασία για τα ζητήματα που ανακύπτουν.

Σε επίπεδο Ελληνικών Ανωτάτων Δικαστηρίων, ιδιαίτερα σημαντικές αποφάσεις αναφορικά με το απόρρητο των ηλεκτρονικών επικοινωνιών αποτελούν η με αριθμό 1593/2016 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (Τμ. Δ΄- Επταμελές) και η με αριθμό 1/2017 απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου.

Σχετικά με τη διάσταση που υπάρχει στη νομολογία αυτών των Ανωτάτων Δικαστηρίων, αξίζει να παρακολουθήσει κανείς την εξαιρετική τοποθέτηση του Πάρεδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, κ. Νικολάου Κ. Μαρκόπουλου, στη Βουλή των Ελλήνων στο πλαίσιο της Ημερίδας που διοργάνωσε η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) το Μάη του 2018 (30:00 επόμενα). Βέβαια, προτείνουμε την παρακολούθηση και των υπολοίπων τοποθετήσεων της ημερίδας που έχουν αναρτηθεί από το κανάλι της Βουλής.

Όργανα και Οργανισμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμμετέχουν τα τελευταία χρόνια σε συζητήσεις και συναντήσεις αναφορικά με την ισχύουσα νομοθεσία για την διατήρηση μεταδεδομένων ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε επίπεδο κρατών μελών. Για παράδειγμα, η Επιτροπή, η Europol, και η Eurojust συμμετέχουν σε συναντήσεις που οργανώνει η Ομάδα Εργασίας του Συμβουλίου της ΕΕ για τη διατήρηση δεδομένων ηλεκτρονικών επικοινωνιών (Working Party on Telecommunications and Information Society / DAPIX (Friends of Presidency – Data Retention)). Με τη σειρά του το Συμβούλιο της ΕΕ δημοσίευσε στις αρχές Ιουνίου τα συμπεράσματά του επί του θέματος, καλώντας την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε μία σειρά από δράσεις.

Με τη σειρά μας, με τη  κοινή ανοιχτή επιστολή που απευθύναμε προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητάμε:

-Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να διεξάγει ενδελεχή έρευνα αναφορικά με την ισχύουσα νομοθεσία στον τομέα αυτό, συμπεριλαμβανομένης μίας συστηματικής αξιολόγησης του αντικτύπου στα δικαιώματα του ανθρώπου και μιας συγκριτικής ανάλυσης των περιπτώσεων κατά των οποίων η χρήση των εν λόγω διατάξεων έχει οδηγήσει στην διαλεύκανση σοβαρών εγκλημάτων,

-Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Συμβούλιο της ΕΕ να διασφαλίσουν ότι οι συζητήσεις για μία νέα ευρωπαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία στον τομέα αυτό δεν θα επηρεάσουν τη γρήγορη υιοθέτηση της προτεινόμενης νομοθεσίας για την προστασία της ιδιωτικότητας στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες (ePrivacy Regulation),

-H Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αναθέσει στον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (FRA) την εκπόνηση λεπτομερούς μελέτης για την σχετική νομοθεσία των κρατών μελών και την συμβατότητα αυτής με τη νομολογία του ΔΕΕ και τις διατάξεις του Χάρτη, και

-Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να λάβει µέτρα κατά των κρατών µελών στα οποία ισχύει νομοθεσία που έρχεται σε αντίθεση με τη νομολογία του ΔΕΕ και τις διατάξεις του Χάρτη, µε την κίνηση διαδικασιών επί παραβάσει.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση βασίζεται στις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών, ενώ τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό την προσήλωση σε αυτές τις αρχές. Επομένως, η νομοθεσία στον τομέα της διατήρησης των δεδομένων ηλεκτρονικών επικοινωνιών θα πρέπει να βρίσκεται σε πλήρη εναρμόνιση με αυτές, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που έχει ορίσει μέσα από τη νομολογία του το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.


Η Ελλάδα παραπέμπεται στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Σήμερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να παραπέμψει την Ελλάδα και την Ισπανία στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για μη ενσωμάτωση της Οδηγίας 2016/680 σχετικά με την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων από τις αρχές επιβολής του νόμου στην ελληνική έννομη τάξη.

Η προθεσμία ενσωμάτωσης είχε λήξει από τις 6 Μαϊου 2018, ενώ η Οδηγία έχει ψηφιστεί από τον Απρίλιο του 2016. Συνεπώς, η χώρα μας είχε 2 χρόνια στη διάθεσή της προκειμένου να ενσωματώσει την Οδηγία στο εσωτερικό της δίκαιο.

Στην περίπτωση της Ελλάδας, η Επιτροπή καλεί το Δικαστήριο της ΕΕ να επιβάλει οικονομικές κυρώσεις με τη μορφή κατ’ αποκοπή ποσού ύψους 5.287,50 ευρώ ημερησίως μεταξύ, αφενός, της επόμενης ημέρας μετά τη λήξη της προθεσμίας για τη μεταφορά της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο, όπως αυτή ορίζεται στην οδηγία, και, αφετέρου, είτε της συμμόρφωσης της Ελλάδας είτε της ημερομηνίας δημοσίευσης της απόφασης, δυνάμει του άρθρου 260 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ, με κατώτατο κατ’ αποκοπή ποσό ύψους 1.310.000 ευρώ και ημερήσια χρηματική ποινή 22.169,70 ευρώ από την ημέρα της πρώτης απόφασης μέχρι την πλήρη συμμόρφωση ή μέχρι την έκδοση δεύτερης δικαστικής απόφασης.

Συνεπώς, το επαπειλούμενο πρόστιμο προσεγγίζει τα 3,5 εκατομμύρια ευρώ.

Η προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι θεμελιώδες δικαίωμα κατοχυρωμένο στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οι διατάξεις της Οδηγίας 2016/680 είναι υψίστης σημασίας για την προάσπιση της Δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου, καθώς προβλέπουν ένα υψηλό επίπεδο προστασίας για την προστασία των προσωπικών δεδομένων των υποκειμένων κατά την επεξεργασία τους από την αστυνομία ή από άλλες εθνικές αρχές επιβολής του νόμου.

Η εν λόγω Οδηγία αντικαθιστά ένα πολύ φτωχό νομικό πλαίσιο, την Απόφαση Πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ, η οποία δυστυχώς είχε ένα πολύ περιορισμένο πεδίο εφαρμογής (διασυνοριακή ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των αρχών επιβολής του νόμου των κρατών μελών) και δεν κρατούσε τις αναγκαίες ισορροπίες μεταξύ των αναγκών των αρχών επιβολής του νόμου στο πλαίσιο των ερευνών τους και των δικαιωμάτων των προσώπων που βρίσκονταν στο επίκεντρο των τελευταίων.

