Ο Προτεινόμενος Κανονισμός για την Πρόληψη και Καταπολέμηση της Σεξουαλικής Κακοποίησης Παιδιών: Νομικές Προκλήσεις και Δημοκρατικά Διακυβεύματα

Γράφει o Στέργιος Κωνσταντίνου*

1.     Εισαγωγή

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στις 11 Μαΐου 2022, παρουσίασε την πρόταση Κανονισμού για την πρόληψη και καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών (Regulation to Prevent and Combat Child Sexual Abuse - CSA Regulation), με αριθμό αναφοράς 2022/0155(COD). Η πρόταση αποσκοπεί στη δημιουργία ενός υποχρεωτικού ενωσιακού πλαισίου για την ανίχνευση, αναφορά και αφαίρεση υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών (CSAM) από διαδικτυακές υπηρεσίες επικοινωνίας.

Η ανάγκη προστασίας των παιδιών είναι αυτονόητη και θεμιτή. Ωστόσο, η προτεινόμενη λύση εγείρει σοβαρά νομικά και τεχνικά ζητήματα, που σχετίζονται με τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων, την κυβερνοασφάλεια και τη νομολογιακή παράδοση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.     Ιστορικό -Τρέχουσα Νομοθετική Κατάσταση

Η πορεία προς τον προτεινόμενο Κανονισμό για την πρόληψη και καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών ξεκίνησε με τη Στρατηγική της ΕΕ (2020-2025), που έθεσε τα θεμέλια για μόνιμο νομοθετικό πλαίσιο. Ακολούθησε το μεταβατικό καθεστώς της «προσωρινής παρέκκλισης» (Chat Control 1.0) [1], η οποία επιτρέπει μέχρι το 2026 στους παρόχους να συνεχίσουν εθελοντικές πρακτικές ανίχνευσης.

Στις 11 Μαΐου 2022, η Επιτροπή παρουσίασε την κύρια πρόταση κανονισμού (2022/0155 COD), εισάγοντας την υποχρέωση εντοπισμού και αναφοράς CSAM και grooming. Η πρόταση προκάλεσε έντονες αντιδράσεις: ο Ευρωπαϊος Επόπτης για την Προστασία Δεδομένων (εφεξής «EDPS» ή «ΕΕΠΔ») και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων (εφεξής «ΕΣΠΔ» ή «EDPB») προειδοποίησαν για παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων, ενώ δημοσιογραφικές έρευνες και παρεμβάσεις οργανώσεων πολιτών ανέδειξαν ζητήματα διαφάνειας και συγκρούσεων συμφερόντων [2].

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υιοθέτησε τον Νοέμβριο 2023 τη θέση του [3], εισάγοντας κρίσιμες τροποποιήσεις: εξαίρεση της end-to-end κρυπτογράφησης, περιορισμό των εντολών ανίχνευσης (εξηγείται κατωτέρω) σε περιπτώσεις συγκεκριμένης υποψίας και ενίσχυση δικλείδων ασφαλείας. Αντίθετα, στο Συμβούλιο της Ε.Ε., οι διαδοχικές προεδρίες (Βέλγιο, Ουγγαρία, Πολωνία) απέτυχαν να εξασφαλίσουν συναίνεση, καθώς ισχυρή «μειοψηφία αποκλεισμού» κρατών-μελών (Γερμανία, Λουξεμβούργο, Αυστρία, Ολλανδία κ.ά.) αντιτάχθηκε στη γενικευμένη σάρωση. Η Δανική Προεδρία (2025) επιχειρεί εκ νέου συμβιβασμό, με ψηφοφορία να αναμένεται τον Οκτώβριο 2025.

Παράλληλα, εξελίξεις όπως η προτεινόμενη αναθεώρηση της Οδηγίας 2011/93/ΕΕ και νομολογιακές κρίσεις (π.χ. του ΕΔΔΑ το 2024, που απέρριψε την υποχρέωση υποβάθμισης της κρυπτογράφησης) διαμορφώνουν το περιβάλλον της συζήτησης. Η Ελλάδα παραμένει επισήμως αναποφάσιστη, γεγονός που αναδεικνύει την ανάγκη διαφάνειας και δημόσιας λογοδοσίας.

3.     Εντολές ανίχνευσης (Detection Orders) – Τι είναι και ποια η διαδικασία

3.1.          Τι είναι η εντολή ανίχνευσης;

Η έκδοση εντολών ανίχνευσης αποτελεί το πλέον αμφιλεγόμενο στοιχείο του προτεινόμενου κανονισμού. Συγκεκριμένα, αποτελεί το νομικό εργαλείο βάσει του οποίου οι αρμόδιες αρχές μπορούν να υποχρεώσουν έναν πάροχο υπηρεσιών επικοινωνίας να εφαρμόσει τεχνολογικά μέτρα.

