Η απόφαση 26/2019 της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα κατά της εταιρείας PwC BS Α.Ε.
Γράφει ο Νικόλας Γανιάρης*
Α) Η κρίση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα
Με την υπ’ αριθμ. 26/2019 απόφαση η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ) επέβαλε για πρώτη φορά πρόστιμο εφαρμόζοντας το Γενικό Κανονισμό για την Προστασία των Δεδομένων (ΓΚΠΔ).
Η απόφαση δημοσιεύτηκε στις 30 Ιουλίου 2019.
O υπεύθυνος επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων, δηλαδή η εταιρεία PwC BS, ζήτησε εγγράφως από τους εργαζομένους τη συγκατάθεσή τους για την επεξεργασία των προσωπικών τους δεδομένων.
Συγκεκριμένα, η εταιρεία ζήτησε τη συγκατάθεση των εργαζομένων για την επεξεργασία: α) όσων δεδομένων συνδέονταν άμεσα με τη σχέση απασχόλησης και την οργάνωση της εταιρείας και β) των δεδομένων που αποθηκεύονταν στα μέσα ηλεκτρονικής επικοινωνίας που παρείχε η εταιρεία στους εργαζομένους της.
Η εταιρεία επεδίωκε με την επεξεργασία αυτών των δεδομένων την εκπλήρωση των εξής σκοπών επεξεργασίας: α) της εκτέλεσης της σύμβασης εργασίας που είχε συνάψει με τους εργαζομένους, β) της εκπλήρωσης των υποχρεώσεων της εταιρείας που απορρέουν από την ασφαλιστική, φορολογική, εργασιακή, τελωνειακή, ευρωπαϊκή και λοιπή νομοθεσία και γ) της διασφάλισης των εννόμων συμφερόντων της εταιρείας.
Το βασικό σφάλμα της εταιρείας ήταν ότι θεμελίωσε την επεξεργασία των δεδομένων των εργαζομένων στη νόμιμη βάση της συγκατάθεσης (άρθρο 6 παρ. 1 στοιχ. α΄ ΓΚΠΔ).
Η επιλογή αυτή ήταν ακατάλληλη και παραπλανητική.
Ακατάλληλη, διότι σπανίως νοείται ελεύθερη συγκατάθεση στο πλαίσιο της σχέσης απασχόλησης, εφόσον αυτή χαρακτηρίζεται από ανισορροπία δυνάμεων ανάμεσα στον εργοδότη και τον εργαζόμενο.
Ο εργαζόμενος δηλαδή δεν μπορεί να παρέχει ελεύθερα τη συγκατάθεσή του στον εργοδότη του, καθώς γνωρίζει ότι αν δεν το κάνει αυτό ενδέχεται να έχει επιπτώσεις στην εργασία του.
Παραπλανητική, γιατί δημιούργησε στους εργαζομένους την εσφαλμένη εντύπωση ότι μπορούν να διακόψουν την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων ανακαλώντας τη συγκατάθεσή τους.
Περαιτέρω, η ΑΠΔΠΧ απέρριψε τον ισχυρισμό της εταιρείας ότι η συγκατάθεση των εργαζομένων αποτελούσε συμπληρωματική νομική βάση επεξεργασίας μαζί με τη νόμιμη βάση της εκτέλεσης σύμβασης εργασίας (άρθρο 6 παρ. 1 στοιχ. β΄ ΓΚΠΔ).
Η ΑΠΔΠΧ απεφάνθη ότι η αμφιταλάντευση του υπευθύνου επεξεργασίας ανάμεσα στις δύο νόμιμες βάσεις, δηλαδή ανάμεσα στη συγκατάθεση των εργαζομένων και στην εκτέλεση της σύμβασης εργασίας, καταδεικνύει την αμφιβολία του για τη νομιμότητα της επεξεργασίας.
Ο υπεύθυνος επεξεργασίας θα έπρεπε να άρει την αμφιβολία αυτή πριν από την έναρξη της επεξεργασίας.
Το δεύτερο σφάλμα της εταιρείας ήταν το γεγονός ότι ζήτησε από τους εργαζομένους να αποδεχτούν ότι τα υπό επεξεργασία δεδομένα συνδέονται με τις ανάγκες της σχέσης απασχόλησης και της οργάνωσης της εταιρείας.
Στην πραγματικότητα η ίδια η εταιρεία έπρεπε να διακρίνει τα συναφή με τους σκοπούς επεξεργασίας δεδομένα των εργαζομένων.
Υπ’ αυτό το σκεπτικό, η ΑΠΔΠΧ προέβη σε επιβολή διορθωτικών μέτρων και προστίμου 150.000 ευρώ στην εταιρεία PwC BS για την παραβίαση των κανόνων του ΓΚΠΔ.
Β) Συμπεράσματα
Η απόφαση 26/2019 της ΑΠΔΠΧ είναι σημαντική για τρεις λόγους.
Πρώτον, με την απόφαση διευκρινίζεται η έννοια της συγκατάθεσης. Η ΑΠΔΠΧ απεφάνθη ότι σπανίως μπορεί η συγκατάθεση που δίνεται στο πλαίσιο της εργασιακής σχέσης να είναι ελεύθερη.
Συνεπώς, οι επεξεργασίες των δεδομένων των εργαζομένων θα πρέπει να θεμελιώνονται στις ορθές νόμιμες βάσεις (λ.χ. στην εκτέλεση της σύμβασης εργασίας), ώστε να μη δημιουργείται στους εργαζομένους η εντύπωση ότι μπορούν να διακόψουν την επεξεργασία των δεδομένων τους ανακαλώντας τη συγκατάθεσή τους.
