Fake News και Κορονοϊός

Γράφει η Καλλιόπη Τερζίδου*

Η πανδημία του κορονοϊού χαρακτηρίζεται όχι μόνο από την ταχεία εξάπλωση του ιού και την αδυναμία άμεσης αντιμετώπισης του αλλά και από την ταχύτητα εξάπλωσης σχετικών fake news. Ψευδείς  και αβάσιμες πληροφορίες διαδίδονται μέσω ιστοσελίδων, μέσων κοινωνικής δικτύωσης και blogs.

Η ευκολία δημοσίευσης και κοινοποίησης τους από οποιοδήποτε μέρος, σε οποιαδήποτε στιγμή εγγυάται τη διάδοση τους σε μεγαλύτερο κοινό αποδεκτών και την αύξηση του ποσοστού παραπληροφόρησης.

Σκέψου πόσες φορές έχεις δει στην αρχική σελίδα ειδήσεις για νέες θεραπείες, θαυματουργά φάρμακα και θεωρίες συνωμοσίας για τη διάδοση του κορονοϊού.

Η πλειοψηφία των ψευδών ειδήσεων γύρω από τον ιό αφορά πιθανές αιτίες εμφάνισης, τρόπους διάδοσης, ενδεχόμενες θεραπείες και προληπτικά μέτρα.

Μεταξύ άλλων, έχει ακουστεί ότι ο ιός είναι προϊόν Κινεζικών εργαστηριακών πειραμάτων, ότι διαδόθηκε από Αμερικανούς στρατιώτες, ότι μεταδίδεται μέσω κουνουπιών, ότι δεν επιβιώνει σε υψηλές θερμοκρασίες ή ότι αντιμετωπίζεται με απλά αντιβιοτικά.

Αίτια έξαρσης των fake news

Γενικότερα, το διαδίκτυο προσφέρει εύκολη και γρήγορη πρόσβαση σε ένα μεγάλο όγκο πληροφοριών, γεγονός που εκμεταλλεύονται διάφορες online εκδόσεις εντύπων και ιδιώτες δημοσιεύοντας κείμενα με υπερβολικούς τίτλους για να δελεάσουν το κοινό, τεχνική γνωστή και ως clickbait.

Όσο πιο πολλές ψευδείς ειδήσεις διαβάζουμε στο διαδίκτυο τόσο πιο πολύ σχετικό περιεχόμενο εμφανίζεται ως προτεινόμενο.

Ειδικά όμως σε περίοδο πανδημίας, η κατάσταση πανικού που προκαλεί η εξάπλωση του ιού και η έλλειψη σχετικών βιωμάτων που θα έδιναν μια κατεύθυνση στην αντιμετώπιση του καθιστά τον κόσμο επιρρεπή σε παραπλανητικές ειδήσεις.

Η ασυμφωνία και ποικιλία απόψεων ειδικών του ιατρικού κλάδου για την εξάλειψη του ιού δημιουργεί αυτόματα μια αίσθηση δυσπιστίας, ανασφάλειας και εν τέλει επιφύλαξης στις δηλώσεις εκπροσώπων δημόσιων αρχών. Επιπρόσθετα, η δυσκολία του κοινού να κατανοήσει τη διάσταση της κατάστασης οδηγεί στην υποτίμηση του κίνδυνου για τη δημόσια υγεία.

Έτσι, ο κόσμος ταυτίζεται περισσότερο με ειδήσεις που αμφισβητούν την  ύπαρξη του κινδύνου και την αποτελεσματικότητα των προληπτικών μέτρων. Το γεγονός αυτό εντείνεται από τη δραστική αλλαγή στη ρουτίνα και εν γένει στον τρόπο ζωής των ανθρώπων που προκάλεσε η αυστηροποίηση των μέτρων.

Επιπτώσεις αποδοχής ψευδών ειδήσεων

Η αποδοχή αναπόδεικτων τρόπων θεραπείας και η κατανάλωση εναλλακτικών «φαρμάκων» μπορούν να οδηγήσουν ακόμα και σε θανατηφόρα αποτελέσματα.

Γνωστή είναι η περίπτωση του θανάτου άντρα μετά την κατανάλωση ποσότητας υγρού για τον καθαρισμό ενυδρείων το οποίο περιείχε μεταξύ άλλων χλωροκίνη, ουσία που χρησιμοποιείται σε πειραματικό ακόμα στάδιο και χορηγείται με το συνδυασμό άλλων ουσιών για την προσωρινή αντιμετώπιση του κορονοϊού ελλείψει εμβολίου.

Πιθανή είναι και η δημιουργία αισθήματος ρατσισμού και ξενοφοβίας. Ήδη από τις απαρχές της εμφάνισης του ιού, άτομα Κινεζικής προέλευσης αντιμετωπίζουν τη διάκριση και την περιθωριοποίηση έξω από την Κίνα. Αντιδράσεις όπως αυτή του Αμερικανού Προέδρου Τραμπ, ο οποίος αναφέρεται στον κορονοϊό ως «ο Κινέζικος ιός», ενθαρρύνουν ανάλογες συμπεριφορές. Ρατσισμό βιώνουν και άτομα που είναι γνωστό ότι εκτέθηκαν ή έχουν αναρρώσει από τον ιό και, ως εκ τούτου, περιθωριοποιούνται από τους γνωστούς τους εξαιτίας του φόβου μετάδοσης της ασθένειας.

Μέθοδοι αντιμετώπισης του φαινομένου

Ο Ποινικός Κώδικας αντιμετωπίζει τη διάδοση ψευδών ειδήσεων. Σύμφωνα με το άρθρο 191 (1), “όποιος δημόσια ή μέσω του διαδικτύου διαδίδει ή διασπείρει με οποιονδήποτε τρόπο ψευδείς ειδήσεις με αποτέλεσμα να προκαλέσει φόβο σε αόριστο αριθμό ανθρώπων ή σε ορισμένο κύκλο ή κατηγορία προσώπων, που αναγκάζονται έτσι να προβούν σε μη προγραμματισμένες πράξεις ή σε ματαίωσή τους, με κίνδυνο να προκληθεί ζημία στην οικονομία, στον τουρισμό ή στην αμυντική ικανότητα της χώρας ή να διαταραχθούν οι διεθνείς της σχέσεις, τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία έτη ή χρηματική ποινή.”

Ωστόσο, ο πιο απλός και αποτελεσματικός τρόπος για τη λύση του προβλήματος είναι η ευαισθητοποίηση και ενημέρωση όλων μας. Ακολουθούν μερικά βήματα για την ορθή αξιολόγηση των πηγών και των πληροφοριών που διαβάζουμε εν μέσω της πανδημίας:

  • Συγγραφέας

Η ιδιότητα του συγγραφέα είναι σημαντικό στοιχείο για την εγκυρότητα της ενημέρωσης, που είναι πιο πιθανή αν η είδηση προέρχεται από εθνικές αρχές δημόσιας υγείας, περιφερειακούς οργανισμούς όπως το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC) ή ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) και αναγνωρισμένους επιστήμονες.

Η προσέγγιση πρέπει να γίνεται πάντα με κριτικό πνεύμα, καθώς δεν υπάρχει μέχρι στιγμής κοινή αντιμετώπιση του ιού από την επιστημονική κοινότητα ενώ ακόμα και εκπρόσωποι του κράτους μπορεί να μεταδίδουν σκοπίμως ή άθελα ψευδείς ειδήσεις.

  •  Χώρος δημοσίευσης

Αν πρόκειται για μια απλή ανάρτηση σε ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Facebook και το Twitter, θα ήταν καλύτερο το περιεχόμενο της δημοσίευσης να αντιμετωπίζεται ως γνώμη παρά ως είδηση. Αν πάλι η ανάρτηση έχει γίνει σε ιστοσελίδα αναγνωρισμένου παρόχου ειδήσεων, όπως το Reuters, τότε η αξιοπιστία της είναι πολύ μεγαλύτερη.

  • Ποιότητα κειμένου

Πριν την ανάρτηση κειμένων σε έγκυρες ιστοσελίδες, το περιεχόμενο τους ελέγχεται από την εκάστοτε συντακτική ομάδα ώστε το τελικό προϊόν να είναι ευανάγνωστο και το μήνυμα του να μεταδίδεται με επιτυχία στον αναγνώστη. Αν, για παράδειγμα, το κείμενο παρουσιάζει ορθογραφικά και συντακτικά λάθη ή χρησιμοποιούνται πολλά σημεία στίξης και πολλές λέξεις σε κεφαλαία γράμματα, τότε ίσως η πηγή να μην είναι αξιόπιστη.