3.2.          Ποια θα είναι η διαδικασία έκδοσής μιας εντολής ανίχνευσης;

  • Αίτημα αρχής: Η αρμόδια εθνική αρχή (δικαστική ή ανεξάρτητη διοικητική αρχή) διαπιστώνει ότι ένας πάροχος ενέχει σοβαρό κίνδυνο να χρησιμοποιείται για διάδοση CSAM και ότι τα γενικά μέτρα συμμόρφωσης δεν επαρκούν.
  • Έκδοση εντολής: Η εντολή ανίχνευσης καθορίζει το εύρος (τύπος περιεχομένου: γνωστό CSAM, νέο CSAM ή grooming [4]), τη διάρκεια (περιορισμένη χρονικά), και τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν.
  • Εφαρμογή από τον πάροχο: Ο πάροχος υποχρεούται να εγκαταστήσει τα σχετικά εργαλεία σάρωσης, τα οποία ενδέχεται να λειτουργούν ακόμη και σε end-to-end κρυπτογραφημένες υπηρεσίες μέσω τεχνολογιών όπως το client-side scanning.
  • Αναφορά: Ο πάροχος πρέπει να αναφέρει στις αρχές τυχόν ευρήματα. Εν προκειμένω ωστόσο δεν υπάρχει σαφές πλαίσιο με τις υποχρεώσεις ενεργειών των παρόχων όταν δεν θα υπάρχουν ευρήματα
  • Έλεγχος & εποπτεία: Θεωρητικά η εντολή υπόκειται σε δικαστικό ή διοικητικό έλεγχο για να διασφαλίζεται η νομιμότητα και η αναλογικότητα.

3.3.          Περιορισμοί

Περιορισμοί στην διαδικασία, πολλοί εκ των οποίων τέθηκαν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, περιλαμβάνουν:

Αρχή της Εσχάτης Εκδοχής: Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ανίχνευση επιβάλλεται ως μέτρο έσχατης ανάγκης στους παρόχους υπηρεσιών. Μια εντολή ανίχνευσης θα επιβάλλεται μόνο αφού διαπιστωθεί ότι η αξιολόγηση κινδύνων και τα μέτρα μετριασμού του παρόχου υπηρεσιών δεν επαρκούν για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων των παιδιών [5].

Στοχευμένη Εφαρμογή: Η θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προβλέπει ότι οι εντολές ανίχνευσης θα χρησιμοποιούνται μόνο εάν υπάρχει εύλογη υποψία ότι μεμονωμένοι χρήστες ή ομάδες συνδέονται με υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών. Τα εντάλματα θα είναι χρονικά περιορισμένα, με τις κρυπτογραφημένες επικοινωνίες end-to-end και τα κείμενα μηνύματα να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής τους [6].

Παράνομο υλικό: Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ανίχνευση θεωρητικά θα αφορά σαφώς παράνομο περιεχόμενο, ήτοι υλικό σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών. Η διάκριση μεταξύ γνωστού και νέου υλικού σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών (CSAM) είναι κρίσιμη για τη νομική αξιολόγηση, καθώς η ανίχνευση νέου υλικού συνεπάγεται σημαντικά υψηλότερους κινδύνους για τα θεμελιώδη δικαιώματα λόγω των υψηλών ποσοστών λανθασμένων αποτελεσμάτων. Παράλληλα, η επισήμανση πιθανών συνομιλιών με σκοπό την παιδική σεξουαλική κακοποίηση θα βασίζεται σε ταξινομητές τεχνητής νοημοσύνης που έχουν εκπαιδευτεί σε επιβεβαιωμένες περιπτώσεις παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης. Εντούτοις, δεν παρέχεται καμία πληροφορία ως προς τα μέτρα για την διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων των χρηστών

Χρονικός Περιορισμός: Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι εντολές ανίχνευσης θα είναι χρονικά περιορισμένα και θα υπόκεινται σε επανεξετάσεις. Αυτή η διαδικαστική εγγύηση αποσκοπεί στη διασφάλιση ότι τα μέτρα παραμένουν αναλογικά και αναγκαία καθ' όλη τη διάρκεια της εφαρμογής τους.

3.4.          Εποπτική Αρχή

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το προτεινόμενο «Κέντρο για την Πρόληψη και Καταπολέμηση της Σεξουαλικής Κακοποίησης Παιδιών» της Ε.Ε. θα διαδραματίσει κεντρικό ρόλο στη διαδικασία καθώς θα συνεργάζεται με αντίστοιχα κέντρα όπως των Η.Π.Α., του Καναδά, της Αυστραλίας, θα υποστηρίζει τον ιδιωτικό τομέα, παρέχοντάς του βάση δεδομένων που περιλαμβάνει δείκτες για τον εντοπισμό της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο. Ωστόσο, δεν παρέχεται καμία πληροφορία ως προς την συνεργασία του Κέντρου αυτού με τις Αρχές Προστασίας Δεδομένων των κρατών – μελών καθώς και τις εποπτικές αρχές που έχουν οριστεί για την διασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων από τα μοντέλα AI στα κράτη μέλη, θέτοντας ζήτημα θεσμικής ισορροπίας και ελέγχου..