Ως αποτέλεσμα οι νομικές αρχές που πλαισίωναν την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων δεν ήταν σεβαστές και τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων ήταν αισθητά αποδυναμωμένα.

Για αυτό το λόγο, η Homo Digitalis είχε υποβάλλει καταγγελία στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή από τις 30 Μαϊου 2019, με σκοπό την ενίσχυση της προστασίας των δικαιωμάτων των κατοίκων της χώρας μας.

Σημειώνεται ότι η Ελλάδα εκτός από την καθυστέρηση ενσωμάτωσης της Οδηγίας 2016/680, δεν έχει ακόμη ψηφίσει εφαρμοστικό νόμο για τον Κανονισμό 2016/679 (GDPR).

Παρά το γεγονός ότι ο GDPR είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα Κράτη Μέλη της ΕΕ και ισχύει άμεσα σε καθένα από αυτά από τις 25 Μαϊου 2018, ο Ευρωπαίος Νομοθέτης έχει αφήσει στη διακριτική ευχέρεια του Έλληνα νομοθέτη σημαντικά ζητήματα.

Τα εν λόγω ζητήματα αφορούν π.χ. το κατώτερο όριο ηλικίας για τη συγκατάθεση παιδιού σε σχέση με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών (Άρθρο 8), πρόβλεψη περαιτέρω όρων και περιορισμών αναφορικά με την επεξεργασία γενετικών δεδομένων, βιομετρικών δεδομένων ή δεδομένων που αφορούν την υγεία (Άρθρο 9), το δικαίωμα ΜΚΟ ανεξάρτητα από τυχόν ανάθεση του υποκειμένου των δεδομένων, να υποβάλουν καταγγελία και να ασκούν τα δικαιώματα που αναφέρονται στα άρθρα 78 και 79 του GDPR (Άρθρο 80), κυρώσεις για παραβάσεις που δεν αποτελούν αντικείμενο διοικητικών προστίμων (Άρθρο 84), την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων εργαζομένων στο πλαίσιο της απασχόλησής τους (Άρθρο 88), και υποχρεώσεις για τη τήρηση του απορρήτου (Άρθρο 90).

Επομένως, η Ελλάδα χωρίς να διαθέτει μέχρι σήμερα – 14 μήνες μετά τη θέση σε εφαρμογή των διατάξεων του GDPR – εφαρμοστικό νόμο, δημιουργεί ανασφάλεια στα υποκείμενα των δεδομένων και στις Ελληνίδες και Έλληνες όσον αφορά την προστασία των δικαιωμάτων τους, και σύγχυση σχετικά με τα ειδικά ζητήματα που αναφέρθηκαν ως άνω, και επιζητούν άμεση ρύθμιση.

Ευελπιστούμε ότι ο Έλληνας νομοθέτης θα δείξει αυξημένα αντανακλαστικά και θα ανταποκριθεί άμεσα στις υποχρεώσεις του με σκοπό την ενισχυμένη προστασία των προσωπικών δεδομένων των κατοίκων της χώρας μας.


30 οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών ζητούν την ορθή εκτίμηση της νομοθεσίας διατήρησης δεδομένων

Στις 22 Ιουλίου η EDRi, μαζί με άλλες 29 οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών , συμπεριλαμβανομένης της Homo Digitalis, απηύθυνε ανοιχτή επιστολή προς την εκλεγμένη Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ursula von der Leyen, και τον Πρώτο Αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Frans Timmermans.

Με την επιστολή αυτή ζητούμε να διασφαλιστεί πως η νομοθεσία περί διατήρησης μεταδεδομένων ηλεκτρονικών επικοινωνιών στα Κράτη Μέλη της ΕΕ θα ευθυγραμμιστεί επιτέλους με τη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) και τις διατάξεις του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.

Συγκεκριμένα επιθυμούμε:

-Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να καταρτίσει ενδελεχή έρευνα αναφορικά με την ισχύουσα νομοθεσία στον τομέα αυτό, συμπεριλαμβανομένης μίας συστηματικής αξιολόγησης του αντικτύπου στα δικαιώματα του ανθρώπου και μιας συγκριτικής ανάλυσης των περιπτώσεων κατά των οποίων η χρήση των εν λόγω διατάξεων έχει οδηγήσει στην διαλεύκανση σοβαρών εγκλημάτων,

-Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Συμβούλιο της ΕΕ να διασφαλίσουν ότι οι συζητήσεις για μία νέα ευρωπαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία στον τομέα αυτό δεν θα επηρεάσουν τη γρήγορη υιοθέτηση της προτεινόμενης νομοθεσίας για την προστασία της ιδιωτικότητας στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες (ePrivacy Regulation),

-H Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αναθέσει στον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (FRA) την εκπόνηση λεπτομερούς μελέτης για την σχετική νομοθεσία των κρατών μελών και την συμβατότητα αυτής με τη νομολογία του ΔΕΕ και τις διατάξεις του Χάρτη, και

-Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να λάβει µέτρα κατά των κρατών µελών στα οποία ισχύει νομοθεσία που έρχεται σε αντίθεση με τη νομολογία του ΔΕΕ και τις διατάξεις του Χάρτη, µε την κίνηση διαδικασιών επί παραβάσει.

Μπορείτε να δείτε το πλήρες κείμενο της επιστολής εδώ.


Τεχνολογίες Προστασίας της Ιδιωτικότητας στο Διαδίκτυο: Μύθοι και Πραγματικότητα

Γράφει ο Γιάννης Κωνσταντινίδης*

Αυτό το άρθρο εξετάζει επιφανειακά τρεις βασικές τεχνολογίες που χρησιμοποιούνται για την πρόσβαση σε υπηρεσίες του Διαδικτύου και αναδεικνύει τους μηχανισμούς που επιτρέπουν την περαιτέρω ενίσχυση της ιδιωτικότητας των χρηστών. Παράλληλα, αποσαφηνίζει μερικές λανθασμένες αντιλήψεις σχετικά με τη φύση και τη λειτουργία αυτών των τεχνολογιών και προτείνει τρόπους προφύλαξης από συνηθισμένες κακόβουλες ενέργειες.

HTTPS

Τα HTTP και HTTPS πρόκειται για δύο πρωτόκολλα που χρησιμοποιούνται στη δικτυακή επικοινωνία στο επίπεδο των εφαρμογών και είναι ιδιαίτερα γνωστά για την πρόσβαση σε υπηρεσίες του ιστού, κοινώς για την περιήγηση σε ιστοσελίδες, μέσα από κάποιον φυλλομετρητή ιστού (web browser).

