Γράφει ο Δημήτρης Ντόσας*
Υπάρχει -διεθνώς- μια παραδοξότητα που βρίσκεται σε εξέλιξη.
Από τη μία πλευρά, παρατηρείται μια ολοένα αυξανόμενη ευαισθητοποίηση του κόσμου στον τομέα των προσωπικών δεδομένων, της online παρακολούθησης, των ψηφιακών δικαιωμάτων. Από την άλλη, πολλοί και πολλές τείνουν να πιστεύουν πως η ιδιωτικότητα δεν είναι θέμα μείζονος σημασίας καθώς “δεν έχουν κάτι να κρύψουν”.
Αυτό συμβαίνει για πολλούς λόγους. Η κυρίαρχη αφήγηση θέλει να συνδέσει τη μαζική παρακολούθηση με την έρευνα για άσκηση παράνομων δραστηριοτήτων. Ταυτόχρονα, θεωρούμε πως οι μεγάλες εταιρείες του GAFAM (Google, Apple, Facebook, Amazon και Microsoft), και όχι μόνο, ασφαλίζουν επαρκώς τα δεδομένα μας οπότε δεν υπάρχει λόγος να φοβόμαστε την έκθεση.
Είναι όμως έτσι; Χρειάζεται να είσαι εγκληματίας ή τεχνοφρικιό (sic) για να σε απασχολεί το τι συμβαίνει με το ψηφιακό σου αποτύπωμα;
Μάλλον όχι!
Όπως πολύ εύστοχα είχε αναφέρει ο Edward Snowden, “το να λες ότι το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα δε σε αφορά, επειδή δεν έχεις κάτι να κρύψεις, είναι το ίδιο με το να λες ότι το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης δε σε αφορά, επειδή δεν έχεις κάτι να πεις”.
Στο παρόν άρθρο δεν έχουμε σκοπό να δώσουμε έτοιμες απαντήσεις, αλλά να θέσουμε το ερώτημα στη ορθή του βάση.
“Data is the new Oil”
Η τελευταία δεκαετία είναι μια πολύ συμπυκνωμένη ιστορικά περίοδος σε σχέση με την ενσωμάτωση της ανθρωπότητας στον ψηφιακό κόσμο.
Ο Homo Consumus υπέστη μια βίαιη μετάβαση, καθώς πολλές πρακτικές της καθημερινότητάς του μεταφέρθηκαν, ολοκληρωτικά ή μερικώς, σε ψηφιακό περιβάλλον.
Δραστηριότητες που άπτονται της επικοινωνίας, της ψυχαγωγίας, της κατανάλωσης, της αναζήτησης πληροφοριών, κλπ. είναι πλέον μόνο ένα “κλικ” μακριά.
Τα τελευταία χρόνια, η κάλυψη πολλών αναγκών μας γίνεται ευκολότερα και αποδοτικότερα μέσω των νέων τεχνολογιών και καινοτομιών, αλλά ταυτόχρονα παρουσιάζονται και δυνατότητες που χρήζουν συζήτησης.
Δυνατότητα 1: Οι ηλεκτρονικές συσκευές έχουν εξελιχθεί τόσο, ώστε να έχουν πλέον τη δυνατότητα καταγραφής μεγάλου εύρους της συμπεριφοράς και του περιβάλλοντος μας. Σκεφτείτε πόσα διαφορετικά είδη δεδομένων μπορούν να συλλέξουν οι σένσορες ενός έξυπνου κινητού. Τα δεδομένα αυτά αφορούν από τη θερμοκρασία και την τοποθεσία στην οποία βρισκόμαστε, μέχρι το πότε κοιμόμαστε κ.ο.κ. Επιπλέον, υπηρεσίες όπως οι μηχανές αναζήτησης και τα social media, συλλέγουν αναλυτικά στοιχεία για το τι διαβάζουμε, πώς αντιδρούμε σε αυτά, με ποιους και τι μοιραζόμαστε. Η λίστα είναι -σχεδόν- ατελείωτη.
Δυνατότητα 2: Είναι η πρώτη φορά που τα δεδομένα και οι πληροφορίες που προκύπτουν, μπορούν να καταγραφούν, να αποθηκευτούν και να επεξεργαστούν σε τόσο μεγάλους όγκους.