4.     Τεχνικό σκέλος - Ανεπάρκειες και Κίνδυνοι Ασφαλείας

4.1.          Υπονόμευση της Κρυπτογράφησης

Η ανίχνευση περιεχομένου σε υπηρεσίες με end-to-end κρυπτογράφηση προϋποθέτει την εφαρμογή τεχνολογιών "client-side scanning". Αυτό δημιουργεί συστημικές τρωτότητες ασφαλείας που μπορούν να αξιοποιηθούν από εγκληματικές οργανώσεις ή εχθρικούς παράγοντες.

4.2.          Τι είναι το Client-Side Scanning

Το client-side scanning (CSS) είναι η τεχνολογική μέθοδος με την οποία επιδιώκεται η υλοποίηση των εντολών ανίχνευσης σε πλατφόρμες με end-to-end κρυπτογράφηση.

Αντί η σάρωση να γίνεται στον διακομιστή, πραγματοποιείται στη συσκευή του χρήστη (π.χ. κινητό, υπολογιστής), πριν ή κατά την αποστολή ενός μηνύματος ή αρχείου. Η συσκευή συγκρίνει το περιεχόμενο με βάσεις δεδομένων «ψηφιακών αποτυπωμάτων» γνωστού CSAM. Αν υπάρξει ταυτοποίηση, αποστέλλεται ειδοποίηση στις αρχές. Στην πράξη, το CSS παρακάμπτει την κρυπτογράφηση, αφού η ανίχνευση γίνεται πριν αυτή ενεργοποιηθεί.

5.     Νομική Βάση και Διαδικαστικά Ζητήματα

5.1.          Νομική Βάση

Η πρόταση στηρίζεται στο Άρθρο 114 ΣΛΕΕ (εσωτερική αγορά), λειτουργώντας ως lex specialis έναντι του Digital Services Act (DSA), γεγονός που επηρεάζει το σύνολο της ευρωπαϊκής ψηφιακής νομοθεσίας. Ωστόσο, πρόκειται για νομική βάση που παραδοσιακά χρησιμοποιείται για ζητήματα αγοράς, όχι για τόσο παρεμβατικές ρυθμίσεις που επηρεάζουν θεμελιώδη δικαιώματα.

5.2.          Παραβίαση Θεμελιωδών Δικαιωμάτων

5.2.1.     Παραβίαση των Άρθρων 7 και 8 του ΧΘΔΕΕ

Η πρόταση εγείρει σοβαρά ερωτήματα ως προς τη συμβατότητά της με τα Άρθρα 7 (Σεβασμός της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής) και 8 (προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα) του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής «ΧΘΔΕΕ»). Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων (EDPS) και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Προστασίας Δεδομένων (EDPB), στην κοινή τους γνώμη 04/2022, κατέληξαν ότι η πρόταση θα μπορούσε να καταστεί η βάση για de facto γενικευμένη και διακριτική σάρωση του περιεχομένου σχεδόν όλων των τύπων ηλεκτρονικών ιδιωτικών επικοινωνιών των χρηστών των εφαρμογών [7].

5.2.2.     Νομολογιακό Πλαίσιο του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής «ΔΕΕ») έχει καθιερώσει σταθερή νομολογία κατά της γενικευμένης επιτήρησης. Στις υποθέσεις Digital Rights Ireland [8] (C-293/12), Tele2 Sverige (C-203/15) και La Quadrature du Net (C-511/18, C-512/18, C-520/18), το ΔΕΕ αποφάνθηκε ότι το ενωσιακό δίκαιο αποκλείει εθνικά νομοθετικά μέτρα που προβλέπουν, ως προληπτικό μέτρο, τη γενική και διακριτική διατήρηση δεδομένων κίνησης και τοποθεσίας σχετικά με ηλεκτρονικές επικοινωνίες, για σκοπούς καταπολέμησης σοβαρού εγκλήματος [9].

5.2.3.     Το Κριτήριο του Άρθρου 52(1) του Χάρτη

Πέραν της συγκεκριμένης νομολογίας περί γενικευμένης επιτήρησης, η πρόταση αντιμετωπίζει θεμελιώδες πρόβλημα σχετικά με τον έλεγχο αναλογικότητας που προβλέπει το Άρθρο 52(1) του Χάρτη, το οποίο απαιτεί κάθε περιορισμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων να προβλέπεται από τον νόμο, να σέβεται την ουσία αυτών των δικαιωμάτων, και υπό την αρχή της αναλογικότητας, να επιβάλλεται μόνο εάν είναι αναγκαίος και ανταποκρίνεται πραγματικά σε στόχους γενικού συμφέροντος.