  •  Λεπτομέρειες κειμένου

Η ανάρτηση περιέχει ή συνίσταται πολλές φορές σε φωτογραφίες και βίντεο. Οι λεπτομέρειες των μέσων αυτών μπορεί να αποκαλύπτουν τη βασιμότητα ή μη της είδησης. Ένα στοιχείο στο background του βίντεο ή τα metadata της φωτογραφίας μπορεί να  φανερώσουν την πραγματική τοποθεσία και ημερομηνία των γεγονότων που εκτυλίσσονται.

  • Ημερομηνία δημοσίευσης

Μια ανάρτηση μπορεί να αποτελεί απλά αναδημοσίευση ενός παλαιότερου post στην ίδια ή διαφορετική ιστοσελίδα. Υπάρχουν sites που εξειδικεύονται στην αναπαραγωγή ειδήσεων ή λογαριασμοί που έχουν δημιουργηθεί από αλγόριθμους και λειτουργούν μέσω bots. Στην τελευταία περίπτωση, είναι χρήσιμο να ελέγχουμε αν ο λογαριασμός είναι επαληθευμένος, αν υπάρχει σύνδεσμος σε επίσημη ιστοσελίδα και, σε ορισμένες περιπτώσεις, στους πόσους αριθμούνται οι ακόλουθοι του για την εξακρίβωση της αξιοπιστίας του.

  • Πηγές

Η ενσωμάτωση πηγών στις υποσημειώσεις του κειμένου υποστηρίζει περαιτέρω τα αναφερθέντα επιχειρήματα. Μια χρήσιμη πρακτική είναι η αντίστροφη αναζήτηση πηγών και φωτογραφιών ή βίντεο για τον έλεγχο της ορθής χρήσης τους στο κείμενο. Προβληματισμό δημιουργεί η έλλειψη πηγών όταν χρησιμοποιούνται αποσπάσματα από ανακοινώσεις δημόσιων φορέων.

Βέβαια, είναι πιο δύσκολο να εφαρμοστεί η συγκεκριμένη προσέγγιση σε ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης, όπου ένα post συνήθως δεν αναφέρεται σε πηγές. Για αυτόν το λόγο θα πρέπει να αντιμετωπίζουμε σχετικές αναρτήσεις πιο κριτικά και να ελέγχουμε τη βασιμότητα τους ψάχνοντας για σχετικό περιεχόμενο στο διαδίκτυο.

  • Fact-checking

Υπάρχουν ιστοσελίδες που ειδικεύονται στη διασταύρωση των πληροφοριών που περιέχονται στις δημοσιεύσεις, όπως οι FactCheck.org, International Fact-Checking Network (IFCN), PolitiFact.com και Snopes.com. Οι συγκεκριμένες ιστοσελίδες είναι διαθέσιμες για δωρεάν χρήση από το κοινό.

  • Αναφορά δημοσίευσης ως ακατάλληλου περιεχομένου

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δίνουν τη δυνατότητα αναφοράς δημοσίευσης με ακατάλληλο ή προσβλητικό περιεχόμενο. Η αναφορά είναι ανώνυμη και συμβάλλει στην αποτροπή της εξάπλωσης της παραπληροφόρησης.

Η απάντηση της ΕΕ

H Ευρωπαϊκή Επιτροπή (EC) έλαβε μέτρα για την αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης, συνιστώντας σε όλους να τηρούν τις συμβουλές και τις ενημερώσεις που προέρχονται απευθείας από αξιόπιστες πηγές. Στη σελίδα “Καταπολέμηση της παραπληροφόρησης” απαριθμούνται αξιόπιστες πληροφορίες σχετικά με τη βαρύτητα του ιού, τη διαθεσιμότητα μιας θεραπείας και άλλα ζητήματα σε σχέση με τον κορονοϊό.

Περαιτέρω, η ομάδα εμπειρογνωμόνων υψηλού επιπέδου (Ηigh-level group of experts) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δημοσίευσε το Μάρτιο του 2018 έκθεση για στρατηγικές πρωτοβουλίες στην αντιμετώπιση των ψευδών ειδήσεων και της παραπληροφόρησης στο διαδίκτυο. Η έκθεση περιέχει μια σειρά από λύσεις με σημείο αναφοράς, μεταξύ άλλων, τις  αρχές της διαφάνειας, ορθής πληροφόρησης, ελευθερίας έκφρασης χρηστών του διαδικτύου και δημοσιογραφικής ελευθερίας.

Λύσεις από τον ιδιωτικό τομέα

Με αφορμή την έξαρση των fake news και τη διάδοση τους, σε μεγάλο ποσοστό, μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, εταιρίες όπως οι Facebook, Twitter και Google εφαρμόζουν ειδικά μέτρα καταστολής σχετικών δημοσιεύσεων.

Οι εταιρίες «κατεβάζουν» αναρτήσεις με ανακριβές και αβάσιμο περιεχόμενο. Το Twitter έχει αναθεωρήσει την πολιτική καταπολέμησης fake news γύρω από τον ιό ενώ το Facebook διαγράφει αναρτήσεις με παραπλανητική ενημέρωση για πιθανές θεραπείες η εφαρμογή των οποίων μπορεί να οδηγήσουν σε βλάβες στη σωματική ακεραιότητα.

Αντίστοιχα, το WhatsApp περιόρισε το όριο του αριθμού συνομιλιών στις οποίες μπορούν να κοινοποιηθεί ταυτόχρονα viral περιεχόμενο και το YouTube διαγράφει βίντεο που παρουσιάζουν τον κορονοϊό ως επίπτωση ανάπτυξης του δίκτυού 5G.

Η συγκεκριμένη στρατηγική δε χωρεί εξαιρέσεις αφού απευθύνεται ακόμα και σε αρχηγούς κρατών. Το Facebook, συγκεκριμένα, διέγραψε βίντεο που ανήρτησε ο Πρόεδρος της Βραζιλίας Μπολσονάρου στο οποίο ισχυριζόταν ότι η ουσία της υδροξυχλωροκίνης ήταν απόλυτα αποτελεσματική στην καταπολέμηση του ιού.

Ένας ακόμη τρόπος καταστολής fake news από τις ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης θα ήταν η προτεραιοποίηση έγκυρων πηγών πληροφόρησης, χρησιμοποιώντας φίλτρα για τον εντοπισμό ψευδών ειδήσεων και την οριστική διαγραφή τους από την πλατφόρμα. Η συνεργασία μεταξύ περισσότερων εταιριών είναι εξίσου σημαντική για τη γνωστοποίηση λογαριασμών που «ειδικεύονται» στις ψευδείς ειδήσεις.

Κίνδυνοι στην ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης

Oποιοδήποτε περιοριστικό μέτρο πρέπει να εξετάζεται υπό το φως της αρχής της αναλογικότητας υπό ευρεία έννοια με νόμιμο σκοπό την καταπολέμηση των fake news

Η διαγραφή δημοσιεύσεων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης από τις ίδιες τις εταιρείες δύναται, σε ορισμένες περιπτώσεις, να αποτελέσει δυσανάλογο μέτρο με σοβαρές συνέπειες στην άσκηση της ελευθερίας έκφρασης. Από την άλλη μεριά,  η ύπαρξη και διάδοση ψευδών ειδήσεων αποτελεί περιορισμό του δικαιώματος στην πληροφόρηση που κατοχυρώνεται σε διεθνείς συνθήκες, όπως το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (Άρθρο 19), την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Άρθρο 10) και τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (Άρθρο 11), υπό την ελευθερία της έκφρασης. Το Σύνταγμα της Ελλάδας κατοχυρώνει συγκεκριμένα το δικαίωμα στην πληροφόρηση στο Άρθρο 5Α.

Περιορισμοί της ελευθερίας έκφρασης εξηγούνται στο μέτρο που προφυλάσσουν το κοινό από ενδεχόμενη παραπλάνηση εξαιτίας της αβασιμότητας των ειδήσεων.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου δήλωσε στην υπόθεση Bowman κατά Ηνωμένου Βασιλείου ότι σε προεκλογική περίοδο και κατά τη διεξαγωγή εκλογών μπορεί να θεωρηθεί αναγκαία «η επιβολή συγκεκριμένων περιορισμών, που σε διαφορετική περίπτωση θα ήταν απαράδεκτη, στην ελευθερία της έκφρασης» έτσι ώστε να εξασφαλιστεί «η ελευθερία έκφρασης της γνώμης στην επιλογή νομοθεσίας». Μια αναλογική εφαρμογή στο φαινόμενο των fake news θα περιόριζε την ελευθερία έκφρασης χρηστών που δημοσιεύουν ψευδείς ειδήσεις προς διασφάλιση της ποιοτικής και έγκυρης πληροφόρησης του κοινού.