Ο συνήθης κύκλος ζωής -πλέον- μιας δραστηριότητας που γίνεται με ψηφιακό τρόπο είναι: α) να καταγραφεί από κάτι για κάποιον-κάπου, β) να αποθηκευτεί και να επεξεργαστεί, γ) να συνδυαστεί με άλλες για να παραχθούν συμπεράσματα.
Οι περιπτώσεις χρήσης που προκύπτουν ήταν αρκετές ώστε να καταστήσουν τη συλλογή και επεξεργασία δεδομένων ένα αγαθό με αξία τέτοια, που να θέτει σε αμφισβήτηση ακόμα και την πρωτοκαθεδρία του μαύρου χρυσού στην αντίστοιχη κλίμακα.
Είναι μια διαρκής καταγραφή της καθημερινής πρακτικής του ατόμου. Ένας τεράστιος όγκος στοιχείων που η σύνθεση τους μπορεί με μεγάλη ακρίβεια να προσδιορίσει ποιοι είμαστε, πώς ζούμε και επικοινωνούμε, πώς ερωτευόμαστε, τι ανάγκες έχουμε, τις πολιτικές-κοινωνικές πεποιθήσεις και πολλά άλλα
From personal profiling to social trends
Η ψηφιοποίηση της ζωής μας αποκτά ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον, διότι παράγει ένα μοναδικό προφίλ για τον καθένα και την καθεμιά από εμάς. Τα δεδομένα και τα μεταδεδομένα [1] της διαδικτυακής μας κίνησης μπορούν να σχηματίσουν ένα πολύ ακριβές και πλούσιο ψηφιδωτό της ψηφιακής μας ταυτότητας.
Μπορείτε ενδεικτικά να δείτε και εδώ και εδώ, μερικά από τα στοιχεία που διατηρούν δυο τεχνολογικοί κολοσσοί για εμάς.
Κάποιος θα ισχυριστεί ότι δεν έχει δα και τόση σημασία αν κάποιος γνωρίζει για σένα τι ψώνισες χθες από το σουπερμάρκετ, τι μουσική άκουσες το πρωί, πόσο συχνά μπαίνεις στο Instagram. Όλα τα παραπάνω είναι φαινομενικά ασήμαντα.
Ακόμα και αν ήταν δημόσια όλα αυτά τα στοιχεία για τη ζωή κάποιου, δε θα απειλούνταν με άμεσο τρόπο η προσωπικότητα και η ελευθερία του σε μια φαινομενικά δημοκρατική κοινωνία.
Όντως, το να γνωρίζει κάποιος π.χ. τι μουσική άκουσες το πρωί, δεν έχει τόσο μεγάλη αξία από μόνο του.
Τι γίνεται, όμως, αν βρίσκεται υπό την κατοχή κάποιου ένα μεγάλο υποσύνολο του ψηφιακού ιστορικού σου;
Ποια άρθρα διάβασες, σε ποια νέα της επικαιρότητας έκανες like, με ποιους επικοινώνησες, τις αναζητήσεις σου στο Google, τις ώρες που είσαι ενεργός, μέχρι και τι φαγητό παρήγγειλες. Δε μιλάμε πλέον για ασύνδετα και μεμονωμένα δεδομένα και σίγουρα, δεν αναφερόμαστε πλέον σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Είναι μια διαρκής καταγραφή της καθημερινής πρακτικής του ατόμου. Ένας τεράστιος όγκος στοιχείων που η σύνθεση τους μπορεί με μεγάλη ακρίβεια να προσδιορίσει ποιοι είμαστε, πώς ζούμε και επικοινωνούμε, πώς ερωτευόμαστε, τι ανάγκες έχουμε, πολιτικές-κοινωνικές πεποιθήσεις που ασπαζόμαστε και πληθώρα άλλων πραγμάτων.
Μεγαλώνοντας την κλίμακα παρατήρησης, αν αθροιστούν όλα αυτά τα ατομικά προφίλ, μπορούν να σχηματίσουν κοινότητες. Μπορούν να εξαχθούν κοινωνικές τάσεις σχηματίζοντας πλήθη με βάση γεωγραφικά κριτήρια, το φύλο, την εθνικότητα, τις καταναλωτικές συνήθειες, τα πολιτικά πιστεύω και μια σειρά άλλων διαστάσεων.