Η διαδικασία των εντολών ανίχνευσης, ακόμη και με τις προτεινόμενες εγγυήσεις, αδυνατεί να περάσει τον τριπλό έλεγχο της νομιμότητας, αναγκαιότητας και αναλογικότητας stricto sensu που απαιτεί το Άρθρο 52(1).

5.2.4.     Παραβίαση του Άρθρου 11 του Χάρτη

Η δυνητική επίδραση "chilling effect" στην ελευθερία της έκφρασης και πληροφόρησης (Άρθρο 11 του Χάρτη) συνιστά επιπλέον προβληματική διάσταση της πρότασης, καθώς οι πολίτες ενδέχεται να αυτο-περιορίζονται στην ψηφιακή τους έκφραση υπό τον φόβο παρακολούθησης.

6.     Πρακτικές Επιπτώσεις και Κοινωνικό-Οικονομικές Συνέπειες

Η υιοθέτηση του προτεινόμενου κανονισμού θα επιφέρει σοβαρές πρακτικές συνέπειες για επιχειρήσεις, πολίτες και την ευρύτερη κοινωνία:

Επιχειρηματικές Επιπτώσεις: Οι πάροχοι υπηρεσιών θα αναγκαστούν να αναδιαρθρώσουν ριζικά την αρχιτεκτονική ασφαλείας τους, με αυξημένο κόστος συμμόρφωσης που θα μεταφερθεί στους καταναλωτές. Η αβεβαιότητα ως προς την τεχνική εφαρμογή θα αποθαρρύνει επενδύσεις σε καινοτόμες τεχνολογίες ασφαλείας.

Κοινωνικές Επιπτώσεις: Η δημιουργία κλίματος καχυποψίας θα επηρεάσει δυσανάλογα ευάλωτες ομάδες που βασίζονται στην ανώνυμη επικοινωνία για την προστασία τους, συμπεριλαμβανομένων δημοσιογράφων, ακτιβιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας.

Γεωπολιτικές Επιπτώσεις: Η ΕΕ θα χάσει το ηθικό πλεονέκτημα στις διεθνείς συζητήσεις περί ψηφιακών δικαιωμάτων, παρέχοντας πολύτιμα επιχειρήματα σε αυταρχικά καθεστώτα για την αιτιολόγηση των δικών τους μέτρων επιτήρησης. Παράλληλα, θα υπάρχει πλέον σε όλες τις υποδομές επικοινωνίας που διαθέτει μια τρωτότητα σε ό, τι αφορά την κρυπτογράφηση, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά ζητήματα της άμυνας των κρατών – μελών.

7.     Συμπεράσματα

Η προστασία των παιδιών είναι αδιαπραγμάτευτη, αλλά η επιδίωξή της δεν μπορεί να στηρίζεται σε μέτρα που παραβιάζουν τα θεμελιώδη δικαιώματα και υπονομεύουν την ψηφιακή ασφάλεια.

Παρά τις διαδικαστικές εγγυήσεις, η προτεινόμενη διαδικασία εγείρει σοβαρά ερωτήματα αναλογικότητας. Η εφαρμογή στις κρυπτογραφημένες υπηρεσίες μέσω client-side scanning καθιστά την προστασία εκ σχεδιασμού αναποτελεσματική, ενώ η γενικευμένη φύση της σάρωσης δεν ικανοποιεί το κριτήριο της στοχευμένης παρέμβασης που απαιτεί η νομολογία του ΔΕΕ. Πρακτικά, η φύση των εντολών ανίχνευσης προσιδιάζει περισσότερο σε γενικευμένη επιτήρηση, κάτι που η νομολογία του ΔΕΕ έχει απορρίψει επανειλημμένα.

Ο προτεινόμενος κανονισμός, στη σημερινή του μορφή, αδυνατεί να ικανοποιήσει τα κριτήρια αναγκαιότητας και αναλογικότητας που απαιτούνται από τη νομολογία του ΔΕΕ. Η υιοθέτησή του θα συνιστούσε παραβίαση του ουσιώδους περιεχομένου θεμελιωδών δικαιωμάτων όπως αυτών της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής και της προστασίας προσωπικών δεδομένων.