Επίσης, στην απόφαση παρατίθεται ένα πρακτικό εργαλείο για την επιλογή της ορθής νόμιμης βάσης.
Πρόκειται για τη δοκιμασία της ανάκλησης, σύμφωνα με την οποία εάν μόλις ανακληθεί η συγκατάθεση από το υποκείμενο των δεδομένων η επεξεργασία μπορεί να συνεχιστεί με άλλη νόμιμη βάση, τότε δημιουργούνται αμφιβολίες για τη θεμελίωση της επεξεργασίας στη νόμιμη βάση της συγκατάθεσης επί της αρχής.
Επιπλέον, στην απόφαση διευκρινίζεται ότι η συγκατάθεση έχει την ίδια βαρύτητα με τις υπόλοιπες νόμιμες βάσεις του ΓΚΠΔ.
Δεύτερον, με την απόφαση τονίζεται ότι δεν υπάρχουν νόμιμες βάσεις που να λειτουργούν ως «πανάκεια» για κάθε επεξεργασία προσωπικών δεδομένων.
Η κρίση της ΑΠΔΠΧ καθιστά σαφές ότι ούτε η νόμιμη βάση της συγκατάθεσης (άρθρο 6 παρ. 1 στοιχ. α΄ ΓΚΠΔ) ούτε η νόμιμη βάση της εκτέλεσης σύμβασης (άρθρο 6 παρ. 1 στοιχ. β΄ ΓΚΠΔ) «ταιριάζουν» σε κάθε επεξεργασία.
Ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν «ξεμπερδεύει» με μια αναφορά ότι η επεξεργασία βασίζεται στη συγκατάθεση του υποκειμένου ή στην εκτέλεση της σύμβασης.
Θα πρέπει να καταβάλλεται προσπάθεια από τον υπεύθυνο επεξεργασίας για την επιλογή της ορθής κάθε φορά νόμιμης βάσης επεξεργασίας.
Η άρση οποιασδήποτε σχετικής αμφιβολίας βαραίνει αποκλειστικά τον ίδιο τον υπεύθυνο επεξεργασίας.
Τρίτον, για πρώτη φορά τίθενται σε εφαρμογή τα κριτήρια επιμέτρησης του διοικητικού προστίμου που προβλέπονται στο άρθρο 83 ΓΚΠΔ.
Η ΑΠΔΠΧ κατά την επιβολή του προστίμου έλαβε υπόψη τα εξής στοιχεία:
α) το ότι η εταιρεία παραβίασε βασικές αρχές του ΓΚΠΔ, δηλαδή τις αρχές της νομιμότητας, αντικειμενικότητας και διαφάνειας της επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων,
β) ότι η εταιρεία παραβίασε και την αρχή της λογοδοσίας, αφού δεν παρουσίασε εσωτερική τεκμηρίωση για την επιλογή της νόμιμης βάσης της συγκατάθεσης και μετακύλησε το βάρος της συμμόρφωσης με τον ΓΚΠΔ στους εργαζομένους,
γ) ότι η επιλογή των ορθών νομίμων βάσεων επεξεργασίας δεν παρουσίαζε δυσχέρεια στη συγκεκριμένη περίπτωση,
δ) ότι δεν επήλθε υλική ζημία στους εργαζομένους ή οικονομικό όφελος στην εταιρεία από την παράνομη επεξεργασία που έλαβε χώρα,
ε) ότι η παράνομη επεξεργασία οφειλόταν σε αμέλεια του υπευθύνου επεξεργασίας και
στ) την πρόθεση του υπευθύνου επεξεργασίας να συνεργαστεί με την ΑΠΔΠΧ στο χρονικό διάστημα μετά την ακρόαση.
Γ) Αποτίμηση
Η απόφαση 26/2019 της ΑΠΔΠΧ αναμένεται να επηρεάσει την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ιδίως στο πλαίσιο των εργασιακών σχέσεων.
Είναι η πρώτη απόφαση της ΑΠΔΠΧ μετά την έναρξη ισχύος του ΓΚΠΔ που καταπιάνεται με μία από τις πιο σημαντικές έννοιες του δικαίου των προσωπικών δεδομένων: Την έννοια της συγκατάθεσης.
Επιπλέον, η απόφαση μπορεί να αποτελέσει σημείο αναφοράς για τους υπευθύνους επεξεργασίας, γιατί διευκολύνει την επιλογή της σωστής κάθε φορά νόμιμης βάσης.
Στα θετικά επίσης συγκαταλέγεται το γεγονός ότι η ΑΠΔΠΧ ανέλυσε τη δοκιμασία της συγκατάθεσης, η οποία μπορεί να αποτελέσει πρακτικό οδηγό για τους υπευθύνους επεξεργασίας.
Σημειωτέον, ότι η απόφαση της ΑΠΔΠΧ δεν αντιμετωπίστηκε με εχθρότητα από την PwC BS.
Σε ανακοίνωσή της η εταιρεία ανάφερε ότι θα μελετήσει την απόφαση και θα πορευθεί σε κλίμα συνεργασίας με την ΑΠΔΠΧ.
Η απόφαση 26/2019 της ΑΠΔΠΧ είναι πιθανό να οδηγήσει τους υπευθύνους επεξεργασίας σε αναθεώρηση των νομίμων βάσεων επεξεργασίας των δεδομένων που αφορούν τους εργαζομένους και να προκαλέσει αναστάτωση στα νομικά τους τμήματα.
Ωστόσο, ανοίγει τον δρόμο για μεγαλύτερη διαφάνεια και σαφήνεια κατά την επεξεργασία των δεδομένων των εργαζομένων.
* Ο Νικόλας Γανιάρης είναι δικηγόρος και υποψήφιος διδάκτωρ του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.