Το HTTPS, σε αντίθεση με το HTTP, διαθέτει πρόσθετα χαρακτηριστικά ασφάλειας και αξιοποιεί το κρυπτογραφικό πρωτόκολλο TLS για την προστασία της εμπιστευτικότητας (confidentiality) και της ακεραιότητας (integrity) των δεδομένων που μεταδίδονται. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό στην περίπτωση που αποστέλλονται «ευαίσθητες» πληροφορίες, όπως π.χ. κωδικοί πρόσβασης σε ιστοσελίδες.

Απεναντίας, στο πρωτόκολλο HTTP τα δεδομένα διαβιβάζονται σε μορφή απλού κειμένου (plain text) και επομένως είναι πάρα πολύ εύκολη η υποκλοπή ή/και η τροποποίηση τους από τρίτους.

Στο Διαδίκτυο, αρκετές φορές, γίνεται αναφορά αποκλειστικά στο πρωτόκολλο SSL. Ωστόσο, τo πρωτόκολλο SSL πλέον δε χρησιμοποιείται στην πράξη και έχει αντικατασταθεί από το TLS. Ένας από τους λόγους που εξακολουθεί να επικρατεί το ακρωνύμιο SSL είναι ενδεχομένως η εξαιρετικά δημοφιλής βιβλιοθήκη OpenSSL που υλοποιεί τα προαναφερόμενα πρωτόκολλα. Παρομοίως, πολύ συχνά υπάρχει αναφορά ως SSL/TLS σε υλοποιήσεις του πρωτοκόλλου TLS.

Δυστυχώς, το TLS δεν προσφέρει προστασία από επιθέσεις ανάλυσης της δικτυακής κίνησης (traffic analysis attacks). Ναι μεν τα δεδομένα μεταφέρονται κρυπτογραφημένα και παρέχεται έλεγχος της ακεραιότητας τους, αλλά κάποιος κακόβουλος χρήστης μπορεί να παρακολουθήσει τα δικτυακά πακέτα που μεταφέρονται και να αντλήσει βασικές πληροφορίες όπως για παράδειγμα τους ιστότοπους που επισκέπτεται το «θύμα» του.

Πιστοποιητικά

Το παρόν άρθρο δεν σκοπεύει να μελετήσει αναλυτικά τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα ψηφιακά πιστοποιητικά, ούτε και να εξηγήσει την εκκίνηση της διαδικασίας ασφαλούς σύνδεσης–που ονομάζεται χειραψία (handshake)–μεταξύ του χρήστη και της Διαδικτυακής υπηρεσίας.

Κάθε Διαδικτυακή υπηρεσία που επιθυμεί να υποστηρίξει ασφαλείς συνδέσεις, μέσω HTTPS και TLS, καλείται να εφαρμόσει και να εγκαταστήσει ένα πιστοποιητικό το οποίο εγκρίνεται από μια αρχή πιστοποίησης (certificate authority). Σκοπός είναι να ταυτοποιηθεί η Διαδικτυακή υπηρεσία και να εξασφαλιστεί ότι οι εκάστοτε χρήστες επικοινωνούν με την επιθυμητή υπηρεσία.

Οι φυλλομετρητές ιστού είναι εξαρχής προγραμματισμένοι να αναγνωρίζουν ψηφιακά πιστοποιητικά που εγκρίνονται από αξιόπιστες αρχές πιστοποίησης, ειδάλλως εμφανίζουν προειδοποιητικά μηνύματα και είναι στην αποκλειστική ευχέρεια του χρήστη να επιλέξει εάν θα ανταλλάξει πληροφορίες με την αντίστοιχη ιστοσελίδα.

Τέλος, κάθε πιστοποιητικό διαθέτει ημερομηνία λήξης και πρέπει να ακολουθηθεί συγκεκριμένη διαδικασία (από τον ιδιοκτήτη του) για την ανανέωση του.

Στην μπάρα πλοήγησης του φυλλομετρητή ιστού όπου διακρίνεται το https://www.homodigitalis.gr, έχει πραγματοποιηθεί σύνδεση μέσω HTTPS (και ακολούθως TLS) στην ιστοσελίδα της Homo Digitalis και η αρχή πιστοποίησης Let’s Encrypt (επισημασμένη σε κόκκινο πλαίσιο) επιβεβαιώνει την ταυτότητα της Homo Digitalis.

Συχνές Παγίδες

Αρκετές προχωρημένες επιθέσεις «ψαρέματος» (phishing) που έχουν στόχο την υποκλοπή στοιχείων, όπως π.χ. λογαριασμών χρηστών και αριθμών πιστωτικών/χρεωστικών καρτών, χρησιμοποιούν πιστοποιητικά και υλοποιούν ιστοσελίδες πανομοιότυπες με τις πραγματικές ξεγελώντας με αυτόν τον τρόπο τα υποψήφια «θύματα» τους.

Συνήθως προηγείται η αποστολή ενημερωτικού μηνύματος μέσω ηλεκτρονικής αλληλογραφίας ή μέσω κοινωνικού δικτύου που προτρέπει τον χρήστη σε κάποια ενέργεια επισκεπτόμενος την (φαινομενικά πραγματική) ιστοσελίδα.

Στα παρακάτω στιγμιότυπα φαίνονται δύο τέτοιες καλοστημένες απόπειρες υποκλοπής. Ας δοθεί όμως προσοχή στους συνδέσμους (επισημασμένοι σε κόκκινα πλαίσια) – στο ένα στιγμιότυπο είναι π.χ. https://instagram.com-unsuspend.mx και όχι https://instagram.com όπως φυσιολογικά θα έπρεπε.

Στιγμιότυπα όπου φαίνονται ιστοσελίδες ψαρέματος πανομοιότυπες με τις πραγματικές, αλλά με κύρια διαφορά τους συνδέσμους που διαφέρουν από τους γνωστούς και πραγματικούς. Γίνεται χρήση πιστοποιητικών, ωστόσο αυτό δε σημαίνει ότι δε μπορούν να πραγματοποιηθούν κακόβουλες ενέργειες.
Πηγη: https://blogs.cisco.com/security/the-light-is-green-but-is-it-safe-to-go-abusing-users-faith-in-https 

Πολύ μεγάλη προσοχή, λοιπόν, πρέπει να δίνεται στο σύνδεσμο (URL) που φαίνεται στη μπάρα διεύθυνσης (address bar) του φυλλομετρητή ιστού. Οι σύνδεσμοι προς phishing ιστοσελίδες τείνουν να μοιάζουν σε σημαντικό βαθμό με τους πραγματικούς συνδέσμους, αλλά παρόλα αυτά εμφανίζουν διαφορές.

Δηλαδή, υπάρχει ουσιώδης διαφορά μεταξύ https://www.homodigitalis.gr (πραγματικός σύνδεσμος) και https://www.h0modigitalis.gr (ψεύτικος σύνδεσμος).