Παραπομπές 

[1]Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1232.του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουλίου 2021, περί προσωρινής παρεκκλίσεως από ορισμένες διατάξεις της οδηγίας 2002/58/ΕΚ όσον αφορά τη χρήση τεχνολογιών από παρόχους υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμών για την επεξεργασία προσωπικών και άλλων δεδομένων, προς καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο

[2] ΕΣΠΔ-ΕΕΠΔ, «Κοινή γνωμοδότηση 4/2022 σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κανόνων με σκοπό την πρόληψη και την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, 28/07/2022

[3] Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, «ΕΚΘΕΣΗ σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κανόνων με σκοπό την πρόληψη και την καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών», 16.11.2023 - (COM(2022)0209 – C9‑0174/2022 – 2022/0155(COD))

[4] Εσκεμμένη προσέγγιση και επικοινωνία με ανήλικο, κυρίως μέσω διαδικτυακών μέσων, με σκοπό τη χειραγώγησή του και την προετοιμασία για μελλοντική σεξουαλική κακοποίηση ή εκμετάλλευση.

[5] Ευρωπαϊκή Επιτροπή, «Συχνές ερωτήσεις», ερώτημα «Πως θα διασφαλίσει η νομοθεσία αυτή την προστασία της ιδιωτικής ζωής», προσπελάστηκε στις 15/9/2025, ώρα 13:07

[6] Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, «How the EU is fighting child sexual abuse online», προσπελάστηκε στις 15/9/2025, ώρα 13:11

[7] 'EDPB-EDPS Joint Opinion 04/2022 on the Proposal for a Regulation of the European Parliament and of the Council laying down rules to prevent and combat child sexual abuse (28 July 2022)

[8] Με την απόφαση «Digital Rights Ireland» καταργήθηκε η Οδηγία 2006/24/ΕΚ, την οποία ενσωμάτωσε ο ν. 3917/2011, ο οποίος παραμένει σε ισχύ στην Ελλάδα.

[9] ΔΕΕ, Commissioner of An Garda Síochána,C140/20, 5/4/2022.

Στέργιος Κωνσταντίνου είναι Δικηγόρος, Advanced LLM – IP & ICT Law και διαθέτει μεταξύ άλλων πιστοποιήσεις  CIPP/E, CIPM, FIP

 

 


Η μυστικοπάθεια του Ιουλίου Καίσαρα: Μια ιστορική αναδρομή στις μεθόδους κρυπτογράφησης

Γράφει o Γιάννης Ντόκος*

Φαντάσου, για μια στιγμή, τον Ιούλιο Καίσαρα να ζει τον 21ο αιώνα. Όχι πλέον με χρυσή πανοπλία και λεγεώνες να τον υπηρετούν, αλλά με ένα κινητό στο χέρι που θα είχε σίγουρα ενεργοποιημένη διπλή επαλήθευση, face unlock και VPN! Γιατί; Γιατί, όπως φαίνεται, ο Καίσαρας εκτιμούσε ιδιαίτερα την ιδιωτικότητα των συνομιλιών του. Ήξερε ότι οι πληροφορίες είναι δύναμη και ότι, αν θες να τις κρατήσεις ασφαλείς, πρέπει να τις προστατεύσεις.

Πώς φτάσαμε όμως από τον πιο μυστικοπαθή αυτοκράτορα που έζησε ποτέ, στους  “αλγορίθμους AES” και τα “κλειδιά RSA”; Εμπρός, πίσω, στην αρχαία Ρώμη!

Από το πεδίο της μάχης στα μυστικά μηνύματα

Η Ρώμη του 1ου αιώνα π.Χ. ήταν γεμάτη κατασκόπους, προδότες και περίεργους τύπους. Σαν το Facebook, ένα πράγμα: ό,τι έλεγες, μπορούσε να διαρρεύσει, και το κουτσομπολιό έπαιρνε κι έδινε!

Ο Ιούλιος Καίσαρας ήξερε πως κάθε γράμμα που έστελνε στους συμμάχους του μπορούσε να πέσει στα λάθος χέρια. Έτσι εφηύρε μια απλή αλλά αποτελεσματική μέθοδο για να προστατεύσει τα μηνύματα αυτά: την κρυπτογράφηση. Συγκεκριμένα, ανέπτυξε αυτό που σήμερα ονομάζουμε “ο Κώδικας του Καίσαρα” (“Caesar cipher”).

Τι είναι ο Κώδικας του Καίσαρα;

Για να λέμε την αλήθεια, όχι κάτι εξαιρετικά περίπλοκο. Ο Καίσαρας βασίστηκε στην ιδέα της αντικατάστασης. Έπαιρνε κάθε γράμμα του μηνύματος και το μετατόπιζε κατά έναν σταθερό αριθμό θέσεων στο αλφάβητο. Για παράδειγμα, με μετατόπιση +3, το Α γινόταν Δ, το Β γινόταν Ε, το Γ γινόταν Ζ κ.ο.κ.

Έτσι, η  γνωστή του φράση: Veni, vidi, vici με την εφαρμογή του κώδικα του Καίσαρα με μετατόπιση +3 γινόταν:

Yhql, ylgl, ylfl

Βέβαια, αυτό ήταν ένα μήνυμα που έκανε ο ίδιος γνωστό τοις πάσι, οπότε η κρυπτογράφησή του δε θα είχε ιδιαίτερο νόημα!