Είναι η στιγμή, που από χρήστες μιας πλατφόρμας γινόμαστε προϊόντα μια συναλλαγής, που δε θα μάθουμε ποτέ
If you are not paying for the product, the product is you
Οι δυνατότητες της νέας εποχής προφανώς δεν έχουν μείνει ανεκμετάλλευτες. Σχεδόν κάθε γνωστή εφαρμογή ή υπηρεσία που χρησιμοποιούμε στο διαδίκτυο, συλλέγει προσωπικά δεδομένα μας.
Αναρωτηθήκατε ποτέ ποιο είναι το επιχειρηματικό μοντέλο εταιρειών σαν τη Facebook και τη Google? Γιατί μας παρέχουν τόσο ποιοτικές υπηρεσίες δωρεάν; Το κάνουν γιατί κερδίζουν τα πολλαπλάσια από αυτά που ξοδεύουν μέσω της εκμετάλλευσης των δεδομένων και του περιεχομένου που εμείς παράγουμε. Είτε δίνοντας τη δυνατότητα σε ένα διαφημιστή για βέλτιστη εξατομικευμένη προώθηση προϊόντων είτε πουλώντας (με έντεχνο, νόμιμο (;) και ηθικό τρόπο, sic) τα δεδομένα σε τρίτα μέρη, όπως δημοσκοπικές εταιρείες και συμβούλους πολιτικής καμπάνιας, κ.ο.κ.
Εάν κάποιος σας έκανε 100 ερωτήσεις σχετικά με την προσωπική σας ζωή για να τα πουλήσει, θα του απαντούσατε; Πιθανώς όχι. Αλλά το αφήνουμε να συμβαίνει κάθε φορά που χρησιμοποιούμε μια υπηρεσία, που αποκομίζει κέρδη πουλώντας τις πληροφορίες μας. Είναι η στιγμή που, από χρήστες μιας πλατφόρμας γινόμαστε προϊόντα μια συναλλαγής, που δε θα μάθουμε ποτέ.
Και το σημαντικό βέβαια εδώ δεν είναι μόνο τα κέρδη. Αυτό που προκαλεί προβληματισμούς είναι ότι όλος αυτός ο όγκος πληροφοριών είναι εκεί, πάντα διαθέσιμος για κάποιον να τον εκμεταλλευτεί για σκοπούς που δεν μπορούμε να γνωρίζουμε και, προφανώς, ούτε να ελέγξουμε. Τι θα γινόταν αν όλη αυτή η πληροφορία έπεφτε σε “λάθος χέρια”;
Σε μια φαινομενικά πιο αθώα περίπτωση, τα παραπάνω χρησιμοποιούνται από ένα διαφημιστή για λόγους μάρκετινγκ. Στη νέα ζοφερή πραγματικότητα, όμως, έχουν χρησιμοποιηθεί και για να χειραγωγήσουν το αποτέλεσμα των εκλογών σε μια από τις πιο ισχυρές χώρες του πλανήτη, τις ΗΠΑ. Ναι, έχει συμβεί και αξίζει το θέμα λίγο από το χρόνο σας, δείτε περισσότερα εδώ.
Privacy Matters
Ο ερχομός του Διαδικτύου είχε ενθουσιώδη χαρακτηριστικά και ένα από αυτά αποτελεί το γεγονός πως είναι το μόνο μέσο όπου, θεωρητικά και πρακτικά, εμείς επιλέγουμε με ποιες πληροφορίες θα αλληλεπιδράσουμε.
Ταυτόχρονα, η ολοένα και αυξανόμενη ψηφιακή έκθεση μας καθιστά ευάλωτους τόσο σε προσωπικό, όσο και συλλογικό επίπεδο. Όσοι έχουν πρόσβαση στο ψηφιακό μας αποτύπωμα, ασχέτως των προθέσεων τους, έχουν τη δυνατότητα της άμεσης ή έμμεσης παρακολούθησης ποικίλων πτυχών της ζωής μας.