Το γεγονός ότι το https://www.h0modigitalis.gr μπορεί να διαθέτει πιστοποιητικό και ότι ακολούθως ο φυλλομετρητής ιστού παρουσιάζει το περίφημο «πράσινο λουκέτο» δεν εξασφαλίζει ότι δεν πρόκειται για κακόβουλη ιστοσελίδα. Απλά υποδηλώνει, σύμφωνα με όσα ειπώθηκαν και παραπάνω στο άρθρο, ότι όντως υπάρχει σύνδεση με το https://www.h0modigitalis.gr και ότι η σύνδεση είναι κρυπτογραφημένη. Δεν προστατεύει, συνεπώς, τους χρήστες από εκλεπτυσμένες επιθέσεις phishing.

VPNs

Τα εικονικά ιδιωτικά δίκτυα (virtual private networks) μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως ενδιάμεσοι κόμβοι μεταξύ του χρήστη και της εκάστοτε Διαδικτυακής υπηρεσίας. Αναλαμβάνουν ουσιαστικά την παραλαβή των δεδομένων από τον αποστολέα και την επαναπροώθηση τους στο δέκτη.

Μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην απόκρυψη της δικτυακής κίνησης και με αυτόν τον τρόπο κάποιος κακόβουλος αναλυτής που παρακολουθεί τις επικοινωνίες, ή ακόμα και ο πάροχος υπηρεσιών Διαδικτύου (Internet service provider), δεν είναι σε θέση να γνωρίζει επακριβώς τη συμπεριφορά του χρήστη.

Υπάρχουν φυσικά, υπό προϋποθέσεις, μερικές εξαιρέσεις σε αυτό αν και προς το παρόν δεν πρόκειται να γίνει λεπτομερής αναφορά σε αυτές. Η χρήση VPNs ως ένα επιπρόσθετο μέτρο προστασίας είναι επομένως ιδανική για τη σύνδεση σε δίκτυα που δε θεωρούνται ασφαλή, όπως π.χ. σε κάποιο ανοικτό (open) ασύρματο σημείο πρόσβασης που μπορεί να παρακολουθείται. Επιπλέον, με τη σύνδεση σε VPNs μπορούν να παρακαμφθούν γεωγραφικοί ή άλλοι περιορισμοί που τακτικά ορίζονται από τις υπηρεσίες Διαδικτύου.

Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, οι συνδέσεις μέσω HTTPS προστατεύουν το περιεχόμενο των μηνυμάτων που μεταδίδονται αλλά μπορούν να «προδώσουν» κάποια βασικότερα στοιχεία συμπεριλαμβανομένων των ιστοτόπων που επισκέπτεται οποιοσδήποτε χρήστης. Σε συνδυασμό βέβαια με τη σύνδεση σε VPNs μπορεί να αποφευχθεί αυτό το ενδεχόμενο.

Με μια αναζήτηση στο Διαδίκτυο, μπορούν να βρεθούν πολλοί πάροχοι συνδρομητικών υπηρεσιών για πρόσβαση σε VPNs. Συνιστάται η λεπτομερής έρευνα και η προσεκτική επιλογή ενός παρόχου που διαθέτει καλή φήμη και αξιολογήσεις.

Διαφορετικά υπάρχει κίνδυνος οι πάροχοι να καταγράφουν (logging) τις δραστηριότητες των συνδρομητών τους σε ειδικά αρχεία, ή/και να βασίζονται σε παρωχημένες τεχνολογίες και πρωτόκολλα, ή/και να έχουν πραγματοποιήσει κακή υλοποίηση με αποτέλεσμα να εκτίθενται σημαντικά στοιχεία για τους συνδρομητές και τη συμπεριφορά τους. Εξαιρετικά σημαντικό επίσης είναι να χρησιμοποιούνται τα πρωτόκολλα IKEv2/IPSec ή OpenVPN τα οποία θεωρούνται αξιόπιστα.

DNS

Κάθε συσκευή που συνδέεται στο Διαδίκτυο αποκτά μία μοναδική διεύθυνση IP που είναι εύκολα κατανοητή και διαχειρίσιμη από τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές αλλά ομολογουμένως απομνημονεύεται δυσκολότερα από τον άνθρωπο.

Μία τυπική IPv4 διεύθυνση έχει τη μορφή xxx.xxx.xxx.xxx και αναπαρίσταται με δεκαδικό συμβολισμό (decimal notation), ενώ μια νεότερου τύπου IPv6 διεύθυνση έχει τη μορφή xxxx:xxxx:xxxx:xxxx και αναπαρίσταται με δεκαεξαδικό συμβολισμό (hexadecimal notation).

Το σύστημα ονομάτων χώρου (domain name system) έχει ως σκοπό να αντιστοιχίζει ορισμένες από τις διευθύνσεις αυτές με ονόματα χώρου (domain names). Κάθε φορά που χρησιμοποιείται για παράδειγμα το ευκολομνημόνευτο όνομα χώρου homodigitalis.gr, αυτό μεταφράζεται απευθείας στη διεύθυνση IPv4 95.216.16.146.

Την αντιστοίχιση αυτή αναλαμβάνουν οι εξυπηρετητές DNS (DNS servers), οι οποίοι είναι κεντρικοί υπολογιστές που βρίσκονται σε κάθε μέρος του πλανήτη και ανήκουν τυπικά σε παρόχους υπηρεσιών και μεγάλους δημόσιους και ιδιωτικούς οργανισμούς.

Οι περισσότεροι από αυτούς τους εξυπηρετητές τείνουν να διατηρούν αρχεία καταγραφής (logs), δηλαδή έχουν τη δυνατότητα να σημειώνουν τα αιτήματα για συσχετίσεις μεταξύ διευθύνσεων και ονομάτων χώρων που πραγματοποιούν οι χρήστες.

Οι οικιακοί ηλεκτρονικοί υπολογιστές που συνδέονται στο Διαδίκτυο, μέσω των γνωστών παρόχων υπηρεσιών Διαδικτύου, συνήθως χρησιμοποιούν τους προεπιλεγμένους ανά τοποθεσία εξυπηρετητές DNS των παρόχων. Γενικά υπάρχει η δυνατότητα για αλλαγή των ρυθμίσεων στο επίπεδο του οικιακού διαποδιαμορφωτή/δρομολογητή (modem/router) που διαθέτει ο συνδρομητής, ή έστω στο επίπεδο του λειτουργικού συστήματος μέσω του προεγκατεστημένου λογισμικού διαχείρισης δικτύου (network management), ούτως ώστε να οριστούν εξυπηρετητές DNS διαφορετικοί από τους προκαθορισμένους.