Το Yhql, ylgl, ylfl, για τα μάτια ενός απλού στρατιώτη ή πολίτη, φαινόταν ακατανόητο. Μόνο οι πραγματικά “ψαγμένοι” της εποχής ήξεραν τον αριθμό μετατόπισης και μπορούσαν να επαναφέρουν το μήνυμα στην αρχική του μορφή (μετατοπίζοντας τα νέα γράμματα 3 θέσεις πίσω).

Γιατί δούλευε τότε, αλλά όχι σήμερα;

Τον 1ο αιώνα π.Χ., η ιδέα αυτή ήταν επαναστατική. Η μαθηματική θεωρία της κρυπτογραφίας δεν ήταν διαδεδομένη στον απλό κόσμο, υπολογιστές δεν υπήρχαν (παρά μόνο στα Αντικύθηρα) για να δοκιμάσουν όλες τις πιθανές μετατοπίσεις. Σπανίως κάποιος να καταλάβαινε τι γινόταν, κι ακόμα κι έτσι η μετατόπιση με το χέρι ήταν δύσκολη υπόθεση!

Σήμερα, όμως, ένας μέσος υπολογιστής μπορεί να δοκιμάσει και τις 25 πιθανές μετατοπίσεις (ο αριθμός προφανώς εξαρτάται από τον αριθμό γραμμάτων της κάθε αλφαβήτου) σε λιγότερο από ένα δευτερόλεπτο. Ο κώδικας του Καίσαρα είναι σίγουρα μια απαρχαιωμένη μέθοδος κρυπτογράφησης (κυριολεκτικά και μεταφορικά).

Η κρυπτογράφηση μετά τον Καίσαρα

Η ιδέα του “μεταμφιεσμένου” μηνύματος δεν πέθανε μετά την αρχαία Ρώμη, αλλά εξελίχθηκε. Στον Μεσαίωνα, μοναχοί, έμποροι και βασιλιάδες ανέπτυξαν πιο περίπλοκα συστήματα. Κατά την Αναγέννηση, ο Blaise de Vigenère παρουσίασε έναν πιο ανθεκτικό κώδικα με χρήση “κλειδιών” που επαναλαμβάνονται, αποφεύγοντας το σταθερό μοτίβο του Καίσαρα (που ήταν κι ένα απο τα “ψεγάδια” της μεθόδου αυτής).

Στον 20ό αιώνα, η κρυπτογράφηση μπήκε στην υπηρεσία των στρατών με μηχανές όπως η περίφημη Enigma των Γερμανών στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η οποία έσπασε τελικά από τον Alan Turing και την ομάδα του στο Bletchley Park – ένα επίτευγμα που συντόμευσε τον πόλεμο κατά χρόνια.

Από τον Καίσαρα στα κλειδιά 256-bit

Σήμερα, η κρυπτογράφηση είναι παντού: στις τραπεζικές συναλλαγές, στα μηνύματα που στέλνεις στο κινητό, ακόμη και στο Wi-Fi σου. Τα πρωτόκολλα όπως το AES (Advanced Encryption Standard) και το RSA βασίζονται σε πολύπλοκα μαθηματικά προβλήματα, τα οποία, για να λυθούν χωρίς το σωστό «κλειδί», θα χρειαζόταν περισσότερος χρόνος απ’ ό,τι έχει απομείνει μέχρι τη θερμική κατάρρευση του ήλιου. Άλλες μέθοδοι κρυπτογράφησης είναι το One-Time Pad, DES, 3DES, Blowfish, Twofish, Skipjack (πολλά ψάρια πέσανε), Elliptic Curve Cryptography (ECC) και άλλες πολλές! Ας ρίξουμε μια ματιά στις δύο πιο διαδεδομένες.

Η AES είναι ο “βασιλιάς” της συμμετρικής κρυπτογράφησης στον 21ο αιώνα. Αντί για απλή μετατόπιση γραμμάτων, χρησιμοποιεί πολύπλοκους μαθηματικούς μετασχηματισμούς σε μπλοκ δεδομένων των 128-bit, με κλειδιά 128, 192 ή 256 bit. Για να το «σπάσει» κάποιος με ωμή δύναμη (brute force, που λέει και η γιαγιά μου), θα χρειαζόταν υπολογιστική ισχύ μεγαλύτερη από ό,τι υπάρχει σήμερα στο σύμπαν (και μάλλον και σε άλλα σύμπαντα, αν αυτά υπάρχουν). Το AES χρησιμοποιείται παντού: από τραπεζικές συναλλαγές και VPN, μέχρι την αποθήκευση δεδομένων σε κινητά.