Σε κάθε περίπτωση, οποιοδήποτε περιοριστικό μέτρο πρέπει να εξετάζεται υπό το φως της αρχής της αναλογικότητας υπό ευρεία έννοια με νόμιμο σκοπό την καταπολέμηση των fake news.

Πιο συγκεκριμένα, το μέτρο πρέπει να είναι κατάλληλο για να επιτευχθεί ο σκοπός της εξάλειψης των ψευδών ειδήσεων. Περαιτέρω, το μέτρο πρέπει να είναι αναγκαίο, δηλαδή να μην υπάρχει ηπιότερο μέτρο που θα μπορούσε να εφαρμοστεί εναλλακτικά στη συγκεκριμένη περίπτωση. Τέλος, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας υπό τη στενή έννοια του όρου, πρέπει να επιτευχθεί ισορροπία μεταξύ των αντιτιθέμενων δικαιωμάτων, δηλαδή της ελευθερίας της έκφρασης των χρηστών του διαδικτύου κατά την ανάρτηση περιεχομένου και του δικαιώματος στην ορθή πληροφόρηση του κοινού που συνεπάγεται την προστασία του από παραπλανητικές ειδήσεις.

Αντί επιλόγου

Η πανδημία του κορονοϊού ανέδειξε περισσότερο από ποτέ την ανάγκη συλλογικής προσπάθειας για την αντιμετώπιση του ιού. Η πρωτοβουλία Μένουμε Σπίτι έχει στόχο τη διατήρηση ενός ασφαλούς περιβάλλοντος απαλλαγμένου από τον ιό. Τι γίνεται όμως με το online περιβάλλον που είναι γεμάτο από fake news απειλώντας το δικαίωμα μας στην ορθή πληροφόρηση;

Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος περιορισμού των ψευδών ειδήσεων είναι λοιπόν η συνεργασία. Το πρώτο βήμα είναι να αντιληφθούμε ότι η δημοσίευση και αναπαραγωγή περιεχομένου αμφίβολης εγκυρότητας αυξάνει τον κίνδυνο παραπληροφόρησης. Αλλά και αργότερα όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με τέτοιες «ειδήσεις» πρέπει να τις αντιμετωπίζουμε κριτικά, ακολουθώντας τα παραπάνω βήματα για την επαλήθευση της εγκυρότητας τους.

*Η Καλλιόπη Τερζίδου είναι απόφοιτος της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης,  με μεταπτυχιακές σπουδές στο Δίκαιο και τις Ψηφιακές Τεχνολογίες στο Πανεπιστήμιο του Leiden


Αγορές στο διαδίκτυο: Πληρώνουμε όλοι την ίδια τιμή για το ίδιο προϊόν;

Γράφει η Ειρήνη Βολικού*

Σε ένα βιβλιοπωλείο μπαίνουν την ίδια μέρα τρείς πελάτες με σκοπό να αγοράσουν όλοι το βιβλίο «Τα μυστικά του Διαδικτύου». Η λιανική τιμή πώλησης του βιβλίου είναι 20€, όμως δεν αναγράφεται πουθενά. Στον πρώτο πελάτη, έναν καλοντυμένο άνδρα που κρατάει δερμάτινο χαρτοφύλακα και το καινούριο iphone, ο βιβλιοπώλης χρεώνει το βιβλίο 25€. Λίγο αργότερα καταφθάνει ένας τακτικός πελάτης για τον οποίο ο βιβλιοπώλης γνωρίζει ότι πρόκειται για φοιτητή με λιγοστές οικονομίες και του πωλεί το βιβλίο προς 15€. Κατόπιν εμφανίζεται και ο τρίτος πελάτης, μια γυναίκα που δείχνει αρκετά βιαστική να κάνει την αγορά. Ο βιβλιοπώλης πωλεί στη γυναίκα «Τα μυστικά του Διαδικτύου» έναντι 23€. Κανένας από τους πελάτες δεν γνωρίζει ότι χρεώθηκε τιμή διαφορετική από τους υπόλοιπους επειδή ο βιβλιοπώλης χρησιμοποίησε πληροφορίες από το «προφίλ» τους για να εκτιμήσει την αγοραστική τους ικανότητα ή προθυμία. 

Ως καταναλωτές πώς θα χαρακτηρίζαμε μια τέτοια πρακτική;

Είναι δίκαιη ή άδικη, σωστή ή λανθασμένη, νόμιμη ή παράνομη;

Και πώς θα αντιδρούσαμε εάν γνωρίζαμε ότι εφαρμόζεται και σε μας;

Η παραπάνω ιστορία είναι πέρα ως πέρα φανταστική, θα μπορούσε, όμως, να συμβεί στην πραγματικότητα;

Κατά κανόνα, στο «συμβατικό» εμπόριο οι συνθήκες δεν προσφέρονται για να υλοποιηθεί το φανταστικό μας σενάριο. Η υποχρέωση αναγραφής της τιμής των προϊόντων στα εμπορικά καταστήματα συνεπάγεται τη δραματική μείωση της ευχέρειας των εμπόρων να προσαρμόζουν – και ιδιαίτερα προς τα πάνω – την αναγραφόμενη τιμή στα μέτρα του κάθε πελάτη. Στο ηλεκτρονικό εμπόριο, ωστόσο, η πραγματικότητα μπορεί να κρύβει εντυπωσιακές ομοιότητες με τη φανταστική ιστορία μας.

Η πραγματικότητα του διαδικτύου ή αλλιώς… ο «βιβλιοπώλης» ζει

Σε ηλεκτρονικές πλατφόρμες πωλήσεων παρατηρείται, όχι και τόσο σπάνια, ότι η αναγραφόμενη τιμή ενός προϊόντος ή υπηρεσίας δεν είναι μια και μοναδική για όλους αλλά διαφοροποιείται ανάλογα με το προφίλ του υποψήφιου πελάτη.

Το προφίλ του καθενός μας στο διαδίκτυο συντίθεται από στοιχεία όπως: φύλο, ηλικία, οικογενειακή κατάσταση, το είδος και ο αριθμός των συσκευών μέσω των οποίων συνδεόμαστε στο διαδίκτυο, η γεωγραφική μας τοποθεσία (χώρα ή ακόμη και γειτονιά), η εθνικότητα, οι προτιμήσεις και οι καταναλωτικές μας συνήθειες (ιστορικό αναζήτησης ή αγορών) και άλλα. 

Οι πληροφορίες αυτές γίνονται γνωστές στους ιστότοπους που επισκεπτόμαστε μέσω των cookies, της διεύθυνσης πρωτοκόλλου διαδικτύου (γνωστής ως διεύθυνσης ΙΡ ή IP address) και των στοιχείων σύνδεσης χρήστη (user log-in information) και μπορούν να χρησιμοποιηθούν όχι μόνο για να εμφανίζουν σχετικά με εμάς αποτελέσματα αναζήτησης και διαφημίσεις αλλά και για να συμπεράνουν την αγοραστική μας ικανότητα και προθυμία. Με άλλα λόγια, το ρόλο του φανταστικού βιβλιοπώλη παίζουν αλγόριθμοι ανάλυσης δεδομένων που χρησιμοποιούν τα προφίλ μας για μας κατατάξουν σε κατηγορίες, να υπολογίσουν αυτοματοποιημένα και να μας παρουσιάσουν μία τελική τιμή την οποία θα ήμασταν διατεθειμένοι να πληρώσουμε για το αντικείμενο της αναζήτησής μας. 

Η τιμή αυτή μπορεί να διαφέρει μεταξύ των διάφορων χρηστών ή κατηγοριών χρηστών, οι οποίοι συχνά δεν γνωρίζουν ούτε ότι λαμβάνει χώρα η διάκριση αυτή ούτε ποια τιμή θα πλήρωναν αν δεν ήταν διαθέσιμα τα προσωπικά τους δεδομένα.

 Η πρακτική αυτή συνήθως ονομάζεται εξατομικευμένη τιμολόγηση (personalised pricing) ή διάκριση ως προς την τιμή (price discrimination). 

Δεν πρέπει να συγχέεται με τη λεγόμενη δυναμική τιμολόγηση (dynamic pricing) η οποία αναφέρεται στην προσαρμογή της τιμής βάσει κριτηρίων που σχετίζονται όχι με τον εκάστοτε καταναλωτή αλλά με τις απαιτήσεις της αγοράς όπως είναι, για παράδειγμα, η προσφορά και η ζήτηση.

