Στις 16 Δεκεμβρίου 2019, η Homo Digitalis είχε καταθέσει ανοικτή επιστολή προς τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη, κ. Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, προκειμένου να ζητήσει περισσότερες πληροφορίες για τη σύμβαση της Ελληνικής Αστυνομίας (ΕΛ.ΑΣ) με την εταιρία INTRACOM TELECOM για προμήθεια συστημάτων Έξυπνης Αστυνόμευσης (Smart Policing) ύψους 4 εκατ. Ευρώ. (αριθμ. πρωτ.: 20977/17.12.2019, διαθέσιμη εδώ).
Η Ηomo Digitalis με την επιστολή επιζητούσε να μάθει με βάση ποια νομική διάταξη του ελληνικού δικαίου επιτρέπεται η χρήση αναγνώρισης προσώπου από την ΕΛ.ΑΣ στην χώρα μας (αρχή νομιμότητας) και ποιες είναι οι ειδικές διατάξεις στο ισχύον ελληνικό δίκαιο που προβλέπουν την αντιμετώπιση των υφιστάμενων κινδύνων, συμπεριλαμβανομένων των εγγυήσεων, των διασφαλίσεων και των διαδικασιών για την εξασφάλιση της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικότητας των Ελλήνων πολιτών ειδικά από τη χρήση της τεχνολογίας αναγνώρισης προσώπων στην Ελλάδα;
Επίσης, η Homo Digitalis ρωτούσε τον Υπουργό εάν η ΕΛΑΣ έχει λάβει υπόψη της τις διατάξεις του Άρθρου 65 του Ν. 4624/2019 (το οποίο μεταφέρει στην Ελληνική έννομη τάξη το Άρθρο 27 της Οδηγίας 2016/680), αναφορικά με την διενέργεια εκτίμησης αντικτύπου της επεξεργασίας στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και τις διατάξεις του Άρθρου 67 του Ν. 4624/2019 (το οποίο μεταφέρει στην Ελληνική έννομη τάξη το 28 της Οδηγίας 2016/680), αναφορικά με την προηγούμενη διαβούλευση με την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ). Τέλος ρωτούσαμε αναφορικά και με την προηγούμενη ενημέρωση της ΑΠΔΠΧ από το Υπουργείο ή την ΕΛΑΣ.
Στις 14 Φεβρουαρίου 2020, λάβαμε απάντηση από την ΕΛΑΣ, αλλά το περιεχόμενο της απάντησής δεν καλύπτει τις ερωτήσεις μας και φανερώνει σημαντικά ζητήματα ελλιπούς συμμόρφωσης με το ισχύον νομικό πλαίσιο.
Γίνεται αντιληπτό ότι η ΕΛΑΣ δεν αντιλαμβάνεται τη νομική υπόσταση του ζητήματος και θεωρεί λανθασμένα ότι υπάρχει νομικό πλαίσιο που επιτρέπει τη χρήση τεχνολογιών αναγνώρισης προσώπου κατά τις δραστηριότητες της στον τομέα της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων μέσω της χρήσης κινητών συσκευών. Συγκεκριμένα, η ΕΛΑΣ κάνει αναφορά σε μη προσήκουσες διατάξεις όπως εκείνες του GDPR (!), ο οποίος δεν έχει κανένα πεδίο εφαρμογής , ενώ επίσης αναφέρει ως ειδικές διατάξεις τις γενικές διατάξεις του Ν.4624/2019.
Τέλος, η ΕΛΑΣ αναφέρεται και στον Ν. 3917/2011 που αφορά (μεταξύ άλλων) την εγκατάσταση και λειτουργία συστημάτων επιτήρησης σε δημόσιους χώρους (υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις), για τον οποίο εκκρεμεί το σχετικό Προεδρικό Διάταγμα. Επίσης ο 3917/2011 δεν αφορά τη χρήση τεχνολογίας αναγνώρισης προσώπου από αυτές τις κάμερες, η οποία προφανώς έχει εντονότερο παρεμβατικό χαρακτήρα, αλλά και ούτε καλύπτει τη χρήση αναγνώρισης προσώπου από τους μηχανισμούς που έχει παραγγείλει η ΕΛΑΣ μέσω στης σύμβασης (φορητοί μηχανισμοί που ομοιάζουν με smartphone).
Συγκεκριμένα, η σχετική Οδηγία της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ) για τον 3917/2011 που είχε βγει 9 χρόνια πριν, αναφέρει σχετικά (Άρθρο 3, παρ.1 και Άρθρο 4) ότι ο Ν.3917/2011 εφαρμόζεται μόνο για συστήµατα που είναι µόνιµα εγκατεστηµένα σε ένα χώρο, ενώ αντίθετα όταν η επεξεργασία δεδοµένων εικόνας ή/και ήχου πραγµατοποιείται µε χρήση οπτικοακουστικών συστηµάτων όπως φωτογραφική µηχανή ή συσκευή κινητού τηλεφώνου ο Ν.3917/2011 δεν έχει πεδίο εφαρμογής.
Δεδομένων των προκλήσεων που ανακύπτουν από την χρήση των εν λόγω συσκευών από την ΕΛΑΣ για την προστασία των Ελληνίδων και Ελλήνων πολιτών αλλά και κάθε άλλου ανθρώπου που βρίσκεται στην Ελληνική Επικράτεια, η Homo Digitalis θα προχωρήσει στο άμεσο μέλλον στις κατάλληλες ενέργειες προκειμένου να ζητήσει από τους αρμόδιους φορείς να λάβουν άμεσα δράση.
Επίσης, αξίζει να σημειωθεί η σπατάλη δημόσιου χρήματος (4 εκατομ. ευρώ) για ανάπτυξη τεχνολογιών που δεν καλύπτονται από την ισχύουσα νομοθεσία σε μία περίοδο που η ελληνική κοινωνία εξακολουθεί να δοκιμάζεται από οικονομικά προβλήματα.
Μπορείτε να δείτε την απάντηση που λάβαμε από την ΕΛΑΣ εδώ.