Η RSA, από την άλλη, φέρνει κάτι διαφορετικό: ασύμμετρη κρυπτογράφηση. Δεν υπάρχει μόνο ένα κοινό μυστικό κλειδί, αλλά ένα ζευγάρι κλειδιών - δημόσιο και ιδιωτικό -  τα οποία σχετίζονται το ένα με το άλλο. Το δημόσιο μπορείς να το μοιραστείς ελεύθερα για να σου στέλνουν μηνύματα, αλλά μόνο το ιδιωτικό σου κλειδί μπορεί να τα αποκρυπτογραφήσει (και προφανώς πρέπει να μείνει κρυφό). Η ασφάλειά της βασίζεται στο γεγονός ότι, ενώ είναι εύκολο να πολλαπλασιάσεις δύο τεράστιους πρώτους αριθμούς, είναι πρακτικά αδύνατο να βρεις αυτούς τους αριθμούς αν έχεις μόνο το γινόμενο. Η RSA είναι η “καρδιά” του HTTPS, της ηλεκτρονικής υπογραφής και της ασφαλούς ανταλλαγής κλειδιών.

Τόσο η AES, όσο και η RSA βασίζονται στη μυστικότητα των κλειδιών. Εάν το κλειδί της AES, ή το ιδιωτικό κλειδί της RSA γίνουν γνωστά, τα μηνύματα δεν είναι πλέον ασφαλή!

Η κρυπτογράφηση και η ιδιωτικότητα – τότε και τώρα

Στην εποχή του Καίσαρα, η ιδιωτικότητα σήμαινε να μη φτάσει το γράμμα σου στα λάθος χέρια. Σήμερα, η έννοια έχει επεκταθεί: αφορά τα δεδομένα μας, τις φωτογραφίες μας, τις συνομιλίες μας, τις τοποθεσίες μας, ακόμα και τις συνήθειες πλοήγησής μας. Και ενώ η τεχνολογία μάς έχει δώσει εργαλεία ανώτερα από οποιονδήποτε κώδικα της Ρώμης, ταυτόχρονα έχει αυξήσει και τους κινδύνους. Σήμερα, η κρυπτογράφηση εξελίσσεται με τη χρήση κβαντικών υπολογιστών, οι οποίοι ανατρέπουν όλα τα δεδομένα και προσδοκίες σχετικά με το πως οι πληροφορίες κρυπτογραφούνται και αποκρυπτογραφούνται!

Ένα διαχρονικό μάθημα

Η ιστορία του Ιουλίου Καίσαρα και του κώδικά του μας υπενθυμίζει ότι η ανάγκη για προστασία των πληροφοριών είναι τόσο παλιά όσο και ο ίδιος ο πολιτισμός και η ιστορία του κόσμου. Από τα απλά αλφάβητα της Ρώμης μέχρι την κβαντική κρυπτογράφηση του αύριο, ο στόχος παραμένει ο ίδιος: να κρατήσουμε τα μυστικά μας… μυστικά.

Η διαφορά είναι ότι σήμερα δεν αρκεί να μετακινήσουμε γράμματα. Χρειάζεται να κατανοήσουμε τους κινδύνους, να χρησιμοποιούμε σύγχρονα εργαλεία και –ίσως το πιο δύσκολο– να καλλιεργήσουμε μια κουλτούρα προστασίας της ιδιωτικότητας. Γιατί, όπως έδειξε και η μοίρα του Καίσαρα, ακόμη κι αν κρύβεις τα λόγια σου, πρέπει να προσέχεις και τους ανθρώπους γύρω σου.

Αν ποτέ σκεφτείς ότι η κρυπτογράφηση είναι υπερβολή, θυμήσου ότι ένας από τους πιο ισχυρούς άνδρες στην ιστορία έκανε τα γράμματα “σαλάτα” για να προφυλάξει τα μυστικά του. Λες αυτό να είναι η σαλάτα του Καίσαρα τελικά;

*Ο Γιάννης Ντόκος είναι ειδικός IT Governance, Risk, and Compliance (GRC) και μέλος της Homo Digitalis.

 


Η Homo Digitalis συμμετέχει σε έργο της ΕΕ για την προώθηση ιδιωτικών και ασφαλών ηλεκτρονικών πληρωμών επόμενης γενιάς

Ένα νέο σύστημα ηλεκτρονικών πληρωμών που είναι κοινωνικά, οικολογικά και φορολογικά υπεύθυνο, για να κάνει τις πληρωμές εύκολες για όλους μας. Αυτός είναι ο στόχος του πιλοτικού προγράμματος Next Generation Internet με την ονομασία NGI TALER.