Το ζήτημα της εξατομικευμένης τιμολόγησης ξεκίνησε να απασχολεί την κοινή γνώμη ήδη από το 2000, όταν τακτικοί χρήστες της Amazon παρατήρησαν ότι εάν διέγραφαν ή μπλόκαραν τα σχετικά cookies από τον υπολογιστή τους (με συνέπεια να θεωρούνται από την εταιρία ως νέοι χρήστες) μπορούσαν να αγοράσουν DVD σε χαμηλότερες τιμές. Έκτοτε, η εξάπλωση του ηλεκτρονικού εμπορίου σε συνδυασμό με τη γιγάντωση της συλλογής και επεξεργασίας των προσωπικών δεδομένων μας στο διαδίκτυο (profiling, data scraping, Big Data) έχουν σίγουρα δημιουργήσει πρόσφορο έδαφος για τη διευκόλυνση και την εξάπλωση της εξατομικευμένης τιμολόγησης.

Το πείραμα ή αλλιώς… ο «βιβλιοπώλης» εν δράσει

Για του λόγου το αληθές πραγματοποιήθηκαν εντός της ίδια ημέρας (17/12/2019) διαδοχικές αναζητήσεις και σύγκριση τιμών για το ίδιο δωμάτιο – ένα «comfort» δίκλινο με ένα διπλό ή 2 μονά κρεβάτια- με πρωινό για 2 επισκέπτες, στο ίδιο ξενοδοχείο στη Φρανκφούρτη της Γερμανίας για τις 3-5 Ιανουαρίου 2020. Οι αναζητήσεις έγιναν σε ιστότοπους 2 διαφορετικών εταιριών που εξειδικεύονται στην εξεύρεση και κράτηση καταλυμάτων και σε όλες τις περιπτώσεις αφορούσαν στη χαμηλότερη, «μη επιστρέψιμη» τιμή δωματίου. Τα αποτελέσματα ήταν τα εξής:

Εταιρία Α

Συσκευή Περιήγηση Εκδοχή ιστότοπου Τιμή σε €
1 Τablet Περιηγητής (browser) Ελληνική 159,60
2 Tablet Περιηγητής (browser) Γερμανική 167,60
3 Tablet Εφαρμογή (application) Ελληνική 162,46
4 Tablet Εφαρμογή (application) Γερμανική 159,62

 

Εταιρία Β

Συσκευή Περιήγηση Εκδοχή ιστότοπου Τιμή σε €
5 Laptop Περιηγητής (browser) Ελληνική 169,00
6 Laptop Ανώνυμη (incognito browser) Ελληνική 172,00
7 Smartphone Περιηγητής (browser) Ελληνική 179,00

 

Αναζήτηση 1

Αναζήτηση 2

Αναζήτηση 3

Αναζήτηση 4

Αναζήτηση 5

Αναζήτηση 6

Αναζήτηση 7

Από τα αποτελέσματα των αναζητήσεων γίνεται φανερό ότι υπάρχει πληθώρα τιμών για το ίδιο ακριβώς δωμάτιο τις ίδιες ημερομηνίες.

Σημαντική διαφοροποίηση στην τιμολόγηση παρατηρείται ανάλογα με τη χώρα ή τοποθεσία του καταναλωτή. Ακόμη, όμως, και για την ίδια χώρα οι τιμές ποικίλουν ανάλογα με το είδος της συσκευής σε συνδυασμό με το είδος της περιήγησης. 

Όλες αυτές οι πληροφορίες ή ακόμη και η απουσία πληροφοριών στην περίπτωση της ανώνυμης περιήγησης φαίνεται να παίζουν ρόλο στον τελικό υπολογισμό της τιμής και συνεπώς στη διαφορετική τιμολόγηση των χρηστών.

Πώς αντιμετωπίζεται η εξατομικευμένη τιμολόγηση;

Εύλογα υποστηρίζεται ότι η εφαρμογή της πρακτικής αυτής παρουσιάζει και πλεονεκτήματα, ιδιαίτερα για καταναλωτές με περιορισμένη οικονομική ευχέρεια οι οποίοι, μέσω  χαμηλότερων τιμών ή εκπτώσεων, μπορούν να έχουν πρόσβαση σε προϊόντα ή υπηρεσίες που διαφορετικά δεν θα είχαν τη δυνατότητα να αγοράσουν. Προβληματίζει, ωστόσο, το γεγονός ότι η κατηγοριοποίηση των καταναλωτών και η διαφοροποίηση των τιμών είναι μία διαδικασία ως επί το πλείστον άγνωστη και αδιαφανής ως προς τα κριτήρια που χρησιμοποιεί.

Παράλληλα, η χρήση παραμέτρων όπως αυτών που φάνηκαν να επηρεάζουν την τιμή στο πείραμά μας – η χώρα/γλώσσα, η συσκευή και το είδος της περιήγησης – δεν εγγυάται κατάταξη αγοραστικής ικανότητας η οποία να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Έρευνες δείχνουν ότι καταναλωτές που ενημερώθηκαν σχετικά με την εφαρμογή της πρακτικής την απορρίπτουν κατά πλειοψηφία ως άδικη ή μη αποδεκτή. Αυτό ισχύει σε μεγάλο βαθμό και στις περιπτώσεις που η εξατομικευμένη τιμολόγηση θα τους ευνοούσε, εάν ταυτόχρονα γνώριζαν ότι προϋποθέτει τη συλλογή δεδομένων και την παρακολούθηση της διαδικτυακής ή μη συμπεριφοράς τους.

Όσον αφορά τη νομική αντιμετώπισή της, η εξατομικευμένη τιμολόγηση απασχολεί διάφορους κλάδους του δικαίου.

Στο πλαίσιο του δικαίου προστασίας προσωπικών δεδομένων, ο Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων (‘ΓΚΠΔ’) δεν προβλέπει ρητά την περίπτωση της εξατομικευμένης τιμολόγησης. Προβλέπει, ωστόσο, ότι εάν κάποια εταιρία χρησιμοποιεί τα προσωπικά μας δεδομένα (στα οποία συμπεριλαμβάνονται και η διεύθυνση IP, η τοποθεσία μας, τα cookies που είναι αποθηκευμένα στις συσκευές μας και λοιπά), αυτή είναι υποχρεωμένη να ενημερώνει για ποιους σκοπούς τα χρησιμοποιεί.

Επομένως, εάν τα προφίλ μας χρησιμοποιούνται για το σκοπό υπολογισμού της τιμής προϊόντων ή υπηρεσιών, αυτό θα πρέπει κατ’ ελάχιστον να αναφέρεται στην πολιτική απορρήτου της ιστοσελίδας που κάνουμε τις αγορές μας.

Ο ΓΚΠΔ προϋποθέτει και τη συναίνεση του καταναλωτή εάν η εξατομικευμένη τιμολόγηση έχει στηριχθεί σε προσωπικά δεδομένα του ή όταν τα προσωπικά του δεδομένα χρησιμοποιούνται για την αυτοματοποιημένη λήψη αποφάσεων που τον αφορούν.

Από τη σκοπιά του δικαίου προστασίας του καταναλωτή ισχύει ότι, κατά κανόνα, οι έμποροι μπορούν να καθορίζουν ελεύθερα τις τιμές τους, εάν ενημερώνουν δεόντως τους καταναλωτές για τις τιμές ή για τον τρόπο υπολογισμού τους και η εξατομικευμένη τιμολόγηση απαγορεύεται μόνο εάν συνδυάζεται με αθέμιτες εμπορικές πρακτικές που προβλέπονται από τη σχετική ευρωπαϊκή Οδηγία 2005/29/ΕΚ.

Στην άρση της αβεβαιότητας των καταναλωτών και στη βελτίωση της θέσης τους έρχεται να συνδράμει η νέα Οδηγία (ΕΕ) 2019/2161 που έχει στόχο την καλύτερη εφαρμογή και τον εκσυγχρονισμό των κανόνων προστασίας του καταναλωτή στην ΕΕ.

Με τις τροποποιήσεις που επιφέρει η Οδηγία αυτή πλέον όχι μόνο αναγνωρίζεται η πρακτική της εξατομικευμένης τιμολόγησης αλλά θεσμοθετείται και η υποχρέωση να ενημερώνεται ο καταναλωτής όταν η τιμή που πληρώνει έχει εξατομικευθεί με αυτοματοποιημένο τρόπο ούτως ώστε να λάβει υπόψη στην απόφαση αγοράς το ενδεχόμενο ρίσκο (αιτιολογική σκέψη 45 και άρθρο 4§4 της Οδηγίας). Η Οδηγία 2019/2161 δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ στις 18/12/2019 και τα κράτη-μέλη υποχρεούνται να θέσουν σε εφαρμογή τα μέτρα που την ενσωματώνουν το αργότερο έως 28/5/2022.

Αξίζει να αναφερθεί ότι η εξατομικευμένη τιμολόγηση απασχολεί και τον κλάδο του δικαίου του ελεύθερου ανταγωνισμού και ιδιαίτερα το ενδεχόμενο της χρέωσης υψηλότερων τιμών σε συγκεκριμένες κατηγορίες καταναλωτών για λόγους που δεν συνδέονται με υψηλότερο κόστος ή σε αγαθά/υπηρεσίες κοινής ωφέλειας από επιχειρήσεις οι οποίες κατέχουν δεσπόζουσα θέση σε μια αγορά.

