Ψηφιακή Νοημοσύνη και Ψηφιακή Ηθική στην Εκπαίδευση
Γράφει η Δρ. Άννα Μπούγια*
Θα αφήνατε ποτέ τα παιδιά σας μόνα στους δρόμους της Νέας Υόρκης; Αναρωτιέται η Δρ Aiken (2016, p.121), κορυφαία κυβερνοψυχολόγος. Ωστόσο, πολλοί γονείς αφήνουν τα παιδιά μόνα τους στον κυνερνοχώρο. Η Δρ Aiken (2016) καταλήγει πως αυτή τη στιγμή διεξάγεται παγκοσμίως το μεγαλύτερο και ρεαλιστικότερο πείραμα με συμμετέχοντες παιδιά και νέους, οι οποίοι αν και ψηφιακά εγγράμματοι σε σχέση με τις προηγούμενες γενεές, έρχονται αντιμέτωποι με διλήμματα και προκλήσεις στα διαρκώς εξελισσόμενα ψηφιακά περιβάλλοντα.
Πώς μπορεί η εκπαίδευση να συμβάλλει στη νέα κοινωνική πρόκληση;
Είναι γεγονός πως ο προγραμματισμός και η υπολογιστική σκέψη εντάσσεται πλέον στο πρόγραμμα μαθημάτων της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ αντίστοιχα και η Τριτοβάθμια εκπαίδευση δίνει έμφαση στην ενίσχυση των ψηφιακών δεξιοτήτων. Το 2022, προστέθηκε στο e-learning του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, το πρώτο πρόγραμμα «Ανάπτυξης Ψηφιακής Νοημοσύνης» με έμφαση στις ψυχοκοινωνικές δεξιότητες που καλούνται να αναπτύξουν οι χρήστες του διαδικτύου. Συγκεκριμένα οι εκπαιδευόμενοι διερευνούν τις παιδαγωγικές δυνατότητες που προσφέρει η ηλεκτρονική εκπαίδευση. Επίσης, επιχειρείται η εμβάθυνση σε θέματα που αφορούν στη διαχείριση του ψηφιακού αποτυπώματος, εστιάζοντας στις διαφορές, τις ιδιαιτερότητες και τον αντίκτυπο της προβολής της προσωπικής και κοινωνικής μας ταυτότητας μέσω του διαδικτύου. Στην κατεύθυνση αυτή οι εκπαιδευόμενοι εξοικειώνονται με στρατηγικές διαχείρισης του ψηφιακού τους αποτυπώματος και της ψηφιακής τους ταυτότητας. Επιπλέον, στο πρόγραμμα προτείνονται και αναλύονται σύγχρονες θεωρίες και στρατηγικές για την ηθική χρήση της τεχνολογίας (Σμυρναίου, Μπούγια, 2022). Ωστόσο, η ενσωμάτωση της Ψηφιακής νοημοσύνης και ειδικότερα της ψηφιακής ηθικής παραμένει πρόκληση καθώς τα τεχνολογικά περιβάλλοντα εξελίσσονται διαρκώς όπως και οι αντιλήψεις της νέες γενιάς αναφορικά με τη χρήση των νέων τεχνολογιών.
Σε μία ποιοτική μελέτη που διενεργήθηκε το 2012 από τον Gardner και την ομάδα του, με στόχο τη διερεύνηση των αντιλήψεων των νέων ανθρώπων αναφορικά με την έννοια της ηθικής στο διαδίκτυο, αλλά και την ενίσχυση της ηθικής σκέψης, οι ερευνητές του “Good play project” ανακάλυψαν πως οι νέοι επιδεικνύου συχνά μία ηθική τυφλότητα σε θέματα ιδιωτικότητας, ιδιοκτησίας, και διάδρασης όταν σερφάρουν στο διαδίκτυο. Συγκεκριμένα, η ανάλυση των συνεντεύξεων των συμμετεχόντων, ηλικία; 10 έως 25 ετών αποκάλυψε τα παρακάτω είδη αντιλήψεων που τείνουν να διαμορφώνουν κατά τη διάρκεια της διάδρασής τους στο διαδίκτυο: α) Σκέψη εστιασμένη στον εαυτό (Σκέφτονται τις προσωπικές συνέπειες των πράξεών τους), β)χρηστός τρόπος σκέψης (σκέφτονται τις ηθικές συνέπειες των πράξεών τους σε ανθρώπους που γνωρίζουν, γ) ηθικός τρόπος σκέψης (σκέφτονται τις συνέπειες που έχουν οι πράξεις του στην κοινότητα και σε άγνωστους ανθρώπους. Η έρευνα καταλήγει πως υπάρχει ένα ηθικό κενό που πρέπει να γεφυρωθεί καθώς η ασυνείδητη ηθική τυφλότητα του δείχνουν περιστασιακά οι νέοι κατά τη διάδρασή τους μπορεί να καταλήξει σε συνειδητή επιλογή αποσύνδεσης της ηθικής σκέψης και προτεραιοποίησης του προσωπικού συμφέροντος. Η αλήθεια είναι πως η εκπαίδευση αναφορικά με τους ηθικούς κινδύνους του διαδικτύου εστιάζει κυρίως στη μεμονωμένη προστασία του ατόμου, την αποφυγή ριψοκίνδυνων συμπεριφορών, την προστασία της ιδιωτικότητας και λιγότερο στην υποχρέωσή μας Η εκπαίδευση μπορεί να παίξει καταλυτικό ρόλο στην ενίσχυση και εξάσκηση της ηθικής σκέψης και δράσης σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης ζωής εστιάζοντας στη σύνδεση και μεταφορά των δεξιοτήτων ηθικής σκέψης από το φυσικό στο διαδικτυακό περιβάλλον (James, 2014).