Με μία σχετική αναζήτηση στο Διαδίκτυο μπορούν να βρεθούν διευθύνσεις γνωστών εξυπηρετητών DNS που υπόσχονται το σεβασμό της ιδιωτικότητας των χρηστών τους.

DNS Leaks

Πολλοί πάροχοι VPNs κατέχουν και λειτουργούν ιδιωτικούς εξυπηρετητές DNS για την προστασία της ιδιωτικότητας των συνδρομητών τους. Όμως, εάν έχουν καταχωρηθεί εσφαλμένες ρυθμίσεις για τη δικτύωση με το VPN ή/και σε κάποιες άλλες ειδικότερες περιπτώσεις, υπάρχει το ενδεχόμενο να χρησιμοποιηθούν οι προεπιλεγμένοι εξυπηρετητές DNS του παρόχου υπηρεσιών Διαδικτύου αντί για τους ιδιωτικούς εξυπηρετητές DNS του παρόχου VPN.

Άρα, με λίγα λόγια, ο πάροχος υπηρεσιών Διαδικτύου θα είναι δυνητικά σε θέση να γνωρίζει στοιχεία για τη συμπεριφορά του χρήστη παρόλο που γίνεται χρήση υπηρεσίας VPN. Αυτό το φαινόμενο ονομάζεται διαρροή DNS (DNS leak). Στο Διαδίκτυο υπάρχουν αρκετά εργαλεία για τον έλεγχο και τον εντοπισμό τέτοιων διαρροών.

Σκέψεις και Συμπεράσματα

Τα τελευταία τριάντα έτη έχουν προκύψει ραγδαίες εξελίξεις στο χώρο της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών. Πλέον μεταφέρονται με άνεση τεράστιοι όγκοι προσωπικών δεδομένων από ένα σημείο του πλανήτη σε ένα άλλο, μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα.

Μεγάλες εταιρείες και οργανισμοί διατηρούν κολοσσιαία σύνολα από ψηφιακά αρχεία που περιέχουν λεπτομέρειες για τις πολύπλευρες πτυχές του ιδιωτικού βίου εκατομμυρίων ανθρώπων.

Πέραν από τις τεχνολογίες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ενίσχυση της ιδιωτικότητας των χρηστών του Διαδικτύου, εξίσου σημαντική είναι η ευαισθητοποίηση (awareness) των ατόμων γύρω από τους κινδύνους που ελλοχεύουν από την αλόγιστη και ανήθικη συλλογή και επεξεργασία προσωπικών δεδομένων και η απαίτηση από τους οργανισμούς να χειρίζονται τα προσωπικά δεδομένα με σύνεση εφαρμόζοντας κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα. Μόνο έτσι μπορούν να γίνονται σκέψεις για ένα πραγματικά ασφαλές Διαδίκτυο.

*Ο Γιάννης Κωνσταντινίδης είναι τελειόφοιτος φοιτητής στο Τμήμα Μηχανικών Πληροφοριακών και Επικοινωνιακών Συστημάτων του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Συμμετέχει επί έτη σε πολλαπλά έργα ελεύθερου και ανοικτού λογισμικού και δίνει ομιλίες σχετικά με θέματα ιδιωτικότητας και προστασίας δεδομένων, πνευματικών δικαιωμάτων και ανοικτών τεχνολογιών.


Πώς θα ενισχυθεί η προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού στο ψηφιακό περιβάλλον;

Γράφει η Αναστασία Καραγιάννη*

Πριν λίγες εβδομάδες κλείσαμε ένα χρόνο από τη θέση σε ισχύ του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία των Προσωπικών Δεδομένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης [1].

Κάποιοι μπορούν να υποστηρίξουν ότι η υιοθέτηση του Κανονισμού συνέβαλε στην ουσιαστική προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού στον ψηφιακό χώρο, καθώς με βάση τον Κανονισμό χρειάζεται η συγκατάθεση των γονέων τόσο για την συλλογή, αποθήκευση, επεξεργασία και διανομή των προσωπικών δεδομένων του παιδιού, όσο και για την συμμετοχή του στην κοινωνία της πληροφορίας.

Άλλοι, αντιθέτως, μπορούν να υποστηρίξουν ότι όντως ο Κανονισμός έθεσε κάποιες βάσεις για την παιδική προστασία στον ψηφιακό χώρο.

Ωστόσο, οι προκλήσεις είναι ακόμη πολλές και ο δρόμος προς την ουσιαστική κατοχύρωση και εφαρμογή των δικαιωμάτων του παιδιού στον ψηφιακό χώρο είναι μακρύς.

Κατά πρώτο λόγο, ένα από τα θεμελιώδη δικαιώματα του παιδιού που χρήζει προστασίας στο ψηφιακό περιβάλλον είναι το δικαίωμα συμμετοχής και το δικαίωμα να ακούγεται και να λαμβάνεται υπόψη η γνώμη του παιδιού κατά την λήψη των αποφάσεων. Τα παιδιά, μολονότι είναι ενεργά στο διαδίκτυο, και εν γένει στον ψηφιακό χώρο, δεν έχουν την δυνατότητα να συμμετέχουν κατά την λήψη των αποφάσεων. Με άλλα λόγια, δε δίνεται η δυνατότητα στο παιδί να εκφράσει την άποψή του, τις επιθυμίες του και τις εμπειρίες του προτού ληφθούν οι πολιτικές αποφάσεις που θα επηρεάσουν σημαντικά την ζωή του. 

Για παράδειγμα, ο Οργανισμός Eurochild διοργανώνει σε ετήσια βάση ένα Συνέδριο στο οποίο συμμετέχουν παιδιά ηλικίας 11 έως 16 ετών, που εκπροσωπούν κάθε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και εκφράζουν την άποψή τους πάνω σε συγκεκριμένα ζητήματα που τίθενται προς συζήτηση.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, τα παιδιά αλληλεπιδρούν τόσο μεταξύ τους, όσο και με ειδικούς εμπειρογνώμονες και πολιτικούς, οι οποίοι αν και δεν συμμετέχουν στο συμβούλιο, λαμβάνουν υπόψη κατά την λήψη των αποφάσεων τις απόψεις που υποστηρίχθηκαν σε αυτό.

Ακόμη, η Unicef διοργανώνει συναντήσεις και σεμινάρια, στα οποία μπορούν να συμμετέχουν τα παιδιά και να αλληλεπιδρούν μεταξύ τους καθώς και με ειδικούς της Unicef. Το υλικό που προκύπτει από αυτές τις συναντήσεις χρησιμοποιείται από την Unicef κατά την διαδικασία λήψης πολιτικών αποφάσεων.