Σε κάθε περίπτωση η προστασία μας στο διαδίκτυο είναι και προσωπική μας υπόθεση.

Στον Οδηγό Ασφαλούς Πλοήγησης της Homo Digitalis αναφέρονται οι συμπεριφορές που μπορούμε να υιοθετήσουμε για την προστασία των προσωπικών μας δεδομένων κατά την πλοήγησή μας.

Για την αντιμετώπιση της εξατομικευμένης τιμολόγησης συγκεκριμένα προτείνεται η ενδελεχής έρευνα αγοράς, η σύγκριση τιμών σε διαφορετικές ιστοσελίδες ή γλωσσικές εκδοχές ιστοσελίδων, η δοκιμή διαφορετικών τύπων περιήγησης και, εάν είναι δυνατόν, διαφορετικών συσκευών. Ως χρήστες του ηλεκτρονικού εμπορίου πρέπει να ενημερωνόμαστε και να βρισκόμαστε σε εγρήγορση εάν δεν επιθυμούμε να γίνεται το καταναλωτικό μας προφίλ εργαλείο για τη χρέωση υψηλότερων τιμών.

*Η Ειρήνη Βολικού, LL.M είναι νομικός με ειδίκευση στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο και Ευρωπαϊκό Δίκαιο του Ανταγωνισμού. Έχει εκτεταμένη εμπειρία στη νομική εκπαίδευση επαγγελματιών στο Δίκαιο του Ανταγωνισμού, έχοντας εργαστεί ως Αναπληρώτρια Διευθύντρια του Τμήματος Δικαίου Επιχειρήσεων στην Ακαδημία Ευρωπαϊκού Δικαίου στη Γερμανία και επί του παρόντος, ως Συντονίστρια Προγράμματος με την Οργάνωση Jurisnova της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Νόβα της Λισαβόνας.

ΠΗΓΕΣ

1) European Commission – Consumer market study on online market segmentation through personalized pricing/offers in the European Union (2018)

2) Οδηγία (ΕΕ) 2019/2161 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2019 για την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, και των οδηγιών 98/6/ΕΚ, 2005/29/ΕΚ και 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά την καλύτερη επιβολή και τον εκσυγχρονισμό των κανόνων της Ένωσης για την προστασία των καταναλωτών

3) Οδηγία 2005/29/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (Οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές)

4) Έγγραφο Εργασίας των Υπηρεσιών της Επιτροπής – Κατευθυντήριες Γραμμές σχετικά με την εκτέλεση/εφαρμογή της Οδηγίας 2005/29/ΕΚ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές [SWD(2016) 163 final]

5) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων)

6) Poort, J. & Zuiderveen Borgesius, F. J. (2019). Does everyone have a price? Understanding people’s attitude towards online and offline price discrimination. Internet Policy Review, 8(1)

7) OECD, ‘Personalised Pricing in the Digital Era’, Background Note by the Secretariat for the joint meeting between the OECD Competition Committee and the Committee on Consumer Policy on 28 November 2018 [DAF/COMP(2018)13]

8) BEUC, ‘Personalised Pricing in the Digital Era’, Note for the joint meeting between the OECD Competition Committee and the Committee on Consumer Policy on 28 November 2018 [DAF/COMP/WD(2018)129]

9) http://news.bbc.co.uk/2/hi/business/914691.stm


Woman wearing mask

H προστασία των προσωπικών δεδομένων στην πανδημία του κορωνοϊού

Γράφουν οι Ελπίδα Βαμβακά και Μαρίνα Ζαχαροπούλου*

Μετά το χαρακτηρισμό του νέου κορωνοϊού (COVID-19) ως παγκόσμια πανδημία από τον Παγκόσμιο Οργανισμο Υγείας (ΠΟΥ), η Ευρώπη έγινε το επίκεντρο της κρίσης στον τομέα της υγείας, καθώς ο αριθμός των νέων κρουσμάτων ξεπέρασε εκείνους της Κίνας, χώρα-αφετηρία του ιού.

Κυβερνήσεις, δημόσιοι και ιδιωτικοί οργανισμοί σε ολόκληρη την Ευρώπη λαμβάνουν μέτρα για να περιορίσουν και να μετριάσουν τις επιπτώσεις του COVID-19.

Τα μέτρα αυτά συχνά, συνεπάγονται την επεξεργασία διαφόρων τύπων προσωπικών δεδομένων.

Ο Γενικός Κανονισμός Προστασίας Δεδομένων (GDPR) προβλέπει τις νόμιμες βάσεις που επιτρέπουν στους εργοδότες και στις αρμόδιες αρχές δημόσιας υγείας να επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο των επιδημιών, χωρίς να απαιτείται η συναίνεση του υποκειμένου των δεδομένων.

Αυτό ισχύει για παράδειγμα, όταν η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι απαραίτητη για λόγους δημοσίου συμφέροντος στον τομέα της δημόσιας υγείας ή για την προστασία ζωτικών συμφερόντων (άρθρα 6 και 9  GDPR) ή για τη συμμόρφωσή τους με άλλη νομική υποχρέωση.

Οι αιτιολογικές σκέψεις 46, 52 και 54 του Γενικού Κανονισμού δίνουν μία σαφή προσέγγιση γύρω από τα ζητήματα της επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων στην περίπτωση μιας πανδημίας, όπως αυτή που αντιμετωπίζουμε σήμερα.

Βοήθημα κατά την τελική διαμόρφωση της διαδικασίας λήψης αποφάσεων σχετικά με τα μέτρα που εφαρμόζονται για τη διαχείριση του COVID-19, τα οποία αφορούν στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε κάθε οργανισμό αποτελεί η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου “Κατεπείγοντα μέτρα αντιμετώπισης της ανάγκης περιορισμού της διασποράς του κορωνοϊού COVID-19” ( ΦΕΚ Α’64/14-3-2020).

Το άρθρο 5 της Πράξης αναφέρει ρητά τις κατηγορίες προσωπικών δεδομένων που επιτρέπεται να κοινοποιούνται, τα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται, το σκοπό της συγκεκριμένης επεξεργασίας, καθώς και το διάστημα που μπορούν τα δεδομένα αυτά να διατηρηθούν (έως και έναν (1) μήνα μετά από τη λήξη της περιόδου εφαρμογής των κατεπειγόντων μέτρων για την αποφυγή της διασποράς του κορωνοϊού COVID-19 και πάντως όχι πέραν της 31.12.2020).

Είναι σημαντικό να κρατήσουμε τη δήλωση  που έκανε τη Δευτέρα η Andrea Jelinek, Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Προστασίας Δεδομένων (EDPB),  σύμφωνα με την οποία, οι κανόνες προστασίας δεδομένων (όπως οι διατάξεις του GDPR) δεν εμποδίζουν τα μέτρα που λαμβάνονται για την καταπολέμηση της πανδημίας του κορωνοϊού.

Η Πρόεδρος υπογράμμισε ότι, ακόμη και σε αυτές τις εξαιρετικές περιόδους, ο υπεύθυνος επεξεργασίας πρέπει να διασφαλίζει την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των υποκειμένων και επομένως θα πρέπει να ληφθούν υπόψη ορισμένες εκτιμήσεις για να εξασφαλιστεί η νόμιμη επεξεργασία τους. 

Πολλές ευρωπαϊκές αρχές προστασίας δεδομένων, έχουν αρχίσει να παρέχουν καθοδήγηση προς εργοδότες και εργαζόμενους. Όπως θα δούμε παρακάτω μεταξύ των Αρχών υπάρχουν διαφορετικές απόψεις σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι εργοδότες θα πρέπει να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις προστασίας δεδομένων.

Πιο αναλυτικά:

Περιορισμοί στις δραστηριότητες επεξεργασίας παρακολούθησης δεδομένων υγείας των εργαζομένων:

Ιταλία, Γαλλία, Λουξεμβούργο και Βέλγιο

H Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων της Ιταλίας ενήργησε ταχέως.

Στις 2 Μαρτίου προειδοποίησε τους εργοδότες να μην εκτελούν «αυτόνομους» ιατρικούς ελέγχους ή να ζητούν προσωπικές πληροφορίες σχετικά με τα μη επαγγελματικά ταξίδια και τις επαφές των εργαζομένων.