Στην ίδια γραμμή, η Shannon Vallor (2016) καθηγήτρια τεχνοηθικής του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου επιμένει ότι η ανθρωπότητα πρέπει να αναπτύξει «τεχνοηθικές αρετές» (Vallor, 2016 , σελ. 3). Σύμφωνα με την Vallor, μια σύγχρονη θεωρία της ηθικής «πρέπει να περιλαμβάνει την εφαρμογή ενός κανονιστικού πλαισίου για το πώς να ζεις καλά με τις τεχνολογίες, ειδικά αυτές που αναδύονται ακόμη και δεν έχουν ακόμη διευθετηθεί». Στο βιβλίο Technology and the Virtues, η Vallor (2016) ισχυρίζεται πως η εφαρμογή της αρετολογικής ηθικής και κατά συνέπεια η καλλιέργεια αρετών του χαρακτήρα, όπως η υπομονή, το θάρρος, η ειλικρίνεια και η ενσυναίσθηση στον τομέα της ηθικής της τεχνολογίας, μπορεί να μειώσει τη διαδικτυακή βία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και να οδηγήσει στην υπεύθυνη χρήση της τεχνολογίας. Οι κυρίαρχες ηθικές θεωρίες που κυριαρχούσαν μέχρι πρόσφατα στην ηθική της τεχνολογίας ήταν ωφελιμιστικές και δεοντολογικές, ωστόσο, αρκετοί συγγραφείς και ηθικοί φιλόσοφοι έστρεψαν την προσοχή στο ρόλο του χαρακτήρα και της αρετής για την επίλυση των σύχρονων ηθικών προβλημάτων, όπως για παράδειγμα ο διαδικτυακός εκφοβισμός (Harrison, 2016). Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι η τήρηση των κανόνων και η πρόβλεψη των συνεπειών των πράξεων μας στο διαδίκτυο αποτελεί πολλές φορές πρόκληση, καθώς το περιβάλλον είναι συνεχώς εξελισσόμενο. Ομοίως ο Couldry (2010) θεωρεί πως η ηθική της αρετής σχετίζεται άμεσα με την ψηφιακή εκπαίδευση και την ανάπτυξη απαραίτητων δεξιοτήτων για την χρήση της τεχνολογίας με υπεύθυνο τρόπο. Αυτό το είδος εκπαίδευσης είναι πολυδιάστατο και πολυθεματικό και για το λόγο αυτό υπάρχουν διαφορετικές ονομασίες στη βιβλιογραφία, όπως η «εκπαίδευση ψηφιακού πολίτη (digital citizenship)», «ψηφιακή ηθική (digital ethics)» και «ηθική στον κυβερνοχώρο(cyber ethics)». Αποτελεί επίσης συστατικό ευρύτερων όρων όπως «ψηφιακός γραμματισμός στα μέσα (digital literacy)» και «γραμματισμός (media literacy & data literacy) στα μέσα και πληροφορίες», μεταξύ άλλων. Ωστόσο, κοινός άξονας όλων των παραπάνω ορισμών είναι η ανησυχία για την καλή ζωή(well-being) και με την αίσθηση του ηθικού καθήκοντος και ευθύνης απέναντι στους άλλους, τόσο online όσο και offline.
Τα τελευταία χρόνια, η ταχύτερη ανάπτυξη προσωπικών υπολογιστών και πληροφοριακών συστημάτων έχει μετατρέψει την παραδοσιακή πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση σε μια πλήρως ή υβριδική ψηφιακή εκπαίδευση (Εκπαίδευση 5.0). Αυτό ενισχύθηκε κατά την περίοδο Covid-19, όπου όλοι οι μαθητές συμμετείχαν στα μαθήματα μέσω συστημάτων συνεργασίας (MS Teams, Zoom, Skype κ.λπ.). Οι μαθητές χρησιμοποιούν καθημερινά διάφορα συστήματα όπως πλατφόρμες eLearning, συστήματα ανίχνευσης λογοκλοπής, ηλεκτρονικές εγκυκλοπαίδειες, συστήματα επεξεργασίας λέξεων/παρουσιάσεων/φύλλων εργασίας, AI Powered Tools κ.λπ. για την προετοιμασία της εργασίας και των εργασιών τους.