Η κοινοπραξία NGI TALER συντονίζεται από την ομάδα Θεωρίας Κωδικοποίησης και Κρυπτολογίας του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου του Αϊντχόβεν και έχει δέκα ακόμη εταίρους από οκτώ ευρωπαϊκές χώρες (Ολλανδία, Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Λουξεμβούργο και Ελβετία). Η κοινοπραξία ποικίλλει ως προς τους τύπους των ιδρυμάτων, συμπεριλαμβανομένων ερευνητικών (Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Eindhoven) και εφαρμοσμένων πανεπιστημίων (Berner Fachhochschule BFH), μικρών κερδοσκοπικών εταιρειών (Code Blau GmbH, Taler Systems S.A., VisualVest), μιας δομής (petites singularités), συνεταιριστικών τραπεζών (GLS Bank, MagNet Bank), ενός ιδρύματος (Stichting NLnet) και οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών (E-Seniors Association, Homo Digitalis).

Η λύση πληρωμών GNU Taler διαφέρει από τις τρέχουσες διαδικτυακές μεθόδους πληρωμών, όπως οι πιστωτικές κάρτες ή τα τραπεζικά εμβάσματα, καθώς προσφέρει ιδιωτικότητα για τον αγοραστή: ούτε οι έμποροι (δικαιούχοι) ούτε οι τράπεζες μπορούν να εντοπίσουν ή να συνδέσουν τις πληρωμές με τον καταναλωτή. Αυτό καθιστά το σύστημα παρόμοιο με τα μετρητά για τον καταναλωτή, φέρνοντας αυτό το επίπεδο ιδιωτικότητας στις ηλεκτρονικές πληρωμές.

Είναι επίσης μια επιλογή πληρωμής χωρίς κίνδυνο για τον έμπορο, καθώς δεν υπάρχει ισοδύναμο με πλαστές ή κλεμμένες πιστωτικές κάρτες, καθώς οι πληρωμές εκκαθαρίζονται και επιβεβαιώνονται αμέσως όπως τα μετρητά. Δεν εμπλέκεται νέο νόμισμα, δεν υπάρχει ενεργοβόρα μέθοδος proof-of-work ή proof-of-stake και η έγκριση της πληρωμής διεκπεραιώνεται ακόμη πιο γρήγορα από ό,τι με τις πιστωτικές κάρτες. Το ευρωπαϊκό πρόγραμμα NGI TALER επιβάλλει τη διαφάνεια από την πλευρά του δικαιούχου της πληρωμής , επιτρέποντας στις κυβερνήσεις να καθιστούν τις επιχειρήσεις υπόλογες για τα εισοδήματα και τις φορολογικές τους υποχρεώσεις.

Το NGI TALER χρηματοδοτείται ως πιλοτικό πρόγραμμα στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας Next Generation Internet (NGI) στο πλαίσιο του προγράμματος χρηματοδότησης της έρευνας Horizon Europe της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και θα διαρκέσει έως το 2026. Το έργο αυτό βασίζεται στο ελεύθερο λογισμικό GNU Taler, το οποίο έχει αναπτυχθεί από την κοινότητα GNU και την Taler Systems S.A., και το οποίο έχει λάβει ευρεία επιδοκιμασία από οικονομικούς εμπειρογνώμονες, συμπεριλαμβανομένων εμπειρογνωμόνων από διάφορες κεντρικές τράπεζες – συμπεριλαμβανομένης της Ελβετικής Εθνικής Τράπεζας (SNB).

Στόχος του προγράμματος είναι να καταστήσει το GNU Taler διαθέσιμο ως σύστημα πληρωμών μέσω δύο ευρωπαϊκών τραπεζών – της GLS Bank (Γερμανία) και της MagNet Bank (Ουγγαρία). Φιλοδοξία του NGI TALER είναι να φτάσει στην ευρωπαϊκή αγορά κατά τη διάρκεια της περιόδου του προγράμματος και να έχει γίνει αποδεκτός και ευρέως αποδεκτός ο μηχανισμός πληρωμών μέχρι το τέλος του προγράμματος.

Κάτω από το καπό, το GNU Taler χρησιμοποιεί κρυπτογραφία τελευταίας τεχνολογίας για την επίτευξη αυτών των χαρακτηριστικών. Η αρχική επένδυση στην απαιτούμενη υποδομή είναι χαμηλή και ο μηχανισμός πληρωμών λειτουργεί πιο αποδοτικά σε σχέση με τις υπάρχουσες λύσεις πληρωμών, με χαμηλότερο κόστος συναλλαγής – ένα όφελος που θα μοιραστούν οι καταναλωτές, οι έμποροι και οι τράπεζες. Αυτό τον καθιστά βιώσιμο υποψήφιο για μικροπληρωμές, δημιουργώντας μια ενδιαφέρουσα και φιλική προς την ιδιωτικότητα εναλλακτική λύση στα έσοδα που βασίζονται σε συνδρομές ή διαφημίσεις για τις εφημερίδες και άλλους εκδότες.

Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφθείτε την ιστοσελίδα του έργου εδώ.