Με τη δήλωσή της, η Αρχή Προστασίας Δεδομένων δήλωσε ότι οι εργοδότες πρέπει να απέχουν από τη συλλογή, εκ των προτέρων και με συστηματικό και γενικευμένο τρόπο, πληροφοριών σχετικά με την παρουσία τυχόν συμπτωμάτων γρίπης στον εργαζόμενο και στις πλησιέστερες επαφές του – μεταξύ άλλων μέσω συγκεκριμένων αιτήσεων προς τον εργαζόμενο ή μη εγκεκριμένων ερευνών.

Πρόσθεσε ότι, όλοι οι Υπεύθυνοι Επεξεργασίας δεδομένων πρέπει να συμμορφώνονται αυστηρά με τις οδηγίες που παρέχονται από το Υπουργείο Υγείας και τα αρμόδια όργανα για την πρόληψη της εξάπλωσης του κορωνοϊού, χωρίς να αναλαμβάνουν αυτόνομες πρωτοβουλίες με στόχο τη συλλογή δεδομένων για την υγεία των εργαζομένων, αν οι πρωτοβουλίες δεν ρυθμίζονται από το νόμο ή δεν διατάσσονται από τους αρμόδιους φορείς. 

Στην ίδια γραμμή, η CNIL στη Γαλλία, πληροφόρησε τους οργανισμούς ότι δεν πρέπει να συλλέγουν πληροφορίες σχετικά με τη θερμοκρασία του σώματος του συνόλου των εργαζομένων ή των επισκεπτών τους ή γενικευμένες πληροφορίες για την υγεία και πιθανά συμπτώματα COVID-19.

Αυτό φυσικά, δεν εμποδίζει τους εργοδότες να αναφέρουν συγκεκριμένες περιπτώσεις εργαζομένων με COVID-19 στις αρμόδιες υγειονομικές αρχές.

Η CNIL έχει δηλώσει ρητά ότι, αν ένας εργοδότης ειδοποιηθεί για κρούσμα COVID-19 που αφορά σε υπάλληλό του, ο εργοδότης μπορεί να καταγράφει:

– την ημερομηνία και την ταυτότητα του προσώπου για το οποίο υπάρχει υποψία ότι έχει εκτεθεί στον ιό,

– τα οργανωτικά μέτρα που λαμβάνονται (απομόνωση, απομακρυσμένη εργασία, επαφή με τον γιατρό στο χώρο εργασίας κ.λπ.).

Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων του Λουξεμβούργου, προειδοποίησε τους εργοδότες να μην απαιτούν από τους υπαλλήλους να ενημερώνουν καθημερινά για τις θερμοκρασίες του σώματος τους ή να συμπληρώνουν τα ιατρικά φύλλα ή τα ερωτηματολόγια.

Τέλος,  η βελγική εποπτική αρχή στις οδηγίες που εξέδωσε αναφέρει ότι η δημόσια υγεία και η πρόληψη των ασθενειών δεν είναι ασυμβίβαστες με το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή. 

Η επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων μπορεί να γίνει βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και του άρθρου 9 παράγραφος 2 στοιχείο β) του GDPR σε κάθε περίπτωση. Πρέπει, όμως, να τηρούνται οι αρχές της αναλογικότητας, της ελαχιστοποίησης των δεδομένων,της διαφάνειας και της εμπιστευτικότητας.

Υπό το πρίσμα αυτό, ο εργοδότης δεν μπορεί να αποκαλύψει τα ονόματα των μολυσμένων υπαλληλων με COVID-19.

Ο εργοδότης μπορεί να ενημερώσει μόνο τους άλλους υπαλλήλους για την κατάσταση χωρίς να αναφέρει την ταυτότητα τους.

Συλλογή και γνωστοποίηση προσωπικών δεδομένων των εργαζομένων:

Ιρλανδία, Ισπανία, Δανία και Ηνωμένο Βασίλειο

Η Αρχή της Ιρλανδίας, η οποία είναι αρμόδια για πολλές εταιρείες της Silicon Valley, εξέδωσε οδηγίες, σύμφωνα με τις οποίες οι υπηρεσίες υγείας ενδέχεται να βρεθούν υποχρεωμένες να αποκαλύψουν προσωπικά δεδομένα προκειμένου να αποτρέψουν σοβαρές απειλές για τη δημόσια υγεία εφόσον εφαρμόζονται οι κατάλληλες διασφαλίσεις.

Αυτές οι διασφαλίσεις μπορεί να περιλαμβάνουν περιορισμό της πρόσβασης στα δεδομένα, αυστηρές προθεσμίες για τη διαγραφή και άλλα μέτρα, όπως κατάλληλη εκπαίδευση προσωπικού για την προστασία των δικαιωμάτων προστασίας των δεδομένων των ατόμων.

Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και η Αρχή της Ισπανίας. Διευκρινίζει παράλληλα ότι, η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα με βάση το ζωτικό συμφέρον άλλου φυσικού προσώπου θα πρέπει κατ’ αρχήν να διενεργείται μονάχα εάν είναι πρόδηλο ότι η επεξεργασία δεν μπορεί να έχει άλλη νομική βάση.

Ταυτόχρονα, υπογραμμίζει ότι θα πρέπει να τηρούνται όλες οι αρχές αναφορικά με την επεξεργασία που περιέχονται στο άρθρο 5 του GDPR.

Η Δανέζικη Αρχή, έχει επίσης εκδώσει οδηγίες  και  αναγνωρίζει ότι σε ορισμένες περιπτώσεις μπορούν να συλλέγονται και να γνωστοποιούνται προσωπικά δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων, υπογραμμίζοντας όμως την σημασία της αξιολόγησης της νομιμότητας της επεξεργασίας και του περιορισμού στο μέτρο που είναι απαραίτητο.

Η Δανέζικη Αρχή συνιστά συνεπώς στους εργοδότες να εξετάσουν:

– εάν υπάρχει σοβαρός λόγος συλλογής ή αποκάλυψης των εν λόγω προσωπικών δεδομένων,

– εάν τα συγκεκριμένα προσωπικά δεδομένα είναι απαραίτητα, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον ο σκοπός του εργοδότη μπορεί να επιτευχθεί με τη συλλογή λιγότερων,

– αν είναι απαραίτητο να γνωστοποιήσουν το όνομα του προσβεβλημένου προσώπου ή της καραντίνας αυτού.

Η Αρχή του Ηνωμένου Βασιλείου (ICO), στις οδηγίες που εξέδωσε αναφέρει ότι, οι νόμοι για την προστασία δεδομένων και την ηλεκτρονική επικοινωνία δεν εμποδίζουν την κυβέρνηση, ή άλλους επαγγελματίες Υγείας να αποστέλλουν μηνύματα δημόσιας υγείας στους ανθρώπους, είτε μέσω τηλεφώνου, μηνυμάτων ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, καθώς αυτά τα μηνύματα δεν αποτελούν άμεσο μάρκετινγκ.

Ούτε τους εμποδίζει να χρησιμοποιούν την πιο πρόσφατη τεχνολογία για να διευκολύνουν ασφαλείς και γρήγορες διαβουλεύσεις και διαγνώσεις.

Οι δημόσιοι φορείς ενδέχεται να απαιτούν πρόσθετη συλλογή και ανταλλαγή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για την προστασία από σοβαρές απειλές κατά της δημόσιας υγείας.

Μία πιο ουδέτερη στάση: 

Σλοβακία, Σλοβενία, Νορβηγία, Σουηδία, Πολωνία και Γερμανία

Η Αρχή της Σλοβακίας υπογραμμίζει ότι οι μετρήσεις θερμοκρασίας εμπίπτουν στην επεξεργασία μιας ειδικής κατηγορίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και ο GDPR προβλέπει ειδικούς όρους στο άρθρο 9 για τη νόμιμη επεξεργασία τέτοιων δεδομένων.

Η Αρχή της Σλοβενίας αναφέρει ότι οι αρμόδιες αρχές πρέπει να κάνουν εκτιμήσεις κατά περίπτωση και να καθορίσουν ποιες πληροφορίες απαιτούνται για την προστασία των ζωτικών συμφερόντων των πολιτών.

Η Αρχή της Νορβηγίας και η Αρχή της Σουηδίας στις οδηγίες που εξέδωσαν αναφέρουν ότι  πληροφορίες όπως το ότι ένας υπάλληλος επέστρεψε από “περιοχή κινδύνου” και ότι έχει τεθεί σε καραντίνα (χωρίς όμως να δίνονται περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με την αιτία) δε θεωρούνται πληροφορίες σχετικές με την υγεία του εργαζομένου.

Ο Πρόεδρος της Πολωνικής Αρχής σε δήλωσή του αναφέρει ότι ο GDPR δεν μπορεί να θεωρηθεί εμπόδιο στην καταπολέμηση του COVID-19, στηρίζοντας τις δηλώσεις του στην αιτιολογική σκέψη 46 του GDPR.