Η εφαρμογή του δικαιώματος συμμετοχής δεν συνεπάγεται απαραίτητα την κατοχύρωση μιας θέσης, μιας ‘καρέκλας’, κατά την πολιτική συνδιάσκεψη. Αντιθέτως, σημαίνει την ενίσχυση του ενεργητικού ρόλου του παιδιού σε ζητήματα που το αφορούν και, κατά συνέπεια, της ψηφιακής κοινωνικής του υπευθυνότητας σε μία δημοκρατική κοινωνία.

Η επιρροή της συμμετοχής των παιδιών στις πολιτικές αποφάσεις καθορίζει και τον βαθμό αποτελεσματικότητας της συμμετοχής. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής δεν αρκεί να διαβουλεύονται με τα παιδιά, αλλά να είναι πράγματι διατεθειμένοι να αλληλεπιδράσουν μαζί τους και να ακούσουν πράγματι την γνώμη τους, λαμβάνοντάς την σοβαρά υπόψη.

«Ο γονέας ή ο ασκών την γονική μέριμνα θα πρέπει να ‘ακούει’ τις κοινωνικές και ψυχολογικές ανάγκες του παιδιού, ώστε να το εκπαιδεύει κατάλληλα.»

Με αυτόν τον τρόπο, η δημιουργία μιας κουλτούρας φιλικής και ανοιχτής για αλληλεπίδραση με το παιδί ενισχύει την μείωση του ψηφιακού αναλφαβητισμού. Πιο συγκεκριμένα, ο ψηφιακός αλφαβητισμός δεν είναι μόνο η εκμάθηση τεχνικών γνώσεων, αλλά και η σωστή χρήση αυτών των δεξιοτήτων. Ο γονέας ή ο ασκών την γονική μέριμνα θα πρέπει να ‘ακούει’ τις κοινωνικές και ψυχολογικές ανάγκες του παιδιού, ώστε να το εκπαιδεύει κατάλληλα. Για παράδειγμα, αν το παιδί χρησιμοποιεί μία εφαρμογή εκγύμνασης ή απώλειας βάρους, που χρειάζεται τα βιομετρικά του δεδομένα, θα πρέπει να ενημερώσει το παιδί για τους κινδύνους παραβίασης των προσωπικών του δεδομένων που χειρίζεται αυτή η εφαρμογή. Ο ψηφιακός αλφαβητισμός, λοιπόν, δεν είναι μόνο η πληροφόρηση, αλλά και η σωστή πληροφόρηση.

Πολλές φορές, εξαιτίας της περιορισμένης πρόσβασης στην πληροφορία, λόγω έλλειψης τεχνικού εξοπλισμού ή περιορισμένης πρόσβασης στο διαδίκτυο, εμφανίζονται συμπεριφορές διακριτικής μεταχείρισης στον ψηφιακό χώρο, όπως ρατσιστικές, ξενοφοβικές, ομοφοβικές και σεξιστικές εκδηλώσεις.

Για αυτόν τον λόγο, οι ίσες ευκαιρίες πρόσβασης στην ψηφιακή γνώση, η υλοποίηση προγραμμάτων κατάρτισης, καθώς και η αύξηση των πόρων προκειμένου όλα τα παιδιά, από κάθε μειονοτική ομάδα και ευαλωτότητα, να έχουν πρόσβαση στα απαραίτητα εργαλεία και εξοπλισμό, συμβάλλει στην ενίσχυση του ψηφιακού αλφαβητισμού.

Ωστόσο, θα πρέπει να υπογραμμισθεί ότι και οι ενήλικες, οι γονείς και οι ασκούντες την γονική μέριμνα, χρειάζονται επιμόρφωση και κατάρτιση για την εξοικείωσή τους με τον ψηφιακό χώρο και τις προκλήσεις που αυτός θέτει.

Μιλώντας για εξοικείωση και γονείς, φυσικά δε θα μπορούσαμε να μην αναφερθούμε στον ρόλο των γονέων και των ασκούντων την γονική μέριμνα. Συγκεκριμένα, είναι σημαντικό οι γονείς να ξεπεράσουν την ιδεολογία του ‘προστατευτισμού’, της υπερβολικής αντίδρασης και της μονοδιάστατης λήψης των αποφάσεων, προστατεύοντας στην ουσία το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού, επιτελώντας δηλαδή τον κύριο ρόλο τους ως γονείς και ασκούντες την γονική μέριμνα.

Οι γονείς και οι ασκούντες την γονική μέριμνα καλούνται να καλύψουν τις σωματικές, ψυχικές, πνευματικές και κοινωνικές ανάγκες του παιδιού, ακούγοντας πραγματικά τις ανάγκες και επιθυμίες του.

Τα παιδιά έχουν μεγαλώσει, πλέον, στον ψηφιακό χώρο. Είναι πολίτες του διαδικτύου, και το ίδιο καλούνται να κάνουν και οι γονείς και οι ασκούντες την γονική μέριμνα.

Γι’ αυτόν τον λόγο, οι γονείς και οι ασκούντες την γονική μέριμνα θα πρέπει να προσαρμοστούν στο ψηφιακό περιβάλλον, να ενημερώνονται για τους κινδύνους που κρύβει ζητώντας την υποστήριξη του κράτους και της κοινωνίας των πολιτών.

«Οι γονείς και οι ασκούντες την γονική μέριμνα θα πρέπει να εξοικειώσουν τα παιδιά από μικρή ηλικία με την έννοια της ιδιωτικότητας και των προσωπικών δεδομένων και να ελέγχουν την αλόγιστη έκθεσή τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.»

Φυσικά,  όσο επάγρυπνοι πρέπει να είναι οι γονείς ή οι ασκούντες την γονική μέριμνα με τους κινδύνους του διαδικτύου, τόσο προσεκτικοί πρέπει να είναι με τη δική τους ψηφιακή συμπεριφορά, όπως για παράδειγμα με τις φωτογραφίες και τις πληροφορίες των παιδιών που οι ίδιοι δημοσιεύουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και εν γένει στο διαδίκτυο. Αυτό σημαίνει επίσης ότι οι γονείς και οι ασκούντες την γονική μέριμνα θα πρέπει να εξοικειώσουν τα παιδιά από μικρή ηλικία με την έννοια της ιδιωτικότητας και των προσωπικών δεδομένων και να ελέγχουν την αλόγιστη έκθεσή τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Μόνο με αυτόν τον τρόπο, το παιδί θα μπορέσει να βάλει όρια στο ψηφιακό περιβάλλον, να περιορίσει τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων του και να τα προστατεύσει.