Σε αυτό το νέο περιβάλλον, η ιδιωτικότητα είναι αναγκαία προϋπόθεση εξέλιξης. Είναι κάτι που χρειαζόμαστε για να εξερευνήσουμε τον εαυτό μας, να αποκτήσουμε γνώση και να πάρουμε αποφάσεις σχετικά με τη ζωή μας. Είναι κάτι που μπορεί να διασφαλίσει την ποιότητα της περιήγησης και την αποφυγή εσφαλμένων κατηγοριοποιήσεων του εαυτού μας με ταμπέλες που μπορούν εν δυνάμει να στραφούν εναντίον μας.
Είναι μια προϋπόθεση απαραίτητη ώστε να μπορεί κάποιος να εξερευνήσει τη σεξουαλικότητα του χωρίς να χρειάζεται μετά να γίνεται στόχος διαφημιστικών μηνυμάτων, λόγω των προτιμήσεων του. Είναι προϋπόθεση, ώστε ένας εργαζόμενος να μπορεί να ψάξει μια εναλλακτική στην καριέρα του, χωρίς το φόβο ότι θα ενημερωθεί ο εργοδότης του. Είναι προϋπόθεση για να μπορούμε να εξερευνήσουμε ιδεολογίες και γνώση χωρίς να στιγματιστούμε από κάποιον αλγόριθμο ως “ακραίοι”. Τα παραδείγματα είναι πολλά.
Και η ουσία σε αυτό το σημείο είναι πως χωρίς την έννοια της ιδιωτικότητας, αυτής της μορφής η αυτο-εξερεύνηση δεν υφίσταται.
Η αξία κάθε νέας τεχνολογίας και καινοτομίας έγκειται στη χρήση τους
Αντί επιλόγου
Την τελευταία δεκαετία έχουν ωριμάσει τεχνολογίες με επαναστατικά χαρακτηριστικά ως προς τις δυνατότητες τους. To Διαδίκτυο, οι έξυπνες ηλεκτρονικές συσκευές, τα Big Data, η τεχνητή νοημοσύνη αποτελούν στοιχεία, που μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην πρόοδο των επιστημών και της ανθρωπότητας.
Όμως, το νόμισμα αυτό έχει δύο όψεις. Και πέρα από το θετικό κοινωνικό αντίκτυπο που μπορεί φυσικά να προκύψει, πρέπει να τονίσουμε και προκαταβάλουμε τις ανησυχητικά αρνητικές συνέπειες που εμφανίζονται από την καταχρηστική εκμετάλλευση τους.Γιατί, εν τέλει, η αξία κάθε νέας τεχνολογίας και καινοτομίας έγκειται στη χρήση τους.
Αν θέλουμε να απολαμβάνουμε τα προνόμια της νέας ψηφιακής εποχής χωρίς να κινδυνεύουν οι προσωπικές μας ελευθερίες, οφείλουμε να θωρακίσουμε τους εαυτούς και τις κοινωνίες μας από αυτό το νέο είδος biased διαμεσολάβησης.
Και η πρωταρχική συνθήκη για να το πετύχουμε, είναι να επαναπροσδιορίσουμε τη στάση μας απέναντι στο μετασχηματισμό των προσωπικών δεδομένων από πυρήνα των ατομικών δικαιωμάτων σε κάτι που δεν μας ανήκει, σε κάτι στο οποίο δεν έχουμε ιδιοκτησία, παρά μόνον πρόσβαση.
Το ερώτημα, τελικά, δεν είναι αν υπάρχουν πράγματα που χρειάζεται να “κρύψουμε”, αλλά πόσα είναι αυτά και γιατί.
[1] Ποια η διαφορά δεδομένων και μετα-δεδομένων; Για παράδειγμα σκεφτείτε μια τηλεφωνική κλήση. Τα δεδομένα της κλήσης είναι το τι είπατε, ενώ τα μετα-δεδομένα είναι, τι ώρα καλέσατε, από πού μιλήσατε και πόσο διήρκεσε η κλήση, κτλπ.
* Ο Δημήτρης Ντόσας είναι Μηχανικός Υποδομών και Κυβερνοασφάλειας. Συμμετέχει επί έτη σε έργα συμμόρφωσης δημόσιων και ιδιωτικών οργανισμών στους τομείς της Ασφάλειας Πληροφοριών και επεξεργασίας Προσωπικών Δεδομένων.