Τέλος, ο Γερμανός Ομοσπονδιακός Επίτροπος Προστασίας αποδέχεται ότι παρόλο που η επεξεργασία των δεδομένων για την υγεία είναι ουσιαστικά δυνατή μόνο με περιοριστικό τρόπο, τα δεδομένα μπορούν να συλλεχθούν και να χρησιμοποιηθούν για να περιοριστεί η πανδημία ή για την προστασία των εργαζομένων. Πρέπει όμως πάντοτε να τηρείται η αρχή της αναλογικότητας.

Για παράδειγμα, σύμφωνα με τον Επίτροπο, τα ακόλουθα μέτρα  για τον περιορισμό και την καταπολέμηση της πανδημίας μπορούν να θεωρηθούν νόμιμα:

– Συλλογή και επεξεργασία προσωπικών δεδομένων (συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων υγείας) των εργαζομένων από τον εργοδότη προκειμένου να προληφθεί ή να περιοριστεί η διάδοση του ιού στους εργαζομένους όσο το δυνατόν καλύτερα. Αυτό περιλαμβάνει ιδίως πληροφορίες σχετικά με τις περιπτώσεις στις οποίες έχει εντοπιστεί μία λοίμωξη ή ο εργαζόμενος έχει έρθει σε επαφή με ένα αποδεδειγμένα μολυσμένο άτομο και κατά τις οποίες πραγματοποιήθηκε κατά την σχετική περίοδο διαμονή σε περιοχή χαρακτηρισμένη  ως περιοχή κινδύνου.

– Συλλογή και επεξεργασία προσωπικών δεδομένων (συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων για την υγεία) από τους επισκέπτες, ιδίως για να διαπιστωθεί εάν έχουν μολυνθεί από τον ιό ή έχουν έρθει σε επαφή με ένα αποδεδειγμένα μολυσμένο άτομο.

Μπορείτε να μείνετε ενημερωμένοι αναφορικά με σχετικές αποφάσεις Αρχών Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων ανά τον κόσμο εδώ.

Η Ελληνική Αρχή

Την Τετάρτη 18 Μαρτίου η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα εξέδωσε με τη σειρά της κατευθυντήριες γραμμές τονίζοντας ότι η εφαρµογή του νοµικού πλαισίου για την προστασία των δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα δεν συνιστά εµπόδιο στη λήψη των αναγκαίων µέτρων αντιµετώπισης του κορωνοϊού.

Η Αρχή, κινούμενη στην ίδια σελίδα με τις περισσότερες αρχές της Ευρώπης, υπογραμμίζει ότι το δικαίωµα στην προστασία των δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα δεν είναι απόλυτο δικαίωµα και πρέπει να εκτιµάται σε σχέση µε τη λειτουργία του στην κοινωνία και να σταθµίζεται σε σχέση µε άλλα θεµελιώδη δικαιώµατα, σύµφωνα µε την αρχή της αναλογικότητας.

Διευκρινίσεις για τον ιδιωτικό τομέα 

Ο εκάστοτε εργοδότης υποχρεούται να εξασφαλίζει την υγεία και την ασφάλεια των εργαζοµένων λαµβάνοντας τα αναγκαία προστατευτικά µέτρα προς αποφυγή επέλευσης σοβαρού, άµεσου και αναπόφευκτου κινδύνου αυτών, εγγυώµενος το ασφαλές και υγιές περιβάλλον εργασίας µε τη συνδροµή των εργαζοµένων στηριζόμενος στα άρθρα 42,45 και 49 του ν 3850/2010.

Γενικές Οδηγίες

Η Αρχή διευκρινίζει ότι:

– Οι πληροφορίες σχετικά µε την κατάσταση της υγείας ενός φυσικού προσώπου, περιλαµβανοµένης της παροχής υπηρεσιών υγειονοµικής φροντίδας σε αυτό, συνιστούν δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα που αφορούν την υγεία, δηλαδή ειδικής κατηγορίας δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία υπόκεινται σε αυστηρότερο καθεστώς προστασίας.

– Πληροφορίες όπως εάν ένα υποκείµενο των δεδοµένων ταξίδεψε πρόσφατα σε αλλοδαπό κράτος µε εκτεταµένη διάδοση του κορωνοϊού ή εάν οικείος ή συνεργάτης του είναι ασθενής ή έχει προσβληθεί από τον κορωνοϊό, δεν αφορούν την υγεία του συγκεκριµένου υποκειµένου και, συνεπώς, δεν αποτελούν δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα ειδικής κατηγορίας, αλλά δύναται υπό προϋποθέσεις να συνιστούν απλά δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα. 

Επιτρέπεται η θερµοµέτρηση των εισερχοµένων ή η υποβολή συµπλήρωσης ερωτηµατολογίου σχετικά µε την κατάσταση της υγείας των εργαζοµένων ή οικείων τους, πρόσφατου ιστορικού ταξιδίου σε αλλοδαπό κράτος µε αυξηµένο κίνδυνο µετάδοσης του κορωνοϊου  κ.λπ. ή η ενηµέρωση των λοιπών εργαζοµένων για το γεγονός ή και τα στοιχεία ταυτότητας ήδη νοσούντος εργαζοµένου;

Ο υπεύθυνος επεξεργασίας δεν µπορεί εκ προοιµίου να αποκλείσει ως απαγορευµένη οποιαδήποτε πράξη επεξεργασίας, ιδίως στην παρούσα χρονική κρίσιµη και πρωτόγνωρη συγκυρία και εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του Γενικου Κανονισμού. Είναι αυτονόητο ότι η επεξεργασία αυτή πραγµατοποιείται στο πλαίσιο της αρχής της λογοδοσίας. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην αξιολόγηση του ενδεχοµένου συλλογής µόνο των αναγκαίων πληροφοριών που συνδέονται αποκλειστικά µε τον επιδιωκόµενο σκοπό τηρουµένης της αρχής της ασφαλούς επεξεργασίας μέσω της λήψης απαραίτητων τεχνικών και οργανωτικών µέτρων ασφαλείας.

Η συλλογή και η εν γένει επεξεργασία των δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα που παρουσιάζουν επαχθή χαρακτήρα και συνιστούν περιορισµό ατοµικών δικαιωµάτων, όπως π.χ. η θερµοµέτρηση στην είσοδο του χώρου εργασίας, πρέπει να λαµβάνει χώρα, τηρουµένων των νοµίµων προϋποθέσεων, αφού θα έχει προηγουµένως αποκλειστεί κάθε διαθέσιµο πρόσφορο µέτρο, το οποίο θα επιλέξει ο υπεύθυνος επεξεργασίας, υπό τον όρο ότι εφαρµόζεται η νοµοθεσία για τα προσωπικά δεδοµένα.

Επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα θανόντων: Δεν εµπίπτει καταρχήν στο προστατευτικό πεδίο των κανόνων προστασίας δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα ∆εδοµένου, ωστόσο, ότι η αποκάλυψη των στοιχείων ταυτοποίησης θανόντων από τον κορωνοϊό ενδέχεται να οδηγεί σε έµµεση ταυτοποίηση ζώντων φυσικών προσώπων που είχαν έρθει σε επαφή ή υπήρξαν οικείοι των θανόντων για τους οποίους εφαρµόζονται οι συναφείς κανόνες, πρέπει η επεξεργασία να γίνεται σύµφωνα µε τις γενικές αρχές επεξεργασίας του άρθρου 5 παρ. 1 σε συνδυασµό µε το άρθρο 6 ΓΚΠ∆.

Γνωστοποίηση σε τρίτους πληροφοριών για την κατάσταση υγείας των υποκειµένων των δεδοµένων Ακόµη και αν καταρχήν διενεργείται στο πλαίσιο των άρθρων 5, 6 και 9 ΓΚΠ∆, δεν είναι επιτρεπτή, αν δηµιουργεί κλίµα προκατάληψης και στιγµατισµού, και ενδέχεται να δρα αποτρεπτικά στην τήρηση των µέτρων που ανακοινώθηκαν από τις αρµόδιες δηµόσιες αρχές µε αποτέλεσµα να αντιστρατεύεται τελικά την αποτελεσµατικότητα τους.