Συνοψίζοντας, τόσο τα κράτη όσο και o ιδιωτικός τομέας, οι εταιρίες μάρκετινγκ και διαφήμισης, θα πρέπει να θεωρούν τα παιδιά ως κατόχους δικαιωμάτων, να περιορίζουν τις πρακτικές χειραγώγησης και εκμετάλλευσης και τις παραβιάσεις της ιδιωτικής τους ζωής και των δικαιωμάτων τους.

Από την άλλη πλευρά, τα παιδιά θα πρέπει να ενημερωθούν και να κατανοήσουν τις τακτικές και παραπλανητικές μορφές του ψηφιακού μάρκετινγκ, ούτως ώστε να αναπτύξουν κριτική σκέψη και να προστατεύσουν τα δικαιώματά τους ως καταναλωτές.

Η αναγνώριση των παιδιών ως υποκειμένων ψηφιακών δικαιωμάτων καθορίζει σημαντικά την αναγνώριση και προστασία των δικαιωμάτων τους ως ψηφιακών εργαζομένων, ψηφιακών πολιτών, ψηφιακών μαθητών, ψηφιακών καταναλωτών, ψηφιακών ασθενών, ψηφιακών εναγόντων ή κατηγορουμένων.

Η ρύθμιση ενός κατάλληλου νομικού πλαισίου για τα ψηφιακά δικαιώματα των παιδιών είναι απαραίτητη για την ολιστική και ουσιαστική προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών.

Ενημερωθείτε για τις δράσεις της Homo Digitalis στα σχολεία της Ευαγγελικής Σχολής Νέας Σμύρνης εδώ και στην Ελληνογαλλική Σχολή Πειραιά “Saint Paul”εδώ.

[1]  Να σημειωθεί ότι ακόμη δεν έχει τεθεί προς ψήφιση το νομοσχέδιο εφαρμογής του Κανονισμού στην εθνική μας έννομη τάξη.

*Η Αναστασία Καραγιάννη είναι νομικός με εξειδίκευση στα ψηφιακά δικαιώματα των παιδιών. Είναι μέλος της Homo Digitalis και συνδημιουργός της ChildAct, η οποία έχει ως σκοπό την προστασία των ψηφιακών δικαιωμάτων των παιδιών. Στις 8 Νοεμβρίου 2018 εκπροσώπησε τη Homo Digitalis στη συνεδρίαση με θέμα ‘Facebook και άλλοι κοινωνικοί κίνδυνοι’, που έλαβε χώρα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.


Η υπόθεση "Schrems II" στο Δικαστήριο της ΕΕ

Την Τρίτη 9 και Τετάρτη 10 Ιουλίου έλαβε χώρα η ακρόαση μίας πολύ σημαντικής υπόθεσης για την προστασία των προσωπικών δεδομένων ενώπιον του Τμήματος Μείζονος Συνθέσεως του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Λουξεμβούργο.

Η υπόθεση είναι γνωστή ως “Schrems II, έχοντας λάβει το όνομα του ενάγοντος Max Schrems. Ο Max Schrems είναι ιδρυτής μίας από τις μεγαλύτερες οργανώσεις ψηφιακών δικαιωμάτων στην Ευρώπη, της noyb, η οποία εδρεύει στη Βιέννη. Δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται ακρόαση υπόθεσης από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ενάγοντα τον κ. Schrems. Στην υπόθεση Schrems I (C-362/14), το Δικαστήριο έκρινε ότι οι μεταφορές προσωπικών δεδομένων στις ΗΠΑ υπό το καθεστώς “Safe Harbor”, το οποίο εφαρμοζόταν, δεν παρείχε ένα επαρκές επίπεδο ασφαλείας. Συνεπώς, οι μεταφορές δεδομένων υπό το καθεστώς αυτό ήταν παράνομες.

Σε απάντηση αυτής της απόφασης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε συνεργασία με την κυβέρνηση των ΗΠΑ δημιούργησαν ένα νέο πλαίσιο για τη μεταφορά δεδομένων μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ. Το πλαίσιο αυτό ονομάστηκε “Privacy Shield”.

Ο κ. Schrems στράφηκε εκ νέου κατά του πλαισίου “Privacy Shield”, υποστηρίζοντας ότι ούτε αυτό παρέχει επαρκές επίπεδο ασφαλείας για τα προσωπικά δεδομένα που διαβιβάζονται μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ.

Ο κ. Schrems κάνει δηλώσεις στα ΜΜΕ μετά το τέλος της ακροαματικής διαδικασίας

 

Ποια είναι τα κύρια σημεία της υπόθεσης;

– Η υπόθεση αφορά όλες τις διαβιβάσεις δεδομένων μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ; Όχι, αφορά μόνο τις διαβιβάσεις δεδομένων που υπόκεινται σε «μαζική παρακολούθηση». Στις περισσότερες περιπτώσεις, υπάρχουν απλοί τρόποι για να αποφευχθεί η μαζική παρακολούθηση και πολλοί παραγωγικοί κλάδοι (τραπεζικός, αεροπορικός, εμπόριο) δεν υπόκεινται σε τέτοιου τύπου νομοθετικό πλαίσιο. Η καταγγελία του κ. Schrems αφορά αποκλειστικά στη Facebook, η οποία σύμφωνα με τα έγγραφα που έφερε στη δημοσιότητα ο Edward Snowden το 2013, συνεισφέρει στη μαζική παρακολούθηση που διεξάγει η Αμερικάνικη Υπηρεσία Ασφαλείας NSA, με βάση το πρόγραμμα “PRISM”.

– Είναι όλες οι διαβιβάσεις δεδομένων στις ΗΠΑ προβληματικές;  Όχι. Τόσο το δίκαιο των ΗΠΑ όσο και τις ΕΕ ξεκαθαρίζουν ότι υπάρχει σημαντική διαφοροποίηση ανάμεσα στις αναγκαίες διαβιβάσεις και στις μη αναγκαίες διαβιβάσεις, που γίνονται απλώς για επιχειρηματικούς λόγους (“outsourcing”).

– Τι σημαίνει αυτό; Θα μπορούμε να συνεχίσουμε να στέλνουμε emails στις ΗΠΑ ή να κλείνουμε αεροπορικά εισιτήρια; Φυσικά! Το άρθρο 49 του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων (GDPR) προβλέπει «εξαιρέσεις», οι οποίες επιτρέπουν όλες τις διαβιβάσεις δεδομένων αν, για παράδειγμα, είναι αναγκαίες για την εκτέλεση μίας σύμβασης ή αν ο χρήστης έχει συγκαταθέσει ρητά στη διαβίβαση.

Για παράδειγμα, είναι απαραίτητο ένα email να σταλεί στις ΗΠΑ αν ο παραλήπτης βρίσκεται εκεί, αλλά δεν είναι απαραίτητο να αποστέλονται emails μέσω των ΗΠΑ, αν τόσο ο αποστολέας όσο και ο παραλήπτης βρίσκονται στην ΕΕ, απλώς και μόνο επειδή ο server βρίσκεται στις ΗΠΑ.