Η Τεχνητή Νοημοσύνη (AI) είναι ένας κλάδος της Επιστήμης Υπολογιστών που περιλαμβάνει τη δημιουργία ευφυών μηχανών αφού τους παρέχει αλγόριθμους και κατευθύνσεις, για την εκτέλεση συγκεκριμένων εργασιών όπως η λήψη αποφάσεων, η ανάλυση δεδομένων, η μάθηση και η επίλυση προβλημάτων. Η τεχνητή νοημοσύνη απαιτεί ανθρώπινη νοημοσύνη η οποία παίζει καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη και ανάπτυξη αυτού του τομέα. Έχει εξελιχθεί σε αρκετές δεκαετίες χάρη στις συνεισφορές ερευνητών και προγραμματιστών. Θα μπορούσε επίσης να έχει ένα ευρύ φάσμα θετικών επιπτώσεων για την κοινωνία και την οικονομία γενικότερα. Μερικές από τις θετικές συνέπειες περιλαμβάνουν αυξημένη αποτελεσματικότητα, βελτιωμένο τρόπο εργασίας, μειωμένα λάθη, αυξημένη παραγωγή και κερδοφορία και βελτιωμένες υπηρεσίες προς τους πολίτες και ανάπτυξη προϊόντων.
Η έλευση της τεχνητής νοημοσύνης στις ζωές των ανθρώπων με τη χρήση ορισμένων εργαλείων επεξεργασίας φυσικής γλώσσας όπως το ChatGPT, το Bard, το Bing AI και άλλα, έχει επηρεάσει και την εκπαίδευση. Η τεχνητή νοημοσύνη έχει εφαρμοστεί ευρέως σε εκπαιδευτικές πρακτικές (Τεχνητή Νοημοσύνη στην Εκπαίδευση, AIEd), όπως έξυπνα συστήματα διδασκαλίας, ρομπότ διδασκαλίας, πίνακες αναλυτικών στοιχείων μάθησης, προσαρμοστικά συστήματα μάθησης, αλληλεπιδράσεις ανθρώπου-υπολογιστή κ.λπ. (Chen, Xie, & Hwang, 2020). Διαφορετικές μεθοδολογίες τεχνητής νοημοσύνης (επεξεργασία φυσικής γλώσσας, νευρωνικά δίκτυα, μηχανική μάθηση, βαθιά μάθηση, ανάλυση μεγάλων δεδομένων και γενετικοί αλγόριθμοι) έχουν εφαρμοστεί για τη δημιουργία έξυπνων περιβαλλόντων μάθησης για ανίχνευση συμπεριφοράς, δημιουργία μοντέλων πρόβλεψης, σύσταση μάθησης κ.λπ. (Chen, Xie, & Hwang, 2020; Rowe, 2019).
Καθώς η τεχνολογία και η κοινωνία εξελίσσονται συνεχώς, είναι προφανές ότι υπάρχει ανάγκη επαναπροσδιορισμού της ηθικής με βάση το νέο ψηφιακό οικοσύστημα. Η ηθική είναι προϊόν της εξελικτικής ιστορίας, με άλλα λόγια μια διάσταση της ηθικής είναι η προσαρμογή. Στο πλαίσιο αυτό, αναφερόμενοι στην ψηφιακή ηθική, οι ερευνητές εστιάζουν ουσιαστικά στον τρόπο εφαρμογής και προσαρμογής της ηθικής στα νέα ψηφιακά περιβάλλοντα. Συγκεκριμένα, η Ψηφιακή Δεοντολογία ασχολείται με τον αντίκτυπο της ενοποίησης των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) στις κοινωνίες μας και στο περιβάλλον γενικότερα. Επικεντρώνεται σε μια σειρά θεμάτων και προβληματισμών όπως:
- Τεχνητή Νοημοσύνη (AI) και αλγοριθμική λήψη αποφάσεων, συμπεριλαμβανομένης της δικαιοσύνης.
- Η αυτοματοποίηση της ανθρώπινης νοημοσύνης για ρομποτική ή αυτόνομα οχήματα.
- Τεχνητή νοημοσύνη και το μέλλον της εργασίας και της διακυβέρνησης.
- Η χρήση ευφυών τεχνολογιών στην υγεία και την ιατρική.
Η αλγοριθμική λήψη αποφάσεων εγείρει μια σειρά από ερωτήματα:
- Ποιος είναι υπεύθυνος όταν παραβιάζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα με βάση μία αλγοριθμική απόφαση, το άτομο που προγραμμάτισε τον αλγόριθμο, ο χειριστής του αλγορίθμου ή ο άνθρωπος που εφάρμοσε την απόφαση;
- Ποια είναι η διαφορά μεταξύ μιας τέτοιας απόφασης και μιας ανθρώπινης απόφασης;
Ταυτόχρονα, οι ερευνητές δίνουν έμφαση στον κρίσιμο ρόλο της ιδιωτικής και δημόσιας εκπαίδευσης για την ενίσχυση των δεξιοτήτων κριτικής σκέψης και την προώθηση μιας ηθικής κουλτούρας και χρήσης της τεχνολογίας.
* H Δρ. Άννα Μπούγια είναι AI ethics engineer στο Computer Technology Institute, Διόφαντος.