Επεξεργασίας δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα για δηµοσιογραφικούς σκοπούς

Προ της τυχόν επεξεργασίας δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα για δηµοσιογραφικούς σκοπούς , ιδίως ως προς την κατάσταση υγείας των υποκειµένων σε σχέση µε τον κορωνοϊό, πέραν των προαναφεροµένων (ιδίως των σκέψεων υπ’ αρ. 9 της παρούσας) θα πρέπει πρωταρχικά να αξιολογείται η αναγκαιότητα αποκάλυψης στοιχείων ταυτοποίησης του υποκειµένου (π.χ. ονοµατεπώνυµο, φωτογραφία και άλλα προσδιοριστικά στοιχεία), δεδοµένου µάλιστα ότι οι αρµόδιες αρχές (Εθνικός Οργανισµός ∆ηµόσιας Υγείας [Ε.Ο.∆.Υ.] και Γενική Γραµµατεία Πολιτικής Προστασίας [Γ.Γ.Π.Π.]) επεξεργάζονται δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα πολιτών επιδηµιολογικού συσχετισµού, δίχως τον προσδιορισµό προσωπικών στοιχείων ταυτότητας (βλ. άρ. 19

Δημόσιες Αρχές

– Από το Γενικό Κανονισμό παρέχονται οι νοµικές βάσεις για την αναγκαία επεξεργασία που διενεργείται από τις αρµόδιες δηµόσιες αρχές για τη λήψη των αναγκαίων κατά περίπτωση µέτρων, σύµφωνα µε τις οικείες Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, προς τον σκοπό της αποφυγής κινδύνου εµφάνισης ή διάδοσης του κορωνοϊού, που ενδέχεται να έχουν σοβαρές επιπτώσεις στη δηµόσια υγεία, µε την επιφύλαξη ότι τηρούνται οι βασικές αρχές και εξασφαλίζονται οι σχετικές ουσιαστικές και διαδικαστικές εγγυήσεις και προϋποθέσεις σύννοµης επεξεργασίας ( άρθρα 6 παρ. 1 εδ. γ’, δ’ και ε’ και 9 παρ. 2 εδ. β’, ε’ , η’ και θ’ του ΓΚΠΔ )

– Η επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα υγείας στο πλαίσιο λήψης µέτρων κατά του κορωνοϊού διενεργείται από τις αρµόδιες δηµόσιες αρχές ως απαραίτητη για λόγους δηµοσίου συµφέροντος στον τοµέα της δηµόσιας υγείας, στις οποίες περιλαµβάνεται και η προστασία έναντι σοβαρών διασυνοριακών απειλών κατά της υγείας κατ’ άρ. 9 παρ. 2 εδ. θ’ ΓΚΠ∆ (βλ. αιτ. σκ. 46 και 52 ΓΚΠ∆).

– Οι αρµόδιες δηµόσιες αρχές αποτελούν τους υπευθύνους επεξεργασίας που επεξεργάζονται δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα απλά και υγείας (ειδικής κατηγορίας) για την προστασία της δηµόσιας υγείας.

– Η προφορική ενηµέρωση ότι το υποκείµενο των δεδοµένων νοσεί από τον κορωνοϊό ή ότι η σωµατική θερµοκρασία του έχει µετρηθεί ως ανώτερη του φυσιολογικού συνιστούν µεν δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα, πλην όµως η σχετική νοµοθεσία δεν εφαρµόζεται εάν οι ανωτέρω πληροφορίες δεν έχουν περιληφθεί σε σύστηµα αρχειοθέτησης σε περίπτωση µη αυτοµατοποιηµένης (χειροκίνητης) επεξεργασίας ή δεν έχουν περιληφθεί σε αυτοµατοποιηµένη επεξεργασία.

Αντί επιλόγου

Οι κατευθυντήριες γραμμές που εξέδωσε η ΑΠΔΠΧ για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο διαχείρισης του COVID-19 αποτελούν ένα σημαντικό βοήθημα στην καθημερινή λειτουργία κάθε οργανισμού.

Οι μέρες που διανύουμε σαφώς ανέδειξαν περισσότερο από ποτέ την ανάγκη για ατομική υπευθυνότητα και δράση.

Η δική μας συμβουλή, είναι ότι δεν χρειάζεται πανικός και βιαστικές κινήσεις ούτε στα εργασιακά ζητήματα.

Οι οργανισμοί που θα επεξεργαστούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα (που ενδεχομένως να αφορούν την υγεία) θα πρέπει πρώτα να θεσπίσουν τις απαραίτητες, ανάλογες και σωστά αιτιολογημένες διαδικασίες λήψης αποφάσεων σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τη διαχείριση του COVID-19.

Αυτές θα πρέπει να είναι διαφανείς, συμπεριλαμβανομένου του σκοπού της συλλογής των προσωπικών δεδομένων και του χρόνου διατήρησής τους.

Κάθε επεξεργασία δεδομένων στο πλαίσιο της πρόληψης της εξάπλωσης του COVID-19, πρέπει να διεξάγεται κατά τρόπο που εξασφαλίζει την ασφάλεια των δεδομένων, ιδίως όσον αφορά τα δεδομένα υγείας.

Η ταυτότητα των προσβεβλημένων ατόμων, δεν θα πρέπει να γνωστοποιείται στους συναδέλφους, παρά μόνο στην περίπτωση όπου θα έχει προηγουµένως αποκλειστεί κάθε διαθέσιµο πρόσφορο µέτρο, για την επίτευξη της διασφάλισης των ζωτικών συμφερόντων των εργαζομένων.

Όπως συμβαίνει με κάθε επεξεργασία δεδομένων, πρέπει να υποβληθεί σε επεξεργασία μόνο το ελάχιστο απαραίτητο ποσό δεδομένων για την επίτευξη των σκοπών εφαρμογής μέτρων για την πρόληψη ή τη διατήρηση της εξάπλωσης του COVID-19 και μόνο για τον σκοπό αυτό και όχι για άλλους.

Μια συστηµατική, διαρκής και γενικευµένη συλλογή δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα που οδηγεί στην κατάρτιση και συνεχή ανανέωση προφίλ υγείας εργαζοµένων, δύσκολα θα µπορούσε να χαρακτηριστεί ως σύµφωνη µε την αρχή της αναλογικότητας.

Η επόμενη ημέρα από την πανδημία θα έρθει και είναι σημαντικό να βγούμε από αυτή την κατάσταση  με όσο το δυνατόν λιγότερες απώλειες σε όλους τους τομείς.

Και όπως εύστοχα τονίζει η καθηγήτρια κ. Μήτρου “Δεν πρέπει να αποτελέσει η πανδημία την θρυαλλίδα νέων μορφών κρατικού ή/και κοινωνικού ελέγχου ή μίας γενικευμένης εισβολής στην ιδιωτική ζωή των ανθρώπων”.

*Η Μαρίνα Ζαχαροπούλου είναι απόφοιτος της Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και ασκούμενη δικηγόρος. Αυτή την περίοδο παρακολουθεί τις μεταπτυχιακές της σπουδές  με τίτλο ” Artificial Intelligence/ Digital Technology Management” στο Πανεπιστήμιο της Bologna.


Επιστολή προς τα κοινοβουλευτικά κόμματα: Άμεση ανάγκη αναθεώρησης Ν. 4624/2019

Στις 24 Φεβρουαρίου η Homo Digitalis και η Ένωση Καταναλωτών “Η Ποιότητα της Ζωής” (Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ.) έστειλαν από κοινού επιστολή προς τον Πρωθυπουργό και τους Προέδρους των Κοινοβουλευτικών Ομάδων, ζητώντας την άμεση τροποποίηση του νόμου 4624/2019 για την προστασία των προσωπικών δεδομένων.

Η ανάγκη άμεσης αναθεώρησης του νόμου πηγάζει από την υπ’  αριθμόν 1/2020 Γνωμοδότηση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, με  την  οποία  γίνεται  εκτενής  αναφορά σε πλήθος διατάξεων του Ν. 4624/2019,  οι οποίες έρχονται σε αντίθεση τόσο με τον  GDPR, όσο και με την Οδηγία 2016/680.

Μάλιστα, όπως ορθά αναφέρει η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα στην εν λόγω γνωμοδότηση, δεν θα τύχουν εφαρμογής από την Αρχή κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της διατάξεις του Ν. 4624/2019, οι οποίες έρχονται σε αντίθεση µε την εν λόγω ευρωπαϊκή νομοθεσία και με το ενωσιακό δίκαιο εν γένει.

Επομένως, οι θεμελιώδεις αρχές της ασφάλειας δικαίου, της σαφήνειας και της προβλεψιµότητας πλήττονται σοβαρά από την ασυμφωνία των διατάξεων του Ν.4624/2019 με τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, δημιουργούν σύγχυση και ανασφάλεια δικαίου με αποτέλεσμα να διασπάται η εναρμόνιση με το ισχύον ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο.

Η επιστολή κοινοποιήθηκε στον Πρόεδρο της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, κ. Κωνσταντίνο Μενουδάκο.

Όλοι οι παραλήπτες μας ενημέρωσαν για την ορθή παραλαβή της επιστολής μας.

Μπορείτε να διαβάσετε την επιστολή μας εδώ.