– Άρα τι είδους διαβιβάσεις θα πρέπει να σταματήσουν; Κατά βάση θα πρέπει να σταματήσει η ανάθεση επεξεργασίας δεδομένων σε τρίτους εκτός ΕΕ (outsourcing), εφόσον αυτή η επεξεργασία μπορεί να γίνει στην ΕΕ ή σε άλλες χώρες, οι οποίες παρέχουν υψηλό επίπεδο προστασίας για τα προσωπικά δεδομένα.

Ιστορικό της υπόθεσης

Η υπόθεση επικεντρώνεται σε μια καταγγελία από τον δικηγόρο προστασίας προσωπικών δεδομένων Max Schrems κατά του Facebook το 2013. Πριν από έξι χρόνια, ο Edward Snowden αποκάλυψε ότι το Facebook επιτρέπει στις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών να έχουν πρόσβαση σε προσωπικά δεδομένα των Ευρωπαίων υπό προγράμματα επιτήρησης όπως το PRISM. Η καταγγελία επιδιώκει να σταματήσει τις διαβιβάσεις δεδομένων του Facebook από  ΕΕ- ΗΠΑ.

Μέχρι στιγμής, ο Ιρλανδός Επίτροπος για την Προστασία Δεδομένων δεν έχει προβεί σε συγκεκριμένες ενέργειες για να σταματήσει τις εν λόγω διαβιβάσεις.

Πρώτη απόρριψη και απόφαση ΔΕΕ σχετικά με το Safe Harbor

Η υπόθεση απορρίφθηκε για πρώτη φορά από τον Ιρλανδό Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων (DPC) το 2013, κατόπιν υποβλήθηκε σε δικαστικό έλεγχο στην Ιρλανδία και παραπέμφθηκε στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ). Το ΔΕΕ αποφάνθηκε το 2015 ότι η λεγόμενη συμφωνία Safe Harbor που επέτρεπε τη μεταφορά δεδομένων ΕΕ-ΗΠΑ ήταν άκυρη και ότι ο Ιρλανδός Επίτροπος έπρεπε να διερευνήσει την υπόθεση, τo οποίο αρχικά είχε αρνηθεί.

Πληροφορίες σχετικά με τη χρήση των “τυποποιημένων συμβατικών ρητρών”

Παραδόξως, ο Ιρλανδός Επίτροπος ενημέρωσε τον κ. Schrems στα τέλη του 2015 ότι το Facebook στην πραγματικότητα δεν είχε ποτέ βασιστεί στη συμφωνία του Safe Harbor η οποία ακυρώθηκε, αλλά στηρίχθηκε ήδη το 2013 στις “τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες” (άλλος μηχανισμός μεταφοράς δεδομένων από την ΕΕ προς τις ΗΠΑ). Αυτή η εξέλιξη κατέστησε την πρώτη απόφαση του ΔΕΕ άνευ σημασίας για την υπόθεση.

Δεύτερη έρευνα και αγωγή

Ο κ. Schrems προσάρμοσε την καταγγελία του στις διαβιβάσεις που έγιναν σύμφωνα με τις «τυποποιημένες συμβατικές ρήτρες» και ζήτησε τη λήξη των διαβιβάσεων δεδομένων στο Facebook ΗΠΑ, με βάση το επιχείρημα ότι η εν λόγω εταιρεία δίνει πρόσβαση στα δεδομένα στην Αμερικάνικη Υπηρεσία Ασφαλείας NSA. Η έρευνα του Ιρλανδού Επιτρόπου διήρκεσε μόνο δύο μήνες: από τον Δεκέμβριο του 2015 έως την άνοιξη του 2016. Αντί να αποφασίσει για την καταγγελία, ο Επίτροπος κατέθεσε αγωγή κατά της Facebook και του κ. Schrems (και οι δύο κατηγορούνται τώρα) στο ιρλανδικό ανώτατο δικαστήριο το 2016, με σκοπό να υποβάλει περαιτέρω ερωτήσεις στο ΔΕΕ. Μετά από περισσότερες από έξι εβδομάδες ακροάσεων που πραγματοποιήθηκαν κατά κύριο λόγο το 2017, το Ανώτατο Δικαστήριο της Ιρλανδίας διαπίστωσε ότι η αμερικανική κυβέρνηση ασχολείται με τη “μαζική επεξεργασία” προσωπικών δεδομένων Ευρωπαίων πολιτών και υπέβαλε στο ΔΕΕ έντεκα ερωτήσεις για δεύτερη φορά το 2018. Το ΔΕΕ καλείται πλέον να απαντήσει στα ερωτήματα αυτά.

Επόμενα βήματα

Το ΔΕΕ ανέφερε την υπόθεση στο πλαίσιο της υπόθεσης C-311/18 και μία δεύτερη ακρόαση έγινε στις 9 και 10 Ιουλίου 2019 – περίπου έξι χρόνια από την κατάθεση της αρχικής καταγγελίας. Η απόφαση αναμένεται πριν από το τέλος του έτους. Μετά την απόφαση του ΔΕΕ, ο Ιρλανδός Επίτροπος θα πρέπει τελικά να αποφασίσει για την καταγγελία του κ. Schrems. Η απόφαση μπορεί και πάλι να προσβληθεί με προσφυγές της Facebook ή του κ. Schrems.

Η Homo Digitalis είναι ιδιαίτερα χαρούμενη, καθώς η Μαριλίζα Μπάκα, μέλος της οργάνωσής μας και ασκούμενη δικηγόρος στη noyb, βρίσκεται αυτές τις ημέρες στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Λουξεμβούργο και παρακολουθεί την εξέλιξη της υπόθεσης κατά την ακροαματική διαδικασία.

Θα σας ενημερώσουμε για οποιαδήποτε εξέλιξη στην πολύ σημαντική αυτή υπόθεση.

Η ομάδα της noyb στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρώτη από δεξιά η Μαριλίζα Μπάκα


H Homo Digitalis μιλάει στα Παραπολιτικά 90,1 FM

Στις 26 Ιουνίου, η Κατερίνα Πούλιου εκπροσωπώντας τη Homo Digitalis, μίλησε στα Παραπολιτικά 90,1 και τη ραδιοφωνική εκπομπή «Νωρίς» του δημοσιογράφου Γ. Χουδαλάκη για ζητήματα που αφορούν επεξεργασία προσωπικών δεδομένων και εκλογές!

Μπορείς τώρα να ακούσεις τη συνέντευξη στο κανάλι μας στο YouTube εδώ.